𝐗𝐈𝐗

385 17 4
                                    

Κηφισιά, Αθήνα.

Έβαλα ένα δίσκο στο πικάπ και άρχισε να παίζει μουσική. Ήπια μερικές γουλιές νερό, που μόλις είχα φέρει από την κουζίνα, και αμέσως στρώθηκα στην δουλειά. Σιγοτραγουδώντας μάζεψα ψηλά τα μαλλιά μου σε ένα ατημέλητο πιάσιμο και φόρεσα μια άσπρη παλιά ποδιά για να μην λερωθώ. Πήρα στα χέρια μου έναν ολοκαίνουργιο καμβά και τον έβαλα μπροστά μου. Έπιασα από την κασετίνα το κάρβουνο και αβίαστα άρχιζα να τραβάω γραμμές. Δεν είχα κάτι συγκεκριμένο στο μυαλό μου, άφηνα το χέρι μου με οδηγό την καρδιά να σχεδιάσει μόνο του.

Αυτό που έκανα σιγά-σιγά αποκτούσε μια μορφή και ένα σχήμα, δεν ήταν κάτι αφηρημένο. Αμέσως πέρασα στα χρώματα. Πήρα το πινέλο και το βούτηξα στο πράσινο χρώμα, στο κίτρινο και στο γαλάζιο, στο άσπρο. Κάθε χρώμα που χρησιμοποιούσα μαρτυρούσε την ηρεμία της ψυχής μου και ένα διαφορετικό συναίσθημα που αισθανόμουν. Το μυαλό μου επιτέλους ήταν καθαρό από κάθε ένοχη σκέψη, το ίδιο και η συνείδηση μου, ήμουν αισιόδοξη, στεκόμουν ξανά στα πόδια μου και ένιωθα να έχω βρει τον παλιό μου εαυτό. Δεν προσπαθούσα να γίνω η παλιά πτυχή του εαυτού μου, ήμουν η παλιά Μαριέττα.

Μακριά από το Κιάρι τα πάντα φανταζόντουσαν παράδεισος, ακόμα και μια  μεγαλούπολη σαν την Αθήνα. Εδώ όλα ήταν διαφορετικά, οι ρυθμοί τις ζωής ήταν πιο γρήγοροι και ήμασταν όλοι άγνωστοι μεταξύ αγνώστων. Δεν ήμουν συνηθισμένη να ζω έτσι αλλά προσαρμόστηκα τόσο εύκολα και ήμουν τόσο ανάλαφρη που και τα πιο δύσκολα ήταν εύκολα για εμένα. Γενικά περνούσα πολύ ωραία στην Κηφισιά και προς το παρόν δεν ήταν στα σχέδια μου να επιστρέψω πίσω.

Με είχε συνεπάρει η μουσική για τα καλά.Μουρμούριζα τους στοίχους του τραγουδιού και ταυτόχρονα κουνούσα ολόκληρο το σώμα μου στους ρυθμούς της μουσικής, από το κεφάλι μέχρι κάτω. Χόρευα και ζωγράφιζα μαζί. Έβαλα το πινέλο που κρατούσα μέσα στο νερό για να το ξεπλύνω από το χρώμα και το έβαλα στην άκρη. Έκανα μια στροφή γύρω από τον εαυτό μου και μόνο μιας με πολύ χάρη άρπαξα ένα άλλο πιο λεπτό πινέλο και ξεκίνησα να ζωγραφίζω μικρές λεπτομέρειες.

Διασκέδαζα και αυτό φαινόταν, χαμογελούσα και μαζί γελούσαν και τα μάτια μου. Πιο ευτυχισμένη δεν υπήρξα ποτέ ξανά, ήμουν πλέον ελεύθερη και ζούσα όλες αυτές της ωραίες στιγμές που είχα στερηθεί τόσο άδικα. Έκανα την ζωή που ονειρευόμουν πάντα και όλα όσα έγιναν ήταν παλιές άσχημες αναμνήσεις που σιγά-σιγά ξεθώριαζαν με την πάροδο του χρόνου. Όμως δεν θα τα κατάφερνα μόνη μου.

Κορίτσι μουWhere stories live. Discover now