Θέλω χρόνο

14 2 0
                                    

Τα λόγια της μητέρας μου ήταν το τελευταίο που θυμάμαι, έκλεισα τα μάτια μου και αφέθηκα στα χέρια του Μορφέα.
Ο υπέροχος βαθύς ύπνος γεμάτος με όμορφα φωτεινά όνειρα ήταν ο λόγος που όταν κατέβηκαν οι γονείς μου για πρωινό με βρήκαν στην κουζίνα και μάλιστα να βοηθάω τη Μαρία στις ετοιμασίες.
- Καλημέρα, είπα και τους έδωσα από ένα πεταχτό φιλί.
Η μητέρα μου κοίταξε απορημένη τον πατέρα μου, που με ψεύτικη έπαρση της απάντησε καθώς τραβουσε την καρέκλα του:
- Τι απορείς; Αφου είμαι όμορφος!!!
Γελασαμε όλοι, με τη μαμά μου να συμπληρώνει....
-Όμορφος αλλά παππούς!!!
Με το που τελειώσαμε το πρωινό έστειλα μήνυμα στην Αναστασία πως θέλω να μιλήσουμε και αν ήθελε να περάσω από το σπίτι της για να τα λέμε καθώς παμε στο σχολείο. Άνοιξα την πόρτα να βγώ και την είδα να ανεβαίνει τα σκαλιά με το κινητό της να κάνει τον χαρακτηριστικό ήχο.
Αφου διάβασε το μήνυμα μου χαμογέλασε και μου είπε
-Καλημέρα Βίκυ, σε πρόλαβα εγώ!
-Καλημέρα Αναστασία! Χαίρομαι που σε βλέπω!
- Στο δρόμο για το σχολείο, της τα εξήγησα όλα όσα έγιναν την προηγούμενη μέρα, η αλήθεια είναι πως δεν ήξερα τι να περιμένω, δεν γνώριζα αν τρέφει ακόμη αισθήματα για τον Κωνσταντίνο ή αν με έκρινε αυστηρά για τον Τιμ.
Όταν τελείωσα είχαμε φτάσει έξω από την μεγάλη πύλη. Σταμάτησα και γύρισα να την κοιτάξω. Μέχρι εκείνη τη στιγμή είχα το κεφάλι μου κρυμμένο μέσα στην κουκούλα του μπουφάν και τα μάτια μου χαμηλά.
Τα λόγια της με ξάφνιασαν.
- Το ήξερα, από την πρώτη στιγμή που σας είδα με τον Τιμ κατάλαβα ότι δεν έχετε μέλλον. Μάλιστα είχα την εντύπωση πως τον τελευταίο καιρό ήσουν μαζί του περισσότερο για την παρέα μας παρά για την σχέση σας.
Πριν προλάβω να πω λέξη συνέχισε το μονόλογο της...
-Ο Κωνσταντίνος είναι για εμένα ένα λάθος από το παρελθόν μου, οχι γιατί είναι κακό παιδι αντίθετα είναι ένας υπέροχος φίλος και είναι ο λόγος που άρχισα να πιστεύω πάλι στους ανθρώπους. Εγώ ήμουν μαζί του για λάθος λόγους... Και του χρωστάω μια μεγάλη συγγνώμη για αυτό...
Την κουβέντα μας διέκοψε ο Τιμ.
- Καλημέρα, είπε. Η εικόνα του δεν ήταν αυτή που μας είχε συνηθίσει, έδειχνε πολύ κουρασμένος, τα μαλλιά του ήταν ακατάστατα και δυο μεγάλοι μαύροι κυκλοι κάνανε τα όμορφα μάτια του να δείχνουν θλιμμένα.
- Πριν πεις κάτι, εδώ μπροστά στην Αναστασία θέλω να σου ζητήσω συγγνώμη για ότι έγινε χθες. Καταλαβαίνω πως δεν θέλεις να είσαι άλλο μαζί μου και για να είμαι ειλικρινής ούτε εγώ θέλω να είμαι σε αυτή την σχέση. Στην αρχή ήμουν ενθουσιασμένος στη συνέχεια σε ερωτεύτηκα, σε ερωτεύτηκα περισσότερο από όσο νόμιζα πως μπορώ να ερωτευτώ κάποια κοπέλα. Αυτά που ένοιωσα για εσένα με τρόμαξαν, ο κόσμος μου κατέρρευσε εκείνο το βράδυ που σε είδα στο ροκ καφέ με τον αδερφό σου και τον Κωνσταντίνο. Τότε κατάλαβα πως σε αυτή τη σχέση δεν είμασταν ίσοι, πόσο μάλλον να έχω εγώ το πάνω χέρι όπως είχα μάθει μέχρι τότε... Ένοιωθα να σε θαυμάζω, σε έβλεπα να είσαι δίπλα μου χωρίς να έχεις αλλάξει όλους αυτούς τους μήνες, ήσουν το ίδιο απόμακρη, το ίδιο μοναχική το ίδιο μυστήρια όπως όταν σε πρωτογνώρισα σε εκείνο το καλοκαιρινό παρτυ... Το βλέμμα του έγινε σκληρό, τα χέρια του πήγαν μηχανικά στις τσέπες του μπουφάν του, έκανε να φύγει μα πριν απομακρυνθεί γυρισε προς το μέρος μου με κοίταξε στα μάτια και είπε..
-Εχω μάθει να με θαυμάζουν και όχι να θαυμάζω... Εσυ με άλλαξες... Εγώ, και τόνισε ιδιαίτερα το εγώ δείχνοντας με το δάχτυλο του το στήθος του, δεν θέλω να αλλάξω.
Τον βλέπαμε να απομακρύνεται και να φευγει απο το σχολείο, σίγουρα δεν ήταν η εικόνα του, αυτή που θέλει να βλέπουν οι γύρω του. Δεν είπαμε λέξη μόνο κοιτάξαμε η μία την άλλη και προχωρήσαμε προς την αυλή. Έπρεπε να βρω τον Κωνσταντίνο, ένοιωθα πως δεν ήταν η ώρα να κάνω το βήμα παραπάνω μαζί του, ήθελα χρόνο...
Οι δυο πρώτες ώρες πέρασαν χωρίς να συναντήσω κανένα, ακόμη και η Αναστασία εξαφανιζόταν με το χτυπημα του κουδουνιού. Στο τρίτο διάλειμμα όμως ακριβώς έξω από την αίθουσα με περίμενε μια έκπληξη, ο Τιμ στεκόταν ακουμπησμένος στον τοίχο ντυμένος όπως τον έχουμε συνηθίσει όλοι, με το λαμπερό χαμόγελο να στολίζει το πρόσωπο του. Όταν με είδε να βγαίνω ήρθε κοντά μου με έκανε μια αγκαλιά και μου είπε στο αυτί
- Η Αναστασία μου είπε πως το πρωι ήθελες να μου μιλήσεις αλλά σε πρόλαβα εγώ. Τι ήθελες να μου πεις;
- Ας περπατήσουμε κάπου ήσυχα και θα στα πω όλα.
Ένιωθα πολύ περίεργα για την αλλαγή στη συμπεριφορά του, αλλά σκεφτόμουν ότι η Αναστασία θα είχε βάλει το χέρι της.
Βρήκαμε ένα παγκάκι και άρχισα να του λέω όλα αυτά που τόσο καιρό με έκαναν και απομακρύνθηκα από τη σχέση μας, ήθελα να μας δώσω την ευκαιρία να είμαστε φίλοι ώσπου ξαφνικά με διέκοψε..
- Όλα αυτά τα ένιωσες πριν ή μετά που τσιμπίθηκες με τον μυστηριώδη δάσκαλο που τυχαία είναι ο διάσημος φίλος σου;
Τα λόγια του ήταν γεμάτα ειρωνία και κακία. Αμφισβητούσε την πίστη μου στο προσωπο του και με κατηγορούσε πως ήμουν σαν όλες τις κοπέλες που κάνει παρέα και είναι με κάποιον μόνο αν είναι ιν και όμορφος.
Έμεινα να τον κοιτάζω, δεν φανταζόμουν ποτε ότι μπορούσε να με δει τόσο επιφανειακά. Θυμωσα, ναι ένοιωσα θυμό, οχι για αυτόν αλλά για εμένα που τόσο καιρό δεν έβλεπε το ποσο ανώφελο ήταν να μένω σε αυτή την σχέση. Δεν απάντησα, σηκώθηκα και με αργά βήματα έφυγα από κοντά του. Με την άκρη του ματιού μου είδα τον Νίκο και την Αναστασια να με κοιτάζουν... Συνέχισα να περπατάω , ξαφνικά ένοιωσα να με κοιτάζει όλο το σχολείο, ήμουν εκτεθειμένοι στη μέση της αυλής και δεκάδες μάτια να είναι καρφωμένα πανω μου. Ήξερα πως κάνω το σωστό, δεν με ενοιαζε τι μπορεί να σκέφτονται για εμένα ακόμη όμως και έτσι μου ηταν δύσκολο να μη λυγισω. Πριν όμως προλαβουν τα δάκρυα μου να εμφανιστουν ένα χέρι πέρασε πανω απο τον ώμο μου και με έσφιξε πανω του.
Σήκωσα το κεφάλι μου και είδα το προσωπο του Κωνσταντίνου, οπως παντα χαμογελαστό να κοιτάει ευθεία μπροστά. Περπάτησα στο πλάι του, για μια ακόμα φορά ήταν δίπλα μου προστατεύοντας εμένα από τα αδιάκριτα μάτια, εμένα που ποτέ δεν ενδιαφέρθηκα τόσα χρόνια να μάθω τι αγαπάει να κάνει τον ελεύθερο χρόνο του, εμένα που ποτε δεν τον κάλεσα να βγουμε έξω μαζι, εμένα που ποτε δεν σήκωσα το κεφάλι να δω ποσο σπουδαίος άνθρωπος είχε γίνει...
Όταν πλέον ειμασταν σε μέρος που δεν μας έβλεπε κανείς με άφησε απαλα και
χωρίς να πει λέξη στάθηκε απέναντι μου.
- Ευχαριστώ και συγγνώμη. Το βλέμμα μου χαμήλωσε τα χείλια μου ετρεμαν και η φωνή μου έσπασε...
- Εγώ σε ευχαριστώ που υπάρχεις στη ζωή μου. Αν μια μέρα δεν σε δω για εμένα είναι χαμένη μέρα.
Τα λόγια του με ξάφνιασαν, δεν περίμενα να έχει τετοια αισθήματα για εμένα και τόσα χρόνια να μην έχω καταλάβει το παραμικρό...
Με πλησίασε, άφησε ένα απαλό φιλι στο μάγουλο μου και έφυγε...
Την υπόλοιπη μέρα έφυγα από το σχολείο, δεν ήθελα να δω κανέναν, ήθελα να σκεφτώ... Ήθελα τον χρόνο μου. ..

ΕκείνηWhere stories live. Discover now