Κεφάλαιο 2.

859 72 19
                                    

"Λοιπόν?Πώς σου φάνηκαν?"ρώτησε ο Χάρης την Μαρία μόλις γύρισαν στο σπίτι τους.

"Μια χαρά,μπαμπά!"του απάντησε,αν και η αλήθεια ήταν πως δεν συμπάθησε ιδιαίτερα την Νάντια. Της φαινόταν λίγο ξιπασμένη. Αλλά δεν ήθελε να στενοχωρήσει τον πατέρα της λέγοντάς του κάτι τέτοιο,οπότε σώπασε.

"Χαίρομαι. Είπαμε να ξαναβρεθούμε σύντομα. Είμαστε καλεσμένοι και στο γάμο της Νάντιας.Πρέπει να αγοράσουμε κάτι καλό για δώρο" είπε ο Χάρης αγχωμένος καθώς έκανε υπολογισμούς στο μυαλό του για το πόσα λεφτά είχε στην άκρη.

Η Μαρία τσέκαρε το κινητό της και  βρήκε άλλο ένα παραπονεμένο μήνυμα από τον Φίλιππο,που ζητούσε επίμονα να την δει τις τελευταίες μέρες και εκείνη το ανέβαλε. Του απάντησε ότι ήταν κουρασμένη και ότι θα βρίσκονταν αύριο μετά τη δουλειά της και εκείνος συμφώνησε. Έπρεπε να μαζέψει όλο της το κουράγιο να του μιλήσει και να του ζητήσει να χωρίσουν.Ήταν δύο χρόνια και κάτι μαζί,και ενώ τον αγαπούσε πολύ σαν άνθρωπο,δεν τον έβλεπε πια ερωτικά. Ο Φίλιππος την είχε κάνει να τον θεωρεί δεδομένο,και προκειμένου να μην χωρίσουν,δεν διαφωνούσε καθόλου μαζί της. Είχε χάσει την προσωπικότητά του και είχε κολλήσει πάνω της.Την ενοχλούσε πολύ αυτό. Από την άλλη όμως φοβόταν πολύ μήπως τον πληγώσει.Δεν ήθελε κάτι τέτοιο.

----------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------

Η Μελίνα πάρκαρε το αυτοκίνητό της έξω από το σπίτι,πήρε τις σακούλες με τα ψώνια και έψαχνε τα κλειδιά της στη τσάντα. Αφού της είχε αγοράσει ο Αντώνης ένα τόσο ακριβό δώρο, εκείνη επέμεινε πολύ να του πάρει κάτι. Πήγαν στο διπλανό μαγαζί και του πήρε δύο πουκάμισα που διάλεξε η ίδια και του πήγαιναν πολύ. Πήρε και για τον εαυτό της ένα φόρεμα. Όταν πλήρωσε,η πωλήτρια τους κοίταξε και τους είπε ότι είναι πολύ ταιριαστό ζευγάρι. Χαμογέλασαν χωρίς να της δώσουν εξηγήσεις. Το απόλαυσε πολύ που κάποιος τους πέρασε για ζευγάρι. Ωστόσο έπρεπε να συγκρατήσει τον εαυτό της από το να έχει ελπίδες. Μόλις επιτέλους βρήκε τα κλειδιά,άκουσε βήματα πίσω της και είδε το τελευταίο άτομο που περίμενε να βρει εκεί.

"Γιώργο,τι κάνεις εδώ?" τον ρώτησε έκπληκτη."Αύριο δεν θα ερχόσουν?"

"Όχι,είπα να έρθω από σήμερα! Δεν χαίρεσαι και πολύ που με βλέπεις, ή κάνω λάθος?" της είπε νευριασμένος.

"Πάμε μέσα,δεν θα μιλάμε εδώ" του είπε και μπήκαν σπίτι. Άφησε τις σακούλες στον καναπέ και ανέβηκε τις σκάλες. "Κάτσε να δω αν είναι κανείς". Στο σπίτι επικρατούσε ησυχία. "Εντάξει μόνοι μας είμαστε." του είπε."Για πες,από τι ώρα είσαι εδώ?"

ΜΟΙΡΑΙΑ ΑΓΑΠΗ 1Où les histoires vivent. Découvrez maintenant