~3~

5K 219 13
                                    

Οι υπόλοιπες μέρες στη Ρώμη πέρασαν σχετικά γρήγορα. Με την Μαριλίζα γυρίσαμε όλο το κέντρο, κάναμε κι άλλα ψώνια εννοείται και επίσης επισκεφτήκαμε πέρα από τα μνημεία και την σχολή της για να μην ψάχνεται την πρώτη μέρα.

Ήρθε όμως και η δύσκολη στιγμή που πρέπει να φύγω. Είμαστε στο αεροδρόμιο εδώ και κανένα 20λεπτο και περιμένουμε να βγει η ανακοίνωση στα μεγάφωνα για να επιβιβαστω.

Μαρ: Που με αφήνεις μόνη μου λες; Θα με απαγάγουν, θα με βιάσουν τρία άτομα και μετά θα με πνίξουν στην θάλασσα.
Δαν: Θα είναι σίγουρα τρία;
Μαρ: Ρε αναίσθητη κοροϊδεύεις; Και αν μου συμβεί κάτι τραγικό;
Δαν: Βρε αγάπη μου δεν τα είπαμε αυτά; Δεν είμαστε μακρυά. Όλα στο μυαλό είναι. Μην είσαι υπερβολική σε δυο ώρες άμα χρειαστεί θα είμαι εδώ.
Μαρ: Μπααα. Θα με ξεχάσεις! Θα βρεις μια άλλη να κανείς παρέα και στο τέλος δεν θα θυμάσαι ούτε το όνομα μου.
Δαν: Ααα το έχεις κάψει τελείως σήμερα έτσι; Αλλά δεν πειράζει σε δικαιολογώ. Άκουσε με καλά τώρα... το έχουμε πει και το έχουμε ξαναπεί, μπορεί να μην με βλέπεις αλλά ξέρεις ότι πάντα θα είμαι εδώ για σένα όπως το φεγγάρι και τα αστέρια που πολλές φορές δεν τα βλέπεις αλλά ξες πως πάντα είναι εκεί!
Μαρ: Σ' αγαπώ ρε βλάκα μου! Θα μου λείψεις παραααααα πολύ.
Δαν: Και εμένα θα μου λείψεις ρε σκουλήκι! Είσαι το άλλο μου μισό!
Μαρ: Άμα είμαι εγώ το άλλο σου μισό ο παντρεμένος τι είναι;
Δαν: Ε δεν τρώγεσαι πια. Φεύγω;!
Μαρ: Συγνώμη αγάπη, μου ξέφυγε μην φύγεις!!

Εκείνη την ώρα ακούγεται από τα μεγάφωνα η αναγγελία της πτήσης μου.

Δαν: Θα μιλήσουμε καρδιά μου, θα σε πάρω όταν φτάσω εντάξει;
Μαρ: Εντάξει κολλητουλα μου. Καλό ταξίδι.

Αφού αγκαλιαζομασταν πέντε λεπτά με άφησε να φύγω.

Κοιτώντας έξω από το παράθυρο του αεροπλάνου δεν μπορώ να μην σκεφτώ τον πανέμορφο Ιταλό που γνώρισα την πρώτη μου μέρα στην πόλη. Βέβαια όπως ήταν φυσιολογικό δεν τον ξαναείδα από τότε αλλά δεν μπορώ να μην τον σκέφτομαι.

~~~
Σπίτι μου, σπιτάκι μου!
Φοβερή η Ρώμη αλλά σαν το σπίτι μου δεν έχει. Η Θεσσαλονίκη είναι μόνο μια!
Έχω αδειάσει τις βαλίτσες, έχω πάρει την μαμά και την άλλη την τρελή τηλέφωνο να τους πω ότι έφτασα, έχω παραγγείλει πίτσες και αφού κάτσω στον καναπέ παίρνω τον και τον Αχιλλέα.

Τι καλά που τον είχαμε ξεχάσει αυτόν.
Σκάσε Πόπη! Δεν τον ειχα ξεχάσει αφού μιλούσαμε κάθε μέρα.
Ναι για δυο λεπτά. Ωραία ήταν είχε ησυχάσει το κεφάλι μας!
Πόπη εσκαγες;
Μπαμ!
Γελάσαμε.

Όταν σε αντίκρισα...Where stories live. Discover now