𝐕

339 22 0
                                    

<< πάρε αυτό, θα σε ζεστάνει. >> της είχα φτιάξει ένα τσάι για να πιει. Το άφησα στο τραπέζι μπροστά της και έκατσα στον καναπέ δίπλα της. Δειλά το πήρε στα χέρια της και ήπιε μερικές γουλιές.

Της είχα δώσει να φορέσει προσωρινά μερικά ρούχα της Παναγιωτάς όσο θα στέγνωναν  τα δικά της ενώ την είχα τυλίξει και με μια χοντρή κουβέντα. Είχε βραχεί τόσο πολύ από την βροχή που δεν ήθελα να μου κρυώσει. << πως αισθάνεσαι; είσαι καλύτερα; >> της είχα άναψα και το τζάκι.

Την παρατηρούσα που με κοιτούσε με τα μάτια της, που ήταν κατακόκκινα από το κλάμα, αλλά δεν είχε τις αντοχές για να μου απαντήσει, ήταν ακόμα αρκετά κουρασμένη. Δεν χρειαζόταν κιόλας, με ένα της βλέμμα μονάχα μπορούσα να καταλάβω τι ήθελε, και εκείνη την στιγμή δεν αποζητούσε τίποτα περισσότερο από την αγκαλιά μου.

Έβγαλε την κουβέρτα που την σκέπαζε και ήρθε προς το μέρος μου. Της άνοιξα αμέσως θα χέρια μου και χώθηκε στο μέρος που ένιωθε ασφαλής και ήρεμη όσο πουθενά άλλου. Είχα περάσει το χέρι μου γύρω από την μέση της για να την σφίξω πάνω μου και με το άλλο την χάϊδευα στο κεφάλι ενώ εκείνη είχε κλείσει τα μάτια της απολαμβάνοντας την στιγμή αυτή. Μακάρι να πάγωνε ο χρόνος και να μέναμε έτσι , ξαπλωμένοι ο ένας στην αγκαλιά του άλλου,για πάντα.

Ευτυχώς η Παναγιώτα είχε πάει για ύπνο εδώ και αρκετη ώρα ενώ ο Μάκρος θα περνούσε το βράδυ του στο σπίτι της Ευγενίας. Όποτε δεν θα μας ενοχλούσε κανείς.

Μείναμε έτσι αμίλητοι για αρκετά λεπτά. Ήταν τόσα πολλά τα χρόνια που ημασταν χωριστά που αυτή η αγκαλιά και τα χάδια που ανταλλάζαμε ήταν το μόνο που χρειαζόμασταν για να επουλωθούν  οι ανοιχτές πλαγιές μας.

Η αλήθεια ήταν πως δεν ήξερα γιατί είχε έρθει ως εδώ, βέβαια κάπου πήγαινε το μυαλό μου όμως δεν ήθελα να της κάνω περισσότερες ερωτήσεις. Ήθελα να την αφήσω να που εκείνη όταν θα ένιωθε έτοιμη.

<< μου είπες να ψάξω την αλήθεια. >> έσπασε την σιωπή πρώτη. << την βρήκα. >> σήκωσε το κεφάλι της και με κοίταξε. << και πόνεσε πολύ Στέφανε. >> έκανε μια παύση. << γιατί δεν μου μίλησες από την αρχή; >>

<<γιατί η αλήθεια είναι σαν τον ήλιο Μαριέττα. Όλοι την θέλουν, όταν εμφανιστεί όμως τους καίει. >>  της είπα και την άγγιξα τρυφερά στο μάγουλο. Ήταν τόσο όμορφη εκείνη την στιγμή. Ακόμα και με τα βρεγμένα της μαλλιά μέσα στα απλά ρούχα της Παναγιωτάς δεν χόρταινα να την κοιτώ. 

Κορίτσι μουWhere stories live. Discover now