Έστω και για μια στιγμή πίστεψα ότι θα μπορούσα γίνω ευτυχισμένη. Πίστεψα πως όσα είχα ονειρευτεί από μικρό κορίτσι επιτέλους θα τα ζούσα. Μετά από τόσα χρόνια η ζωή, η μοίρα, δεν ήξερα πως αλλιώς να την χαρακτηρίσω, θα μου έδινε πίσω όσα μου χρωστούσε.
<< θα τον κανείς όντως αυτόν τον γάμο Στέφανε; >> αυτή την ωραία στιγμή η Αλεξάνδρα βάλθηκε να μου την καταστρέψει.
<< δεν σε καταλαβαίνω. >> απόρησε ο Στέφανος. Άφησε τα χέρια μου από το κράτημα του και μπερδεμένος έστρεψε την προσοχή του πάνω της. Όπως και όλοι οι υπόλοιποι που ήταν παρόν.
<< μην της δίνεις σημασία. >> έσπευσα να πω ατάραχη. Από μέσα μου όμως άρχισα να φοβάμαι, με έλουσε κρύος ιδρώτας από πάνω μέχρι κάτω. Η τιμωρία που μου άξιζε για όσα είχα κάνει δεν θα αργούσε να έρθει.
<< γιατί δεν του λες την αλήθεια; γιατί δεν του λες ποια πραγματικά είσαι; >> με έναν πονο στην φωνή και με ένα απέραντο μίσος και θυμό στο βλέμμα της για εμένα συνέχισε.
<< Αλεξάνδρα.>> την κοίταξα βαθιά μέσα στα μάτια. Μονάχα με την ματιά μου, χωρίς περιττές κουβέντες, την παρακάλεσα να μην το κάνει. Δεν ήθελα να μάθει ο Στέφανος την αλήθεια με αυτόν τον απάνθρωπο τρόπο. Όχι τώρα και κυρίως όχι από κάποιον άλλον.
<<η γυναίκα που θες να παντρευτείς ενώ γνώριζε πως εγώ και ο Μάρκος ήμασταν ζευγάρι με ανάγκασε να παντρευτώ τον αδελφο της εκβιάζοντας με.>> έβγαλε από το στόμα της την πρώτη βόμβα.
<< τι κάνεις; >> ο Ιάσωνας της ψιθύρισε κοντά στο αυτί. Όσο εγώ φοβόμουν να μάθει τα πάντα ο Στέφανος, άλλο τόσο και εκείνος δεν ήθελε με τίποτα να γνωρίζει ο Αποστολόπουλος την αλήθεια. Θα του έκλεβε την γυναίκα και το παιδί του, και ας ήταν πραγματικά το παιδί του Μάρκου. Το αγαπούσε και το λάτρευε όμως σαν δικό του.
<< για πες του τι μου είχες πει τότε που κάναμε την βόλτα στο κτήμα. Τότε που σου είχα πει να με αφήσεις να πάω στον μοναδικό άντρα που αγάπησα, να κοιμάμαι έξω από το κελί του για να τον νιώθω κοντά μου. ''Αν δεν παντρευτείς τον Ιάσωνα ο Μάρκος θα εκτελεστεί και θα πεθάνει.'' >>
<< τι είναι αυτά που λέει Μαριέττα; >> γύρισε και με κοίταξε ο Στέφανος μπερδεμένος.