Κεφάλαιο 16ο

1.3K 66 0
                                    

Μαρκέλλα

Ο γιατρός μας είπε ότι χρειάζεται να κάνουμε, μόλις μου ανακοίνωσε πως όλα ήταν καλά και δεν έπαθε κάτι η μικρή, η ανακούφιση που ένιωσα ήταν μεγάλη.

Ο γιατρός μας άφησε να φύγουμε και βγήκαμε έξω από το γραφείο του.

"Ευχαριστώ"του είπα αφού είχαμε απομακρυνθεί
"Για ποιο πράγμα;"
"Που ήρθες"του απάντησα και ένα μικρό χαμόγελο απλώθηκε στα χείλη του.

"Μαρκέλλα...το..ξέρω πως η κατάσταση..μεταξύ μας είναι κάπως περίπλοκη και τώρα δεν είναι και το κατάλληλο μέρος να τα πούμε , αλλά θέλω να ζητήσω συγγνώμη" μου είπε και μου έπιασε τα χέρια , δεν πρόλαβα να πω κάτι και συνέχισε να μιλάει
"Κοίτα , δεν ξέρω αν το θες και εσύ , αλλά πραγματικά θέλω να είμαι στην ζωή της μικρής , μπορεί να έχασα πολλά πράγματα και είναι ένας από τους λόγους που είμαι έξαλλος, όχι με εσένα αλλά με τον εαυτό μου.."τον διέκοψα πρώτου συνεχίσει.

"Να σου κάνω μια ερώτηση;"
"Ναι"
"Την απόφαση αυτή την πήρες τώρα ή όντως είχες σκοπό να είσαι στην ζωή της πριν το ατύχημα;" τον ρώτησα αυτό που με έκαιγε να μάθω.

Τον θέλω στην ζωή της μικρής , μπορεί να μην λέει κάτι για τον πατέρα της , αλλά ξέρω πως δεν είναι χαρούμενη με αυτό , οπότε αν πραγματικά το θέλει και ο ίδιος δεν μπορώ να το κάνω αυτό.

Τον Αχιλλέα τον ερωτεύτηκα και σίγουρα είμαι ακόμα ερωτευμένη μαζί του.

"Τα λόγια που σου είχα πει τότε που μου είπες την αλήθεια, ήταν πάνω στα νεύρα μου , εννοείται πως θέλω να είμαι δίπλα στην μικρή και το είχα πάρει απόφαση πρώτου γίνει όλο αυτό και να μην ήθελα δηλαδή η Σοφία δεν μου άφηνε άλλη επιλογή"είπε και στα τελευταία του λόγια γέλασε το ίδιο κι εγώ.

Ξέρω αρκετά καλά την Σοφία και ένα είναι σίγουρο πως αν δεν κάνεις αυτό που σου λέει τότε τρέχα να κρυφτείς.

Την συζήτηση με τον Αχιλλέα, την διέκοψε η Σοφία που ήρθε προς το μέρος μας.

"Μαρκέλλα, η μικρή σε ζητάει"μου είπε και ήρθε και στάθηκε δίπλα μου.

"Τώρα πάω" της απάντησα και προχώρησα προς το δωμάτιο όπου ήταν η μικρή.

Μπήκα μέσα και με το που με είδε μου χαμογέλασε.

"Μαμα μου " είπε η μικρή και πήγα κοντά της γρήγορα για να την αγκαλιάσω.
"Είσαι καλά ψυχή μου; Δεν πονάς έτσι;"την ρώτησα μόλις την άφησα
"Μια χαρά είμαι και δεν πονάω πολύ , μόνο το πόδι μου με πονάει λίγο"

Κάτσαμε για λίγα λεπτά και μιλήσαμε για διάφορα πράγματα, κατά την διάρκεια της συζήτηση μας ,έψαχνα έναν τρόπο για να της μιλήσω για τον μπαμπά της.

"Ελπίδα μου , να σε ρωτήσω κάτι;"
"Ναι , μαμά , ρωτά ότι θες" μου απάντησε και ξάπλωσε στο κρεβάτι και γύρισε να με κοιτάξει.

"Θες ακόμα να δεις τον μπαμπά σου;"
Με το που της το είπα σηκώθηκε απότομα από το κρεβάτι και με κοιτούσε.
"Ναι θέλω να τον δω, γιατί ρωτάς; Είναι εδώ;"ρώτησε απευθείας η μικρή

"Ναι σε περιμένει απ'έξω αλλά θα έρθει μόνο αν εσύ φυσικά θέλεις"της είπα και η μικρή ήταν έτοιμη να πετάξει από την χαρά της
"Ναι , ναι , θέλω να έρθει"είπε και ήμουν σίγουρη πως αν δεν πονούσε το πόδι της θα χοροπηδούσε πάνω στο κρεβάτι.

"Ωραία, όμως κάτσε κάτω τώρα , για να μην χτυπήσεις"
"Μάλιστα" απάντησε και έκανε ότι της είπα.

Βγήκα από το δωμάτιο και έξω ήταν τα παιδιά.

Πλησίασα τον Αχιλλέα.

"Η μικρή θέλει να σε δει " του είπα και εκείνος τα έχασε.
"Τι εννοείς;"
"Εννοώ πως η μικρή θέλει να σε δει και να σε γνωρίσει , άντε τελειώνω όμως γιατί την έχω ικανή να σηκωθεί και να βγει έξω"του είπα και γέλασε.

Προχώρησε προς την πόρτα και δίσταζε να την ανοίξει , έφτασα δίπλα του , τον κοίταξα και του χαμογέλασα.

Άνοιξα την πόρτα και μπήκα πρώτη εγώ , ο Αχιλλέας ήταν καθόταν από πίσω μου.

"Άντε ρε μαμά"είπε η μικρή και έβλεπες καθαρά πως ήταν ανυπόμονη
"Ελπίδα" ειπα και έκανα ένα βήμα για να φανεί ο Αχιλλέας "Από εδώ ο Αχιλλέας , ο μπαμπάς σου " της είπα και αυτή κοιτούσε έκπληκτη εμένα και τον Αχιλλέα.

"Αυτός είναι ο μπαμπάς μου; Στην καφετέρια που τον είδαμε μια ξινη καθόταν δίπλα του και τον φώναζε αγάπη μου" είπε η μικρή.

Ο Αχιλλέας γέλασε μαζί της.

"Μαρκέλλα μπορείς να μας αφήσεις για λίγο μόνους αν γίνεται και θέλει η μικρή" είπε ο Αχιλλέας και πρώτου απαντήσω απάντησε για εμένα η Ελπίδα.

"Ναι άντε μαμά , άφησε μας λίγο μόνους" γέλασα με αυτό που είπε η μικρή το ίδιο και ο Αχιλλέας.

Βγήκα από το δωμάτιο και τους άφησα να μιλήσουν.

Η Σοφία ήρθε κοντά μου μαζί με τον Ανδρέα.

"Πώς είναι τα πράγματα; Όλα καλά;"ρώτησε και στο πρόσωπο της φαινόταν ξεκάθαρα η αγωνία τους.

"Πιστεύω πως ναι , είναι μέσα και μιλάνε, θέλω να πιστεύω πως θα πάμε όλα καλά"....

My Best Friend's Kid✅Where stories live. Discover now