14 Θεε μου...

21 5 0
                                    

Ο αριθμός ειναι γνωστός... Ειναι του Αλεξ... Υπάρχει σε καθε αφίσα εκδήλωσης στην σχολη. Κλεινω τα ματια μου και σκέφτομαι τι στο καλο να θελει... Ξανα.

Σηκωνομαι σέρνοντας τα ποδια μου και παω στο μπαλκόνι να μην ξυπνησω τον Δημήτρη. Ετοιμάζομαι να πατήσω το κόκκινο αλλα χωρις να θελω το δάκτυλό μου παταει την απάντηση

Βαζω το κινητό μου στο αυτι μου. Αυτη δεν είναι η φωνη του Αλεξ. Το αιμα φεύγει απο το σωμα μου μεχρι να καταλάβω "Εμμ γεια. Ειμαι ο Τεο ο φιλος του Αλεξ..."λεει ενα παιδι διστακτικά μεσα απο το τηλέφωνο
Μολις ακουω το όνομα βουρκωνω. Υπηρχε και η δικη του υπογραφή στα χαρτια...

"Ναι σε ξερω... Νομιζω" λεω και σκουπιζω ενα δακρυ που παλευε να κυλισει στο μάγουλο μου. "ολα καλα τι θελεις?" ρωταω σιγανα μην με ακουσει ο αλλος μεσα.

"Ο Αλεξ" λεει και παγωνω "Να... Απλα μέθυσε και ηρθε και σπαει το σπιτι στην Καππα και ειχαμε παρτυ και εδειρε και κατι τυπους επισης μεθυσμένους και εχει κλειστει σε ενα δωματιο... Και..."

" και? " λεω ανυπομονα
"και φωναζει το ονομα σου και να ερθεις εδω... " λεει και νιωθω τα ποδια μου να μουδιαζουν." Σε παρακαλώ Νανσυ δεν μπορει κανεις να τον ηρεμισει αν δεν ερθεις"

Δεν το πιστεύω ολο μου το ειναι φωνάζει να παω εκει αλλα δεν το πιστεύω... Δεν πιστεύω πως ο Αλεξ Κινγκ εχει συναισθήματα και...με χρειάζεται

Ειναι γελιο δεν με ξερει καν. Το μονο που ειμουν γιαυτον ηταν... Ενα παιχνίδι
Και αν αυτο ειναι αλλο ενα?
"Δεν μπορω να ερθω" λεω αποφασιστηκα. "Νανσυ γαμωτο." ακουω μονο και κλεινει η γραμμή. Παω πισω στο κρεβατι και σκεπαζομαι μιας και ακομα το βραδυ εχει ψυχρα.

Η ωρα ειναι 03:40. Στριφογυρναω στο κρεβάτι κανα μισάωρο. Δεν με παίρνει ο ύπνος. Στο μυαλο μου εχω την συζήτηση που ειχαμε πριν με τον Τεο.

Ξαφνικά ο ηχος του κινητου μου διαπερνά τα αυτιά μου. Κοιτάω τον αριθμό και καταλαβαίνω οτι ειναι ο Αλεξ. Βγαινω παλι στο μπαλκόνι.

"Τι στο καλο θες ειπα δεν ερχομαι" λεω αγανακτησμενη. "Γαμωτο σας ειπα να ερθει πουστιδες." "Εσεις φταίτε για ολα μαλακες με μπλεξατε"  "Γιατί δεν ερχεται θελω να της εξηγήσω γαμωτο"  Ακουω διάσπαρτες προτάσεις  "Φιλε δεν θελει να ερθει" "Νανσυ γαμωτο σε παρακαλωω ελα. Φερτε την εδω. ΝΑΝΣΥ ΣΥΓΝΏΜΗ" Η τελευταία προταση βγαζει νοκ αουτ την λογικη και κλεινω το τηλέφωνό. Φοραω τα ολσταρακια μου και αρχίζω να τρεχω.

Μετα απο ενα τεταρτο περιπου ειμαι εξω απο την καππα. Περνω μια ανασα γιατι νιωθω οτι θα πεσω κατω. Κοιταω μπροστά. Προβολείς φωτίζουν την αυλή. Περπαταω μεχρι την ορθάνοιχτη πορτα και μπαινω στο σαλονι.
Όλεθρος.

Πλαστικα κοκκινα ποτηράκια τσάκισμενα σε καθε εκατοστό του μισο διαλυμένου παρκε πατωματος. Παντου χυμενα ποτα. Σουτιεν πεταμενα πανω στα πορτατιφ. Πεταμενα χαρτια απο τραπουλες βρεγμένα απο αλκοολ. Υπερβολικα μεγάλη ποσότητα απο άδειες μπυρες και το καλύτερο; ΠΑΝΤΟΥ μεθυσμενα φοιτητοπαιδα λυποθημα.

Ανεβαίνω στον πανω οροφο και βλεπω δεκα ατομα εξω απο μια πορτα στο τελος του διαδρομου. Προχώραω μεχρι εκεί και γυρνανε ταυτόχρονα ολοι και με κοιτάνε. Μεσα σε αυτους ο Τεο, ο Ντυλαν, ο Τονυ και ο Κρις ο ξαδελφος μου. Ο οποιος οταν με βλεπει τρεχει και με περνει αγκαλιά. "Γαμω Νανσυ μου ελειψες." λεει και δακρυζω. Ειναι ο μονος που μου θυμίζει την μαμα μου.

Βεβαια λειπει πολυ γιατι κανει βλακειες και μετα πρεπει να κρύβεται. "Πήγαινε" λεει ο Τεο και τον στραβοκοιταω. "Μονη μου?" λεω και μου γνεφει. "Δεν πας καλα" λεω και κανω να φυγω αλλα με κραταει "Σε παρακαλώ" λεει και παίρνω μια βαθια ανάσα. Ακουμπαω το πομολο της πορτας και την ανοιγω ενω ο Ντυλαν με σπρώχνει και την κλεινει πισω μου.
Θεε μου...

Σε Μισω.Where stories live. Discover now