Στάθηκε απέναντι από τον καθρέπτη, αντιμετωπίζοντας τον εαυτό του.
Η όψη του θύμιζε νεκρό. Ένα γυμνό κορμί αντιμέτωπο με την πραγματικότητα. Πολλά σημάδια, βαθειές χαρακιές σε ένα τόσο όμορφο σώμα, σε μια από τις πιο αθώες ψυχές.
Κοίταζε τον εαυτό του, χωρίς συναισθήματα. Ένα δάκρυ κυλούσε στο μάγουλο του, κάτι που ούτε ο ίδιος δεν καταλάβαινε. Γιατί κυλάει; Δεν έχει κανέναν σκοπό για να υπάρχει. Κάνει τα πράγματα χειρότερα, παραδέχεται την αδυναμία. Αγανακτισμένος στο δάκρυ το σκούπισε, μη παίρνοντας το βλέμμα του από τον ίδιο.
Δεν ήταν αυτός. Όχι, το άτομο που παρουσιαζόταν στον καθρέπτη δεν ήταν ο ίδιος. Πότε δεν ήταν τόσο όμορφος, τόσο δυνατός, τόσο μοχθηρός. Δεν γνώριζε πως να αγαπήσει τους ανθρώπους, δεν γνώριζε πως να αγαπήσει την ζωή. Ούτε να την μισήσει γνώριζε. Στεκόταν άδειος, κουρασμένος να παρατηρεί το είδωλο του στον καθρέπτη.
Αυτός που έβλεπε δεν ήταν ο ίδιος. Ήταν μια άλλη εκδοχή του εαυτού του, μια εκδοχή που εξαφανίζεται και εμφανίζεται τρελαίνοντας τον. Βαρέθηκε να τον βλέπει, κουράστηκε να αναρωτιέται γιατί τον παρακολουθεί.
Κοίταζε τον ξένο εαυτό του στον καθρέπτη και σκεφτόταν. Πώς γίνεται ένα αντικείμενο να κρύβει έναν άνθρωπο; Πώς γίνεται ένας κοινός θνητός να στοχοποιηεί και πληγώνει έναν άλλο; Πόσο μάλλον όταν ένας εαυτός καταστρέφει έναν άλλο.
Όλη του τη ζωή, ο καθρέπτης τον σκότωνε. Η όψη του πάντα πρόδιδε τα αισθήματα του. Οι χαρακιές του, η ραγισμένη καρδιά, κάποτε κατάφερνε να αστειεύεται με την κατάντια του, πλέον ούτε να χαμογελάσει δεν μπορεί.
Έσφιξε στα χέρια του το μικρό όπλο. Έτρεμε. Όπως πάντα έτρεμε, με κρύο ιδρώτα να τρέχει από το μέτωπο του.
Έκρυβε τον θυμό του από τον καθρέπτη. Αρνιόταν να δείξει τον πόνο του σε αυτό το τρομακτικό, περίεργο υποκείμενο στην επιφάνεια του.
Δεν είχαν μιλήσει ποτέ. Ο ξένος ποτέ δεν μιλούσε με το αγόρι. Τον απέφευγε, γιατί άλλωστε να μιλήσει με κάποιον που καταστρέφει; Γιατί να του πει τα μυστικά του; Γιατί να του πει τον λόγο που τον πονάει τόσο πολύ;
Ψυθίρισε κάτι. Ένας μικρός ψύθιρος που ούτε ο ίδιος δεν κατάφερε να ακούσει, αποδυνάμωσε κι άλλο τον νεαρό. Πιθανό να τον είπε άχρηστο, ανίκανο, νεκρό.
Νεκρό; Πώς γίνεται να αποκαλείς κάποιον έτσι από την στιγμή που αναπνεύει. Μάλλον θα έπρεπε να ήταν νεκρός. Μάλλον ήταν μια σπατάλη, ένα απλό λάθος.
ESTÁS LEYENDO
𝒏𝒐𝒕 𝒇𝒆𝒆𝒍𝒊𝒏𝒈 𝒍𝒊𝒌𝒆 𝒔𝒎𝒊𝒍𝒊𝒏𝒈
De TodoΔεν έμεινε πολύ. Λίγο ακόμα. Λίγο ακόμα και θα φτάσω το τέλος. Λίγο ακόμα και θα σταματήσει να πονάει. Θα επουλωθούν οι πληγές, τα μαχαίρια δεν θα χαράζουν το δέρμα μου. Ο κόσμος θα μαυρίσει, ρίχνοντας τη μάσκα του. Σιωπή θα αντικαταστήσει τα γέλια...