Ξημερώματα Χριστουγέννων και δεν μπορούσε να κοιμηθεί.
Αυτή η θλίψη σαν τούβλο βάραινε το στήθος και το μυαλό του. Είχαν δει πολλά τα μάτια της ψυχής του αυτές τις μέρες ώστε να μπορέσει να ηρεμίσει και να κοιμηθεί. Αγανακτισμένος πέταξε τα σκεπάσματα από πάνω του και σηκώθηκε. Έριξε λίγο νερό στο πρόσωπο του και προχώρησε στο σκοτάδι του σαλονιού του. Η όραση του είχε επανέλθει αν και μια δυσφορία ακόμη υπήρχε στη περιοχή των ματιών του.
Το αυτοκίνητο που σταμάτησε απέξω από το σπίτι του έλουσε με φως το σαλόνι πριν το βυθίσει ξανά στο σκοτάδι και πλησίασε στο παράθυρο προβληματισμένος. Τράβηξε την κουρτίνα και ανοιγόκλεισε κάμποσες φορές τα μάτια του σαστισμένος.
Με βιαστικά βήματα και ένα ελαφρύ τρέμουλο στο σώμα του πλησίασε την εξώπορτα και ξεχύθηκε προς το αυτοκίνητο. Άνοιξε την πόρτα του οδηγού απότομα και γονάτισε πάνω από το κορμί της εγγονής του που έκλαιγε με αναφιλητά όπως είχε γύρει πάνω στο τιμόνι και το είχε σχεδόν αγκαλιάσει.
-"Στεφανία!"
Η Στεφανία τον άφησε να την ανασηκώσει και να την μεταφέρει υποβασταζόμενη στο εσωτερικό του σπιτιού όπου την έβαλε να καθίσει στο καναπέ και έτρεξε να της φέρει ένα ποτήρι νερό.
Γονάτισε μπροστά της και απομάκρυνε το χείμαρρο των μαλλιών της από το μουσκεμένο της πρόσωπο.
-"Πες μου τι σου συμβαίνει. Όλα αντιμετωπίζονται καρδιά μου."
Απόγνωση .
Το κλάμα εντάθηκε δίχως λέξη από τα χείλια της να βγαίνει .
-" Ποιός σε έφερε σε αυτή τη κατάσταση παιδί μου;"
Δεν περίμενε με τίποτα όμως ότι αυτή η πρόταση του θα έκανε την εγγόνα του ν α σταματήσει απότομα το κλάμα, να σηκώσει το πρόσωπο της και με κόκκινα μάτια που πετούσαν φλόγες μίσους να τον κοιτάξει.
-"Ο γιόκας σου! Αυτός ο ελεεινός!" ούρλιαξε στο πρόσωπο του με παραμορφωμένη φωνή κάνοντας τον να πισωπατησει τρομαγμένος από το ξέσπασμα της.
Την κοίταξε προβληματισμένος να κρύβει ξανά το πρόσωπο της στις χούφτες της και ν α συνεχίζει το κλάμα της. Η σχέση μεταξύ του γιού του και της Στεφανίας ήταν σχέση απόλυτης λατρείας και δεν μπορούσε να καταλάβει τι θα μπορούσε να ήταν αυτό που επέφερε τέτοια ρήξη ανάμεσα τους.
-"Για όνομα του Θεού Στεφανία! Είναι χαράματα! Εξήγησε μου τι έγινε..." αν και η φωνή του στην αρχή χρωματιζόταν από αγανάκτηση στο τέλος είχε σπάσει. Με αρκετά παρακάλια ακόμα ο Στέφανος έμαθε...