24. Πόλεμος: Ημέρες Τρία και Τέσσερα

57 14 43
                                    

Η Ελένη ξύπνησε μετά από τρεις ώρες. Τόσο λίγο είχε κοιμηθεί και αναρωτιόταν πώς θα μπορούσε να πολεμήσει έτσι. Ντύθηκε και βγήκε απ' τη σκηνή της. Την ειδοποίησαν να πάει στη σκηνή του Δαμιανού και κίνησε με το ζόρι προς τα εκεί. Είχαν πάλι συμβούλιο.

«Αυτή η κακιασμένη σκύλα η Λομπέλια!» έλεγε μες στα νεύρα εκείνη τη στιγμή ο Δαμιανός. «Επίτηδες έκανε τον Μάρκο Αρχηγό των Κατασκόπων και δεξί της χέρι, επίτηδες τον είχε χθες στο πλάι της για να ρίξει το ηθικό της Ιππότη Ελένης!»

«Χρησιμοποιεί κάθε θεμιτό και αθέμιτο μέσο για να μας κερδίσει.» είπε ο Στρατηγός πολύ πιο ήρεμα, αλλά και αυτός με συγκρατημένη οργή. Εκείνη την ώρα παρατήρησαν πως είχε εισέλθει η Ελένη στη σκηνή. Όλοι παρατήρησαν τα κουρασμένα απ' την αϋπνία μάτια της. Όλοι τη δικαιολόγησαν.

«Είσαι καλά, μικρή;» τη ρώτησε ο Δανιήλ.

«Μια χαρά είμαι. Δεν χρειάζομαι παρηγοριά και ειδικά από εσένα, Δανιήλ.» του είπε και ο Κατάσκοπος σώπασε. Έκανε μερικά βήματα ως τη μέση περίπου της σκηνής. Τους κοίταξε όλους έναν- έναν. Όλοι οι αξιωματικοί ήταν άντρες, εκτός απ' την Πατρίσια που ήταν η Αρχίατρος και φυσικά δεν ήταν μάχιμη.

«Επειδή είμαι γυναίκα δεν σημαίνει πως είμαι αδύναμη. Ο Μάρκος ήταν ο άντρας μου, αλλά δεν είναι πια. Είναι ο εχθρός. Και είμαι έτοιμη να πολεμήσω ως ισάξια όλων σας και να τον κάνω να πληρώσει αν τυχόν τον συναντήσω στη μάχη.» είπε αποφασισμένη, μόνο μέσα της όμως ήξερε πόσο ευχόταν να μη χρειαστεί να συμβεί αυτό. Ο Δαμιανός ένευσε και την κοίταξε με θαυμασμό και σεβασμό.

«Ωραία.» συνέχισε. «Τώρα που είμαστε όλοι εδώ, ώρα να ξεκινήσουμε με τα τελικά σχέδια της μάχης.»

Οι Βόρειοι ήταν έτοιμοι και παραταγμένοι για μάχη μετά το μεσημέρι. Το ίδιο κι οι Νότιοι. Οι δυο στρατοί, κόκκινοι και μπλε, στάθηκαν απέναντι σε απόσταση μόλις είκοσι μέτρων. Επειδή ήταν μικρή η απόσταση, δεν θα χρησιμοποιούσε κανένας άλογο, γιατί δεν θα υπήρχε περιθώριο για να τρέξουν. Ο ουρανός ήταν μαύρος και έμοιαζε λες και από τώρα να είχε βραδιάσει.

«Θα βρέξει, Μάγε;» ρώτησε κάποιος τον Γιλβέρτο.

«Τι σημασία έχει;» απάντησε αυτός. «Σάμπως η βροχή θα ξεπλύνει τις αμαρτίες μας;»

Όλοι ήταν έτοιμοι. Και η Ελένη ήταν έτοιμη. Κράτησε γερά το σπαθί της... Ήταν έτοιμη να εκδικηθεί όλους αυτούς τους αχρείους που της πήραν τον Μάρκο της. Επικράτησε απόλυτη σιωπή για λίγο και μετά...

Μεσαίωνας στα Πέντε Βασίλεια #SSBC24Tahanan ng mga kuwento. Tumuklas ngayon