Λονδίνο

213 25 26
                                    

"Το να ταξιδευεις σημαίνει ότι είσαι ζωντανός "

                                                 Χανς Κρίστιαν Άντερσεν 



Ήταν αργα το απόγευμα μόλις προσγειώθηκε το αεροπλάνο. Στο μεγαλύτερο μέρος της πτήσης η Μπάρμπαρα είχε αποκοιμηθει. Ηταν συνηθισμένη στα ταξίδια. Οι γονεις της ταξιδευαν συχνα λογω της δουλειάς τους. Αντίθετα,  εγω ημουν ιδιαιτερα αγχωμένος. Δεν είχα ταξιδέψει πολλες φορες με αεροπλάνο και η προοπτική του να βρίσκομαι σε ενα ιπταμενο κουτι αρκετα μέτρα ψηλότερα από το έδαφος,  με κανένα περιθώριο διαφυγης δεν με ενθουσιαζε καθόλου. Η Ανναμπελα γνωρίζοντας τον φόβο μου,  με σφιχταγκαλιαζε καθολη την αναμονη στο αεροδρόμιο κανοντας με να αισθάνομαι ακομα πιο άβολα. Η αγωνια της ηταν τοση που σχεδον μου έκοψε τον αερα και μονο οταν τη σκουντηξε ο Άντριου με άφησε, έχοντας ηδη κοκκινησει, τόσο απο την ντροπή και την τρομαρα. Ο μπαμπάς απο την άλλη προσπαθούσε να κρατήσει τις ισορροπίες. Μας ενημέρωσε πως θα μας παραλαμβάνε ο θειος Καμήλο. Ωστοσο, επειδή η αφηρημαδα του ήταν παροιμιώδης,  φρόντισε να δωσει στην Μπάρμπαρα επιπλέον χρήματα για ταξί. 

Ευτυχώς το μαρτύριο δεν κράτησε πολύ. Αποβιβαστηκαμε και αφου παραλάβαμε τις αποσκευες μας κατευθυνθηκαμε στην εξοδο του αεροδρομίου.

"Λογικά θα πρεπει να είναι κάπου εδώ" ειπεη Μπαρμπαρα καθως εψαχνε τον μπαμπά της ανάμεσα στο πλήθος.

Ξάφνου  το προσωπο της έλαμψε μόλις αντίκρισε μια γνώριμη φιγούρα. Μου εκανε νοημακαι άρχισε να τρέχει προς τα εκει και χώθηκε στην αγκαλιά του μπαμπά της.

"Κοριτσάκι μου!Πριγκίπισσα μου! Μα για να σε δω! Κοιτα πως ομορφυνες!Τι εκανες στα μαλλακια σου παλι;" την ρώτησε ο θείος ενω την εσφιγγε ακομα περισσότερο.

"Και μενα μου έλειψες τόσο! Σου αρεσουν;" απαντησε εκεινη χαρουμενα.

"Ταιριαζουν με τα ματια σου!Μην μου πεις οτι αυτος ο ψηλολελεκας ειναι ο Μαξ! Πως μεγαλωσες εσυ! Ελα εδω αγορι μου!" ειπε ενθουσιασμενος ο θείος και πηρε εμενα αγκαλιά.

"Ναι και ομως!Πως εισαι θειε;" ρώτησα.

"Μια χαρά αγόρι μου! Και τωρα που ειστε εδω ακομα καλυτερα! Λοιπον πάρτε τις βαλίτσες και πάμε στο αυτοκίνητο. Η κυρια Τζεκινς εβαλε τα δυνατά της για το καλωσόρισμα και αν κρινω απο την μυρωδια...."

"Μισό λεπτό!Πήρες εσύ αυτοκίνητο;" ρωτησε η Μπάρμπαρα εκπληκτικη.

"Υβριδικό!Η μητερα σου φταίει! Την ξερεις πως είναι οταν αρχίζει την μουρμούρα, και ως ξεροκεφαλη Ελληνιδα που είναι, αν δεν περάσει το δικο της θα εσκαγε!Βέβαια για να λεμε του στραβού το δίκιο τωρα που θα μείνετε εδω χρειάζεται ενα αυτοκίνητο. Αλλα δεν θα συμβιβαζομουν με τίποτα λιγότερο, το οποιομπορει να βλαψει το περιβάλλον που υπερασπιζομαι με τοσο σθενος"απαντησε ο θείος Καμήλο συνεχιζοντας το λογιδριο περι υπερασπισης του περιβαλλοντος ενωη Μπάρμπαρα και γω γελουσαμε σιγανα.

Οι ιστορίες του Παραμυθότοπου.Tempat cerita menjadi hidup. Temukan sekarang