Συμβουλή:Βάλτε να ακούσετε το τραγούδι ενώ διαβάζετε το παρτ
Pov Κωνσταντίνας
Δύο μέρες πέρασαν από την ημέρα που ήρθαμε στο νοσοκομείο. Ο Ορέστης τα ίδια δεν μπορώ να το συνειδητοποιήσω. Τώρα είναι 11 η ώρα το πρωί και είμαι στο νοσοκομείο με την κυρία Άννα τον Σωτήρη και την Βαλερια . Η Ευαγγελία πήγε σπίτι να αλλάξει. Σηκώνομαι από τις καρέκλες που καθόμουν και πάω στο τζαμί που βλέπει στο δωμάτιο που εχουν τον Ορέστη. Έχει πέσει σε κόμμα αναπνέει με μηχανική υποστήριξη. Από ότι μας έχουν πει είναι πολύ δύσκολα τα πράγματα. Χωρίς να το καταλάβω έχουν αρχίσει να τρέχουν δάκρυα από τα μάτια μου . Τα σκουπίζω και μετά από λίγο νιώθω κάποιον δίπλα μου γυρνάω και βλέπω τον Σωτήρη . Πάω κοντά του και με παίρνει αγκαλιά.
Σ - Κωνσταντίνα τι θα κάνουμε αν φύγει?
Απομακρύνομαι από κοντά του και τον κοιτάω.
Κ - Σωτήρη μην μιλάς έτσι θα γίνει καλά. Εσύ θα έπρεπε να ξέρεις πρώτος από όλους ότι είναι δυνατός και δεν το βάζει κάτω.
Σ - δεν ξέρω . Αχχ θεε μου βοήθησε τον
Βλέπω την Βαλερια να μας πλησιάζει και μπαίνει στην αγκαλιά του Σωτήρη.
Β - θέλετε να πάμε να φάμε κάτι?
Κ - εγώ δεν πεινάω
Σ - εγώ θέλω ένα καφέ μόνο
Β - ελάτε ρε παιδιά πάμε να φάμε
Κ - βρε Βαλερια δεν πεινάω
Β - Κωνσταντίνα μου έχεις να φας από χθες το απόγευμα
Κ - μην αγχώνεσαι για μένα είμαι καλά
Την βλέπω να αναστενάζει και δεν μιλάει.
Καθόμαστε και οι τρεις και απλά κοιτάμε τον Ορέστη που είναι ξαπλωμένος μέσα.
Μετά από λίγο ακούμε φωνές και βλέπουμε την Ευαγγελία τον Άρη και την μαμά της Ευαγγελίας .
Α - Γεια σας
Κ. Αν- καλώς τους
Ε - Καλημέρα
Α- ήρθε κανένας γιατρός?
Κ - όχι έχουν να έρθουν από χθες το πρωί
Β - λοιπόν τώρα που ήρθατε και εσείς πάμε να φάμε όλοι μαζί πρωινό?
Α - Ναι γιατί έχω μια πείνα
Ε - εγώ δεν έχω και πολύ όρεξη αλλά πάμε
Σ- εγώ δεν θελω στο είπα από πριν Βαλερια .
Εγώ δεν μιλούσα απλά κοιτούσα στο κενό.
Α - ρε μαλακα και εσύ. Η Κωνσταντίνα έχει να φάει από χθες πρέπει να την πάμε να φάει.
Λέει ο Άρης χαμηλόφωνα για να μην τον ακούσω αλλα εγω τον ακουσα .Γυρναω και τον κοιταω αγριεμένα .
Α - μην με κοιτάς εμένα έτσι γιατί άμα μάθει ο Ορέστης ότι δεν σε πιεζαμε να φας εμείς θα φάμε ξύλο Όχι Εσύ για αυτό πάμε όλοι να φάμε.
Κ - μα δεν πεινάω δεν κατεβαίνει μπουκιά.
Ε- τρώγοντας έρχεται η όρεξη.
Κ - ρε Ευαγγελία και εσύ.
Η Βαλερια με πιάνει αγκαζέ και με κοιτάει χαμογελαστά
Β - πάμε για πρωινό
Σ - άντε πάμε . Κύρια Άννα εμείς παμε να φάμε κάτι και θα ξανά έρθουμε
Κ.Αν- να πάτε παιδιά μου
Κ - θέλετε να σας φέρουμε κάτι και εσάς?
Ε - Ναι θεία μου ένα κουλούρι?
Κ. Αν- Όχι ευχαριστώ πολύ παντως
Προχωράμε και βγαίνουμε από το νοσοκομείο πάμε σε ένα φούρνο κοντά στο νοσοκομείο. Εγώ πήρα ένα κουλούρι και έναν χυμό και οι άλλοι κάτι πίτσες τυρόπιτες ντόνατ μόνο που τα έβλεπα μου έρχεται να κάνω εμετό.
Β - Κωνσταντίνα θες λίγο πίτσα?
Κ - όχι ευχαριστώ θα φάω το κουλούρι μου
Σ - Βαλερια είναι ωραία?για φέρε να δοκιμάσω
Β - έλα μωρό μου πάρε
Α - Ευαγγελία εσύ θα μου δώσεις λίγο να δοκιμάσω?
Ε - πριτσ να πας να πάρεις αυτήν είναι δικιά μου .
Β - χαχχαχα την πήρες την απάντηση σου .
Έβλεπα τα παιδιά προσπαθούσαν να μου φτιάξουν την διάθεση αλλά μάταια. Πώς γίνεται Ο Ορέστης να είναι στο νοσοκομείο να μην ξέρουμε καν αν θα ζήσει και εγώ να προσπαθώ να είμαι καλά μου είναι αδύνατο. Θέλω να φύγω να μεινω λίγο μόνη μου .
Β - Κωνσταντινακι τι έγινε τι σκέφτεσαι?
Κ - Τίποτα απλά μετά από εδώ θα πάω μια βόλτα να περπατησω.
Ε - θέλω και εγώ
Κ - αν δεν σας πειράζει θα ήθελα να πάω μόνη μου .
Α - εννοείται να πας.
Αφού έφαγαν και τα παιδιά σηκωθηκαμε να φύγουμε.
Κ - εγώ θα σας αφήσω δεν θα αργήσω να γυρίσω
Ε - σίγουρα δεν θέλεις να έρθουμε μαζί σου?
Κ - ναι σίγουρα. Άντε θα τα πούμε σε λίγο.
Ξεκινάω να περπατάω σε αντίθετη κατεύθυνση από τα παιδιά. Με το που απομακρύνομαι τρέχουν δάκρυα από τα μάτια μου . Γιατί να συμβεί κάτι τέτοιο. Καθώς προχωρούσα μου ερχόταν όλο αναμνήσεις μαζί του. Κάθομαι σε ένα παγκάκι και αγκαλιάζω τα γόνατα μου . Γιατί να μην ήταν εδώ να με πάρει μια αγκαλιά και να μου πει ότι θα είναι δίπλα μου ότι όλα θα πάνε καλά γιατί? Να μου δώσει ένα φιλί και να ηρεμώ τον θέλω δίπλα μου .
Μετά από 2 ώρες ήμουν ακόμα σε εκείνο το παγκάκι μέσα στο κρύο να θυμάμαι όλα όσα ζήσαμε μαζί. Νιώθω το κινητό μου να χτυπάει και αφού βλέπω ότι είναι η μαμά το σηκώνω.
Αρχή κλήσης....
Μ - Κωνσταντίνα μου
Κ - έλα μαμά
Μ - που εισια ήρθαμε στο νοσοκομείο και μας είπαν τα παιδιά ότι πήγες βόλτα
Κ - Ναι ήθελα να μείνω λίγο μόνη μου
Μ - είσαι καλά θες να έρθω?
Κ - όχι μαμά έρχομαι εγώ.
Μ - εντάξει αγάπη μου σε περιμένουμε.
Αφού το κλείνω σκουπίζω τα μάτια μου και ξεκινάω να πάω στο νοσοκομείο. Μετά από λίγο φτάνω μπαίνω μέσα και πάω στον όροφο που είναι το δωμάτιο εκεί είναι οι γονείς μου οι γονείς του Ορέστη και τα παιδιά. Τους πλησιάζω και μπαίνω στην αγκαλιά της μαμάς μου.
Μ - αχχ το κοριτσάκι μου
Κ - μαμά μου
Μ - τι είναι αγάπη μου?
Κ - φοβάμαι
Μ - σουτ όλα θα πάνε καλά.
Β - Αγάπη πως είσαι?
Κ - πως να ειμαι δηλαδή. Μαμά ο μπαμπάς που είναι?
Μ - πήγε να πάρει καφέ με τον Αντώνη και θα έρθουν.
Μετά από αυτό δεν μίλησε κανένας και απλά ο καθένας είχε βυθιστεί στις σκέψεις του . Ο Σωτήρης περνάει πολύ δύσκολα το καταλαβαίνω έχει πέσει στα πατώματα. Η κυρία Άννα προσπαθεί να δείχνει καλά γιατί υπάρχει και η Σοφία Ο κύριος Αντώνης δίνει κουράγιο σε όλους μας σαν να είναι 100 % σίγουρος ότι θα γίνει καλά. Η Ευαγγελία είναι χάλια και αυτήν. Και η καημένη η Βαλερια προσπαθεί να μας φτιάξει την διάθεση ενώ εγώ ξέρω πολύ καλά ότι φοβάται εξίσου το ίδιο με εμάς. Νιώθω τα μάτια μου να βαραίνουν και ξαπλώνω τα πόδια της μαμάς μου .
****
Κάποια στιγμή ανοίγω τα μάτια μου και κοιτάω αριστερά δεξιά και είμαι σε ένα πάρκο κάθομαι στο γρασίδι μακριά διακρίνω την μορφή του Ορέστη με ένα παιδάκι να το έχει στην αγκαλιά του. Σηκώνομαι και τους πλησιάζω τον ακουμπάω στον ώμο του και γυρνάει να με κοιτάξει.
Κ - Ορέστη?
Δεν μου μιλάει αφήνει το παιδάκι από την αγκαλιά του και μου πιάνει το χέρι.
Ο - θα φύγω.
Κ - τι λες Ορέστη που θα πας ?
Ο - Αγάπη μου δεν αντέχω τον πόνο. Ποναω παντού και πονάω ακόμα πιο πολύ που δεν μπορώ να σε σφίξω στην αγκαλιά μου.
Κ - Ορέστη δεν θα πας πουθενά τι θα κάνω χωρίς εσένα?
Ο - θα συνεχίσεις την ζωή σου . Ξέρω ότι είναι δύσκολο αλλά θα το κάνεις.
Απομακρύνεται απ κοντά μου προσπαθώ να τρέξω αλλά δεν μπορώ να κουνήσω τα πόδια μου .
*** Ανοίγω απότομα τα μάτια μου και δάκρυα αρχίζουν να τρέχουν σηκώνομαι όρθια και η μαμά με παίρνει αγκαλιά.
Μ - σσσσ ηρέμησε κορίτσι ένα όνειρο ήταν ηρέμησε
Κ - μαμά δεν ήταν όνειρο ήταν εφιάλτης
Λέω μέσα στα αναφιλητά μου . Μας πλησιάζει η Βαλερια.
Β - Κωνσταντίνα μου εισια καλά?
Κ - θέλω να πάω να τον δω
Μ - δεν μας αφήνουν δεν είναι ώρα για το επισκεπτήριο
Κ - μαμά δεν με νοιάζει θέλω να μπω μέσα .
Κ.Αν- Τι έγινε Ελίζα? Κωνσταντίνα μου .
Μ - θέλει να πάει να δει τον Ορέστη
Κ - σας παρακαλώ κυρία Ελίζα μιλήστε στο γιατρό να με αφήσει μόνο 5 λεπτά
Κ .Αν - τώρα θα πάω κορίτσι μου ηρέμησε.
Απομακρύνεται από κοντά μας μαζί με την μαμά μου και μένω μόνη με την Βαλερια .
Β - για πες τι όνειρο είδες?
Κ - είπε ότι θα φύγει οτι πονάει δεν θα αντέξει άλλο.
Β - ένα όνειρο ήταν δεν θα φύγει ησύχασε.
Μετά από λίγο βλέπω την μαμά και την κυρία Άννα και τον γιατρο να μας πλησιάζουν .
Κ - αφήστε με σας παρακαλώ να μπω για λίγο.
Γ - θα σε αφήσω να μπεις για 10 λεπτά.
Κ - σας ευχαριστώ.
Μου ανοίγει την πόρτα και μπαίνω μέσα καθόλου στην καρέκλα δίπλα από το κρεβάτι και του πιάνω το χέρι.
Κ - Ορέστη μου άντε βρε αγάπη μου σήκω να φύγουμε από εδώ μέσα να πάμε σπίτι να ξαπλώσουμε αγκαλιά σήκω. Μην νομίζεις ότι δεν είναι θυμωμένη μαζί σου που δεν μου είπες τίποτα ολο αυτόν τον καιρό για τους αγώνες αλλά μάλλον η αγάπη μου είναι πιο δυνατή από τον θυμό μου. Δεν ξέρω τι μου λείπει περισσότερο θέλω να σηκωθείς και να σ ακούσω να μου γελάς όπως τότε όπως τα βράδια που δεν έκλεινα το τηλέφωνο μέχρι να μου πεις πως μ αγαπας και πως το κρεβατι σου έχει πολύ χώρο όταν λείπω και δεν σε βολεύει. Μου λείπουν οι συζητήσεις μας μέχρι το πρωί που μου έλεγες " πήγαινε για ύπνο είναι αργά " τα " να περάσεις καλά " τα "να προσέχεις στο δρόμο " οπως και τα " στείλε μου όταν φτάσεις να δω αν είσαι καλά " . Δεν θα πάψω ποτέ να σ αγαπώ είμαι κάτι παραπάνω από ερωτευμένη μαζί σου δεν μπορώ να περιγράψω το πως νιώθω με λέξεις . Θα σε περιμένω μέχρι να ξυπνήσεις θα έρχομαι κάθε μέρα με την ελπίδα ότι θα έχεις ξυπνήσει ακόμα και να περάσουν μήνες δεν θα σταματήσω να ελπίζω θα είμαι κοντά σου .
Σκουπίζω τα δάκρυα μου και συνεχίζω τον μονόλογο μου γιατί ξέρω ότι με ακούει.
Κ - ξερεις ειδα ένα όνειρο και μου έλεγες ότι θα φύγεις επειδή πονάς αν πάθεις κάτι δεν θα στο συγχωρέσω ποτέ να το ξέρεις. Σε χρειάζομαι δίπλα μου . Μου λείπεις κάθε μέρα και πιο πολύ . αύριο θα μου λείπεις δέκα φορές περισσότερο καθε μερα και περισσότερο . Πώς θα ξυπνήσω αύριο χωρίς το χάδι σου? Πως θα κοιμηθώ χωρίς την καληνύχτα σου? Πως θα νιώσω χωρίς τα χέρια σου μπλεγμένα στα δικά μου ? Πως ?
Πάω κοντά του τον φιλάω και βγαίνω πάλι έξω στον κρύο διάδρομο του νοσοκομείου ελπίζοντας.. Βλέπω το μπαμπά μου και τον κύριο Αντώνη να συζητάνε και πάω κοντά του .
Κ - μπαμπά μου ?
Μπ - έλα κοριτσάκι μου
Κ.Αντ - Κωνσταντίνα μου πως εισια ?
Κ - πως να ειμαι κύριε Αντώνη προσπαθώ.
Κ .Αντ - κορίτσι μου μην φοβάσαι Ο γιος μου είναι δυνατός είναι σκληρό καρύδι μην τον φοβάσαι .
Μπ - έχει δίκιο ο Αντώνης Κωνσταντίνα μου κάτι παραπάνω θα ξέρει γιος του είναι.
Κ - για να το λέτε εσείς. Πείτε μου η Σοφία τι κάνει?
Κ.Αντ- τι να κάνει τον ζητάει συνέχεια πάει στο δωμάτιο μου και ξαπλώνει στο κρεβατι του για να κοιμηθεί.
Τρέχουν δάκρυα από τα μάτια μου αλλά τα σκουπίζω γρήγορα.
Κ - κάποια στιγμή θα περάσω από εκεί να την δω .
Κ . Αντ - οπότε θέλεις. Χθες το βράδυ που πήγα να την βάλω στο κρεβατι της για να κοιμηθεί μου είπε ότι μια μέρα ήρθε στο δωμάτιο του Ορέστη και κοιμόμασταν αγκαλιά και ήθελε να τρυπώσει ανάμεσα σας αλλά δεν το έκανε γιατί δεν ήθελε να σας ξυπνήσει και μου λέει το μετάνιωσα μπαμπά που κοιμήθηκα μαζί τους .
Κ - Του έχει πολύ αδυναμία.
Κ. Αντ - παρά πολύ.
Μ - εππ τι λέτε εδώ εσείς?
Μπ - εδώ λέγαμε για την Σοφία.
Κ .Αν - αφήστε τον ζητάει συνέχεια
Μ - άμα θέλεις μπορώ να έρθω να της μιλήσω.
Κ - Ναι καλό θα της έκανε ούτος ή άλλος η μαμά είναι συνηθισμένη σε αυτά.
Κ. Αντ- νομίζω ότι χρειάζεται ψυχολογική υποστήριξη εεε Άννα??
Κ. Αν- Ναι θα το κανονίσουμε.
Κ - Λοιπόν σας αφήνω να πάω λίγο στα παιδιά.
Φεύγω από κοντά τους και πάω στα παιδιά που καθόταν στις καρέκλες.
Ε - ήρθες Κωνσταντίνα μου ?
Κ - Ναι
Α - σήμερα πάμε όλοι στα σπίτια μας να κοιμηθούμε.
Κ - εγώ πήγα χθες σήμερα δεν φεύγω
Β - Κωνσταντίνα μου δείχνεις χάλια πρέπει να πας να ξεκουραστείς
Ε - ούτε εγώ θα πάω.
Α - Ευαγγελία εσύ ούτε να το σκέφτεσαι δεν υπάρχει περίπτωση να μείνεις 4 βράδυ συνεχόμενο .
Ε - Άρη θα μείνω εδώ δεν πάω σπίτι.
Α - Ευαγγελία πάμε λίγο έξω να μιλήσουμε ιδιαιτέρως.
Σηκώνονται τα παιδιά βγαίνουν έξω και η Βαλερια κάθεται δίπλα μου.
Β - Κωνσταντίνα
Κ - όχι βαλερια δεν πάω σπίτι
Β - βρε κορίτσι μου πήγαινε κανε ένα μπάνιο κοιμήσου λίγο και ξανά έλα το πρωί. Πες και εσύ βρε Σωτήρη.
Σ - Κωνσταντίνα η Βαλερια έχει δίκιο πρέπει να πας να ξεκουραστείς με το να κάθεσαι εδώ δεν βγάζεις και τίποτα
Κ - όχι παιδιά δεν πάω πουθενά
Σ - ερε κοίτα ξεροκεφαλη ίδιοι είστε
Κ - μμμ ναιι. Τι ώρα έχει πάει?
Β - είναι 6 και 20
Κ - πως περνάει έτσι η ώρα και εμείς ακόμα εδώ.
Μ - Κωνσταντίνα μου εμείς θα φύγουμε με τον μπαμπά
Κ - να πάτε να ξεκουραστείς κιόλας γιατί μην ξεχνάς έχεις και το μπεμπακι.
Β - οι άλλοι να πάνε να ξεκουραστούν εσύ όμως
Κ - σουτ εσύ.
Μπ - κωνσταντινακι εσύ δεν θα έρθεις σπίτι να ξεκουραστείς?
Κ - όχι μπαμπά αύριο θα έρθω να κάνω ένα μπάνιο.
Μ - Κωνσταντίνα μου
Κ - μαμά σε παρακαλώ
Μ - εντάξει εντάξει άντε φιλάκια παιδιά θα τα πούμε
Τους βλέπω να απομακρύνονται και κλείνω το πρόσωπο μου με τα χέρια μου .
Β - Κωνσταντίνα σκέψου θετικά με το να είσαι απαισιόδοξη δεν βγάζει πουθενά.
Κ - Βαλερια όσο και να θέλω να σκεφτώ δεν μπορώ μου είναι αδύνατον.
Σ - Κορίτσια σας παρακαλώ σταματήστε Ο Ορέστης είναι δυνατός θα τα καταφέρει . Τέλος
Δεν μιλάει κανένας τι να πει ? Τον βλέπουμε ότι υποφέρει . Βλέπω την Ευαγγελία και τον Άρη να έρχονται κοντά μας .
Κ - τι θα κάνεις Ευαγγελία μου τελικά?
Ε - θα μείνω.
Κ - όπως νομίζεις.
Α - εγώ θα φύγω και θα έρθω το πρωί εντάξει μωρό μου?
Ε - Ναι να πας .
Α - άντε παιδιά θα τα πούμε αύριο.
Σ - Γεια
Β - τα λέμε. Σωτήρη δεν πάμε και εμείς σιγά σιγά πήγε 8 η ώρα.
Σ - σε λίγο θα φύγουμε.
Β - εντάξει.
Η ώρα περνούσε βασανιστικά αργά και εκεί που σκεφτόσουν κάτι άλλο ήταν σαν να ερχόταν κάποιος να σου έδινε δύο χαστούκια και επέστρεφες στην πραγματικότητα. Κατά τις δώδεκα έφυγε ο Σωτήρης με την Βαλερια και τον κύριο Αντωνη και έμεινα εγώ με την Ευαγγελία και την κυρία Άννα.~^~^~
Νέο κεφάλαιοΈνα παρτ λιγάκι καταθλιπτικό θα έλεγα.😖Είδαμε τις σκέψεις και τις ανησυχίες της Κωνσταντίνας😥Τι θα γίνει στην συνέχεια;;😟
Θα τα πούμε σύντομα.Φιλάκια💋💋
YOU ARE READING
Ότι ονειρευόμουν...
Teen FictionΧτυπάω την πόρτα ξανά χτυπάω αλλά απάντηση δεν παίρνω πάω να φύγω αλλά ανοίγει η πόρτα από το μπάνιο και βλέπω τον Ορέστη με μόνο μια φόρμα και από πάνω τίποτα το μάτι μου πάει κατευθείαν στους κοιλιακούς του Ο-με ήθελες κάτι? Κ-εεεεε Όχι οχι εντάξε...