Κεφάλαιο 14

6 2 0
                                    

"Ο Κώστας την έκανε την μαλακία;" με ρώτησε.
"Ναι." είπα βραχνά ανοιγοκλείνοντας γρήγορα τα βλέφαρά μου, ώστε να μην κλάψω.
Μην κλάψεις! Μην κλάψεις!

Ο Ανέστης φύσηξε, ξεφύσηξε. Έκανε μεγάλη προσπάθεια να κρατηθεί για να μην με κράξει.
Αλλά δεν τα κατάφερε τελικά!
"Στο είπα! Δε στο είπα ότι αυτή η μαλακία με την ελεύθερη σχέση δε θα καταλήξει καλά;!" άρχισε τον εξάψαλμο.
Δεν απάντησα.
"Νόμιζες ότι θα πηγαίνει με τα νερά σου αιωνίως; Πως βασίζεσαι σε έναν έφηβο; Ειδικά σε αυτόν τον παπάρα!" ύψωσε τη φωνή του.
"Μπορώ να χειριστώ τον Κώστα." είπα ρουφώντας την μύτη μου.
"Και σήμερα τι έγινε και φρίκαρες;" απαίτησε να μάθει.
"Με ζόρισε λίγο παραπάνω, αυτό είναι όλο." μουρμούρισα αμυντικά.
"Ακούς τι λες ρε Ομορφούλα! Πρέπει να σε βιάσει για να μάθεις;" φώναξε τώρα μες τα νεύρα.
"Μπορούμε να το συζητήσουμε στο σπίτι αυτό!" φώναξα και εγώ γυρνώντας να τον κοιτάξω. Με τον Ανδρέα στο πίσω κάθισμα δεν μπορούσα να εκφραστώ ελεύθερα!

Η κίνηση μου έφερε ως αποτέλεσμα ο Ανέστης να δει τα χείλη μου.
Κώστα, ξεκίνα τις προσευχές μπας και γλιτώσεις...
Φρέναρε απότομα και πάλι καλά που ήμασταν σε στενό και όχι στον κεντρικό δρόμο γιατί θα είχε γίνει καραμπόλα!
"Σε χτύπησε;" σύριξε έξαλλος. Το μάτι του κόντευε να πεταχτεί έξω σας λέω!
"Ανέστη ηρέμησε."
"Σε χτύπησε." επανέλαβε σα συμπέρασμα τώρα και παραλίγο να τα κάνω πάνω μου! Είχα δει αμέτρητες φορές τον Ανέστη να θυμώνει, αλλά τώρα τον φοβήθηκε το μάτι μου.
" Ε-έφαγα μία, αλλά -" δε πρόλαβα να ολοκληρώσω και βγήκε από το αμάξι. "Γαμώ το... "

Τον ακολούθησα παρακολουθώντας τον να πηγαίνει πέρα δώθε, με το πρόσωπο του να έχει γίνει κατακόκκινο από την ανεβασμένη πίεση.
"Ανέστη σε παρακαλώ." τον πλησίασα θέλωντας να τον ηρεμήσω.
"Τι παρακαλάς ρε Ομορφούλα! Θα τον σκοτώσω τον μπάσταρδο!"
"Μπορώ να χειριστώ τον Κώστα. Δεν χρειάζεται -"
"Θα μείνεις μακριά του, αυτό θα κάνεις!" είπε κάθετα. "Πως το ανέχεσαι αυτό; Τόσο χαμηλά έχεις τον εαυτό σου; Δε θα είμαι πάντα εδώ να σε προσέχω!" φώναξε.
"Μπορώ να προσέχω τον εαυτό μου. Τον κανόνισα -"
"Τι κανόνισες; Τι; Δεν μοιάζεις καν ενοχλημένη! Ούτε η μαμά δεν έχει σηκώσει χέρι πάνω σου και αυτός..." ξεφύσηξε πάλι και έτριψε το πρόσωπο του. Ήταν έτοιμος να εκραγεί, στο σταυρό που σας κάνω!

"Δεν το ανέχομαι. Θα του κόψω τον αέρα." τον βεβαίωσα.
"Γιατί έχεις κολλήσει με αυτόν τον καραγκιόζη; Μια ζωή άτομα σαν κι αυτόν σε έκαναν να περνάς μια κόλαση και τώρα κάνεις παρέα μαζί τους!" αγανάκτησε.
"Γιατί δεν θέλω να είμαι στην απέξω πια!" ξέσπασα και τα δάκρυα άρχισαν να τρέχουν ποτάμι. "Δε θέλω να είμαι η δαχτυλοδεικτούμενη, το παιδί της εξορίας. Θέλω να έχω κοινωνική ζωή. Εσύ δεν ήσουν ποτέ παρείσακτος, δεν μπορείς να καταλάβεις!"

Το Τέλειο Κορίτσι Where stories live. Discover now