Κεφάλαιο 9

5 2 0
                                    

Όπως πάντα η πόρτα από το διαμέρισμα του Κώστα ήταν ορθάνοιχτη και η μουσική ακουγόταν σε όλη την πολυκατοικία. Φιγουρατζής, κλασσικά. Όλα τα κουλ παιδιά ήταν εκεί από το σχολείο και κάποια από το ΕΠΑΛ, μιας και ο Κώστας είχε παρέες παντού.

Εντόπισα τα κορίτσια μου στην άλλη άκρη του σαλονιού και τις πλησίασα με το χαρακτηριστικό, σέξυ περπάτημα μου. Με ικανοποίηση, είδα κεφάλια να γυρνάνε, αλλά εισέπραξα περίεργα βλέμματα. Για την ακρίβεια κοιτούσαν πίσω μου και γυρνώντας είδα την Άννα να με ακολουθεί με την γνωστή, πλέον, έκφραση χαμένου κουταβιού. Ανάθεμα...
Η καρδιά μου βούλιαξε και γέμισα άγχος. Ένιωσα να κάνω ταξίδι στο, όχι πολύ μακρινό, παρελθόν όπου ήμουν δαχτυλοδεικτούμενη όπου κι αν βρισκόμουν. Πήρα μια ανάσα για να ελέγξω την κρίση πανικού που πλησίαζε με γοργούς ρυθμούς και άρπαξα το χέρι της Άννας, τραβώντας την μαζί μου κοντά στα κορίτσια.

"Ήρθες επιτέλους!" είπε η Κωνσταντίνα φιλώντας με σταυρωτά στον αέρα. Είπαμε, το μακιγιάζ.
"Είχα μια μικρή καθυστέρηση." μουρμούρισα σφιγμένα.
Περίμενα ότι το να φέρω την Άννα μαζί μου θα ξεκινούσε σχόλια. Μάλλον δεν ήμουν τόσο έτοιμη όπως νόμιζα να αντιμετωπίσω μια τέτοια κατάσταση, κι ας μην ήμουν εγώ το κέντρο της προσοχής αυτή τη φορά.
"Αυτή τι θέλει εδώ; " ρώτησε η Γωγώ με ύφος σκύλας που το είχε έμφυτο.
"Είναι μαζί μου." αποκρίθηκα. Αυτή τη στιγμή ήμουν διχασμένη για το ποιόν έπρεπε να προστατέψω.
Την Άννα ή τον εαυτό μου;

"Δεν νομίζω ότι είναι ευπρόσδεκτη. Ο Κώστας δεν θα χαρεί." σχολίασε και της έριξα ένα έντονο βλέμμα.
"Θα τα κανονίσω εγώ με τον Κώστα, εσύ να κοιτάς την δουλειά σου." την άρπαξα.
Που θα μου πει αυτή πως θα αντιδράσει ο Κώστας!
Σούφρωσε τα χείλη της ενοχλημένη και αφοσιώθηκε στα νύχια της για ακόμη μια φορά.

Προσπάθησα να διατηρήσω την ψυχραιμία μου και στράφηκα πάλι στη Νίκη και την Κωνσταντίνα που με κοιτούσαν αμυντικά τώρα.
"Τι;" ρώτησα επιθετικά. Η Κωνσταντίνα με πλησίασε περισσότερο.
"Γιατί την έφερες εδώ; Αφού ξέρεις ότι δεν είναι της παρέας μας."
"Δεν ήταν επιλογή μου! Πήγα με τους γονείς μου επίσκεψη και μου την φόρτωσαν. Έκανα ότι καλύτερο μπορούσα." εξήγησα και της έριξε μια ματιά.

Στεκόταν στην άκρη σαν κούτσουρο, με τα χέρια κολλημένα στα πλευρά της, το κεφάλι κατεβασμένο. Είχε πλήρη αίσθηση ότι δεν ανείκε εδώ μέσα και την λυπήθηκα. Γιατί ήμουν αυτό το κορίτσι, είχα βρεθεί στη θέση της και ήξερα ακριβώς πως ένιωθε αυτή τη στιγμή. Κανένας δεν άξιζε τέτοια μεταχείριση, αλλά οι άνθρωποι ήταν τόσο ρηχοί που είχαν το θράσος να κρίνουν μόνο βάση εμφάνισης. Ειδικά σε αυτές τις ηλικίες, ήταν αμείλικτοι.

Το Τέλειο Κορίτσι Where stories live. Discover now