20. Πολεμικά Παιχνίδια

53 15 39
                                    

Η Ναταλία είχε μάθει για όλα αυτά τα γεγονότα. Θυμόταν κάθε λέξη που της είχε πει ο Νιρέξης: για τα άσχημα πράγματα που θα γίνουν, για πολέμους και για έναν προδότη.

Όταν ο προδότης επιστρέψει στον τόπο του, τότε θα έρθω να σε πάρω. Της είχε πει. Και φυσικά, ο προδότης ήταν ο Μάρκος. Πού αλλού θα πήγαινε τώρα που δραπέτευσε; Στον Βορρά, δηλαδή στον τόπο του. Πότε θα ερχόταν άραγε ο Νιρέξης; Την ίδια νύχτα;

Όλη τη μέρα την Ταβέρνα δεν μπορούσε να συγκεντρωθεί στα τραγούδια της. Τον αναζητούσε ανάμεσα σε κάθε άνθρωπο που έμπαινε, λαχταρούσε να δει τα κόκκινα μαλλιά του. Ώσπου ήρθε η ώρα να κλείσει την Ταβέρνα και εκείνος δεν είχε έρθει. Όταν έφυγαν όλοι, βγήκε έξω, κοίταξε αριστερά, δεξιά, τίποτα. Ο Κυριάκος απόρησε και την πλησίασε.

«Τι σου συμβαίνει;» τη ρώτησε. «Φερόσουν πολύ αλλόκοτα σε όλο το πρόγραμμα.»

Εκείνη σκεφτόταν πώς να δικαιολογηθεί.

«Η νύχτα είναι παράξενη, Κυριάκο. Κοίτα τα αστέρια. Δεν λάμπουν με το ίδιο φως όπως παλιά.» είπε ποιητικά.

«Κατάλαβα. Είσαι σε μία φάση περίεργη. Θα σε αφήσω μόνη.» Ξαφνικά, κάτι μέσα της άλλαξε. Ένιωθε πως κάποιος, ή κάτι, την καλούσε. Καθώς ο Κυριάκος απομακρυνόταν για να ανέβει στην κάμαρα τους, η Ναταλία του είπε, έχοντας πάρει την απόφαση της:

«Θα πάω μια βόλτα, μήπως ξεχαστώ λίγο.»

«Εντάξει. Μόνο μην αργήσεις και μην πας μακριά, γιατί κρύβονται κίνδυνοι.» Και καθώς ανέβαινε τη σκάλα, τον κοίταξε για τελευταία φορά.

Γιατί είχε ένα προαίσθημα πως αυτή ήταν όντως η τελευταία φορά που τον έβλεπε; Έφυγε, πηγαίνοντας να ζήσει το σκοτεινό μέλλον που την περίμενε μαζί με τον Δράκο, όμως δεν την πείραζε που ήταν σκοτεινό γιατί υπήρχαν και όμορφες στιγμές μέσα σε αυτό. Έφτασε στο Δάσος και το διέσχισε μέχρι ένα ξέφωτο όπου την οδήγησε η διαίσθηση της. Καθώς πήγαινε εκεί, συνειδητοποίησε τα λάθη που έκανε: δεν είχε πάρει καθόλου πράγματα μαζί της, ούτε ρούχα, ούτε ποιήματα, ούτε τίποτα.

Επιπλέον, είχε εγκαταλείψει την αγαπημένη της Ταβέρνα, που είχε προσφέρει ατελείωτες στιγμές χαράς και γλεντιού σε φίλους και πελάτες, τους οποίους δεν αποχαιρέτησε, το ίδιο και τον Κυριάκο, που δεν τον ερωτεύθηκε ποτέ, αλλά τον αγάπησε σαν άνθρωπο και μοιράστηκε μαζί του πολλά πράγματα. Όταν διέκρινε το ξέφωτο, σκέφτηκε για μια στιγμή να γυρίσει πίσω, να πει την αλήθεια στον Κυριάκο και να πάρει μαζί της όλα τα αγαπημένα της υπάρχοντα.

Μεσαίωνας στα Πέντε Βασίλεια #SSBC24Hikayelerin yaşadığı yer. Şimdi keşfedin