ΚΕΦΑΛΑΙΟ 11ο

37 1 5
                                    

Μετά από αρκετή ώρα διαβάσματος αποφάσισα να πάω στην κουζίνα για να βρω κάτι μικρό να φάω. Δεν πεινάω πολύ απλά σαν φυσιολογικός άνθρωπος χρειάζεται να τρώω και βραδινό. Καθώς πήγαινα στην κουζίνα, συνειδητοποίησα πως δεν ήταν κανείς στο σπίτι. Από την μια μεριά ανακουφίστηκα γιατί γλύτωσα το κήρυγμα για την συμπεριφορά μου και για τον "λόγο" που πήγα για τρέξιμο μόνη. Από την άλλη όμως, μήπως έγινε τίποτα κακό και έφυγαν ξαφνικά; Ποτέ δεν φεύγουν χωρίς να πουν τίποτα... Τις σκέψεις μου διέκοψε ο χτύπος του κουδουνιού. Μα ποιος να είναι τώρα; Οι γονείς μου θα έχουν πάρει κλειδιά. Μήπως είναι η Ισμήνη ή ο Βασίλης; Τέλος πάντων... Πάω να ανοίξω όμως το μετανιώνω και προσπαθώ να κλείσω γρήγορα την πόρτα. Πράγμα αδύνατο γιατί ένα πόδι έχει μπει εμπόδιο.
Σ. Καλησπέρα κούκλα
Γιατί με αποκαλεί κούκλα;
Ζ. Γεια σου Στέφανε
Σ. Μπορώ να περάσω;
Ζ. Δεν γίνεται αυτό γιατί λείπουν οι δικοί μου.
Γιατί το είπα τώρα αυτό;
Σ. Ίσα ίσα. Τώρα είναι η ώρα να περάσω.
Είπε και με κοίταξε με ένα στραβό χαμόγελο. Έχει αρχίσει να φέρεται παράξενα. Χωρίς να το καταλάβω , έχει προλάβει να μπει μέσα στο σπίτι, να βγάλει τα παπούτσια του και να αράξει στον καναπέ μας. Καλά, ποιος του επέτρεψε να περάσει; Αα δεν θα τα πάμε καλά...
Ζ. Στέφανε σε παρακαλώ φύγε. Δεν θέλω να έρθουν οι δικοί μου και να σε βρουν εδώ...
Σ. Μην ανησυχείς Ζωή.
Ζ. Καλά...
Είπα και έκατσα στον ίδιο καναπέ με αυτόν αλλά σε μακρινή απόσταση. Όσο μακρυνή μπορείς να θεωρήσεις μια απόσταση ενός μέτρου...
Σ. Έλα πιο πιο κοντά κούκλα. Δεν δαγκώνω.
Ζ. Αυτό δεν το ξέρω.
Σ. Έχεις δίκιο αλλά δεν πρόκειται να μάθεις αν δεν δοκιμάσεις...
Λέει πονηρά. Σαν να με ξύνει κι εμένα ο απαυτούλης μου και τον πλησιάζω.
Τότε αυτός ανοίγει τα χέρια του και με παίρνει αγκαλιά. Ήταν αρκετά τρυφερή αγκαλιά και μέσα της αισθανομουν γαλήνη. Δεν ήταν σαν την αγκαλιά του Δημήτρη. Φαινόταν κάτι περισσότερο να έκρυβε. Αντίθετα, στου Δημήτρη αισθανομουν ασφάλεια και πως τίποτα κακό δεν θα γινόταν. Ασυναίσθητα γύρισα προς το μέρος του και τον φίλησα. Αυτός εμβάθυνε περισσότερα το φιλί και αισθάνθηκα ένα πρωτόγνωρο συναίσθημα. Δεν ήθελα να κάνω πίσω. Ήταν σαν να χρειαζομουν αυτό το φιλί όσο τίποτα άλλο στον κόσμο. Μετά από όλες αυτές τις δύσκολες μέρες νιώθω όμορφα. Βιάστηκα όμως να χαρώ γιατί μετά από λίγο άκουσα την πόρτα του γκαράζ να ανοίγει. Τότε γρήγορα έσπρωξα τον Στέφανο και τον μετέφερα μέχρι το δωμάτιο μου. Του είπα να μείνει ήσυχος και να μην πειράξει τίποτα. Γρήγορα επέστρεψα στο σαλόνι, άνοιξα την τηλεόραση σε ένα τυχαίο κανάλι και έκανα πως παρακολουθώ. Μόλις πήρα μια βαθιά ανάσα μπήκαν οι γονείς μου μέσα στο σπίτι.
Ζ. Καλά που είχατε πάει;
ΜΖ. Στο σούπερ μάρκετ αγάπη μου. Δεν είχαμε τίποτα της προκοπής να φάμε.
Ζ. Τι λες μαμά; Αφού το ψυγείο είναι γεμάτο.
ΜΖ. Έχεις δίκιο αγάπη μου αλλά θα έρθουν την Παρασκευή ο Δημήτρης και οι γονείς του για φαγητό.
Ζ. Εντάξει μαμά. Αν χρειαστείς καμία βοήθεια πες μου.
ΜΖ. Εντάξει αγάπη μου.
ΠΖ. Ζωή γιατί βλέπεις ειδήσεις;
Ζ. Για να ενημερωθώ πατέρα.
Του λέω διστακτικά.
ΠΖ. Μην σε ξανά δω να παρακολουθείς ειδήσεις. Δεν είναι πράγματα αυτά για εσένα!
ΜΖ. Κάρολε ηρέμησε.
Είπε η μητέρα μου στο πατέρα μου με ένα βλέμμα που λέει τα πάντα.
ΠΖ. Όχι ρε Πηνελόπη! Δεν σταματάω! Τι έχει τόσο ενδιαφέρον για να παρακολουθεί; Τις ληστείες, τις δολοφονίες, τους βιασμούς, τους βανδαλισμούς; Θέλεις να γίνει ένα η κόρη μας με αυτές τις ιστορίες;
Ζ. Επειδή βλέπω μπαμπά τηλεόραση δεν συμβαίνει πως θα πάθω και εγώ τα ίδια!
Ο τόνος της φωνής μου ανέβηκε πάρα πολύ. Είχα ξεχάσει πως λίγες πόρτες πιο κάτω ήταν ο Στέφανος.
ΠΖ. Εμένα δεν θα μου ξανά αντιμιλησεις!
Φώναξε. Σήκωσε το χέρι του για να με χτυπήσει αλλά τότε μπήκε μπροστά η μαμά.
ΜΖ. Αν τολμήσεις και ξανά απλώσεις χέρι στην κόρη μου θα σε στείλω πίσω από τα κάγκελα της φυλακής.
ΠΖ. Τι γίνεται Πηνελοπάκι; Σου θίξαμε την κόρη; Άντε από κει και οι δύο σας!
Φώναξε και κλείστηκε στην κρεβατοκάμαρα.
ΜΖ. Ζωή; Είσαι καλά;
Ζ. Μια χαρά είμαι μαμά. Μπορώ να πάω στο δωμάτιο μου;
ΜΖ. Εννοείται αγάπη μου.
Γρήγορα έτρεξα πίσω στο δωμάτιο. Άνοιξα την πόρτα και το βλέμμα του Στέφανου έδειχνε πως άκουσε τα πάντα. Χωρίς να πει απολύτως τίποτα με πήρε στην αγκαλιά του. Ευτυχώς δεν είπε κάτι. Δεν ήμουν σε θέση να του μιλήσω για τα οικογενειακά μου. Μετά από λίγο με πήρε ο ύπνος στην αγκαλιά του....
Μόλις άνοιξα τα μάτια μου παρατήρησα πως ένα ζευγάρι κάστανα μάτια με κοιτούσε γλυκά. Στην αρχή τρόμαξα αλλά μετά θυμήθηκα όλα τα χτεσινά γεγονότα.
Σ. Καλημέρα κούκλα.
Ζ Καλημέρα Στέφανε.
Σ. Είσαι πολύ γλυκιά όταν κοιμάσαι το ξέρεις;
Μόλις το είπε αυτό κοκκίνισα. Δεν ήξερα τι να πω.
Σ. Όχι Ζωή. Μην κοκκινίζεις μαζί μου. Δεν σου είπα κάτι για να ντρέπεσαι.
Ζ. Ήταν πολύ γλυκό αυτό που είπες. Ομολογώ πως δεν το περίμενα. Με ξάφνιασε ευχάριστα.
Σ. Αυτό θέλω να το κάνω συνεχώς.
Εκείνη τη στιγμή όμως ανοίγει βίαια η πόρτα. Μπροστά βλέπω εξαγριωμένο τον πατέρα μου και από πίσω την μητέρα μου, η οποία ήταν θυμωμένη αλλά ταυτόχρονα προσπαθούσε να ηρεμήσει τον πατέρα μου. Φοβήθηκα πάρα πολύ. Ποιος ξέρεις τι έχει να ακολουθήσει τώρα...

-----------------------------------------------------------
Γεια σας! Ελπίζω να σας άρεσε το κεφάλαιο αυτό. Συγνώμη που είναι μικρό αλλά κρύβει πολλά Easter eggs για το τι πρόκειται να ακολουθήσει στο μέλλον...

Έρωτας μετ' εμποδίωνWhere stories live. Discover now