Το άνθος του κακού

87 12 14
                                    

Ο καγκελάριος Πολντακ καθόταν στο γραφείο του σκεπτικός. Ο χειμώνας πλησίαζε στο βασίλειο του Μυστηρίου οπότε έπρεπε να προνοησει για πιθανά ζητήματα που θα προέκυπταν.  Ωστόσο του ηταν αδύνατο να συγκεντρωθεί.  Η άφιξη του νεαρού δουκα δεν ήταν όπως περίμενε.  Η κατάρα της λησμονιάς έσπαγε δύσκολα, το γνώριζε αυτό, όμως δεν υπήρχε άλλος τρόπος. Ο Μαξιμιλιαν ο πρεσβύτερος,  ο άρχοντας του,  είχε ζητήσει την εκτέλεση της και εκείνος δεν μπορούσε να αρνηθεί. Ο Ορλανδος Πολντακ ηταν ο ισχυρότερος μάγος εν ζωη στο Παραμυθοτοπο και ειχε πάρει όρκο να υπηρετεί τη βασιλική οικογένεια για χρόνια.  Όμως ειχε προειδοποιησει τον άρχοντα πως κάποια μάγια έπρεπε να μην χρησιμοποιηθουν πότε.  Ο δουκας είχε γονατίσει μπροστά του και τον εκλιπαρουσε να προστατέψει το μικρό εκείνο αγόρι.  Ο Πολντακ ήξερε πως δεν ειχαν χρόνο.  Όσο και αν ηταν αντίθετος ήξερε πως αν συνέβαινε δεν θα υπήρχε επιστροφή.  Τρεις μέρες και τρεις νύχτες κράτησε το μικρό αγόρι κάτω από τα μάγια του, κλεισμένο στη καμάρα του, μην επιτρεποντας την εισοδο σε κανένα.  Εκείνο φώναζε και έκλαιγε από τους πόνους. Όσο ομως και να τον πονούσε το θέαμα,  ο Πολντακ ήξερε πως όφειλε για το καλό του να συνεχίσει. Την τέταρτη μέρα,  εξαντλημενος βγήκε από την καμάρα του μικρού δουκα. Ο δουκας ηταν εκει. Δν είχε φύγει ούτε  μέρα και τα σημάδια της κόπωσης ηταν ορατά στο πρόσωπο του. Η βασίλισσα Μπριαλενα είχε φύγει μαζί με την πριγκίπισσα για το βασίλειο του Ηλίου. Ο δουκας ήξερε πως δεν θα την έβλεπε πότε ξανά, όμως ήξερε πως έπραττε το σωστό.  Βλέποντας τον,  ο δουκας διέταξε τους φυλακές που στεκονταν στην πόρτα να φύγουν και κατευθυνθηκε στον καγκελαριο.

"Πως είναι;  "ρώτησε με αγωνια.

"Ξεκουραζεται εξοχοτατε, ομως ολα ειναι ενταξει" απάντησε εκείνος οσο πιο ήρεμα μπορούσε .

Το πρόσωπο του δουκα μαλακωσε στο άκουσμα των λεξεων του. Το σωμα του από την εξάντληση υποχώρησε σε μια καρέκλα.

"Δεν ηταν εύκολο για μένα να παρω την απόφαση αυτη Ορλανδε. Ούτε μου ηταν εύκολο να τον ακουω να υποφέρει και να μας φωνάζει τόσες μέρες. Ηθελα να ανοιξω την πόρτα, να τον παρω στην αγκαλιά μου και να του έλεγα να μην φοβάται.  " είπε ο δουκας κρατώντας το κεφάλι του ανάμεσα στα χέρια του,  ενώ η φωνή του έσπαγε. 

Ο Πολντακ τον πλησίασε και ακούμπησε το χέρι με τα γαμψα νύχια του κάνω στον ωμο του νεαρου άντρα. 

"Κάνατε το σωστό για το καλό του γιου σας εξοχοτατε. Μακάρι να ήταν ευκολότερο όμως το σωστό δεν συνηθίζει να ναι" απάντησε στοργικα.

Οι ιστορίες του Παραμυθότοπου.Where stories live. Discover now