Πήρα μια κοφτή ανάσα συγκρατώντας τον εαυτό μου για να μην πετάξει το τριαντάφυλλο μακριά ουρλιάζοντας. Αντίθετα με όση ψυχραιμία μου απέμεινε έκλεισα την εξώπορτα και πήγα τρέχοντας στο δωμάτιό μου, κρατώντας ακόμη το αντικείμενο του τρόμου μου στο δεξί μου χέρι. Όμως η ηρεμία μου εξατμίστηκε μόλις έκατσα στο χαλί μου και οι σκέψεις με κατέκλυσαν για άλλη μια φορά.
Όχι δεν μπορεί... Δεν γίνεται να συμβαίνει αυτό! Αποκλείεται να βρίσκεται εδώ. Δε θα μπορούσε. Κι όμως, λες να...
Σ' αυτό το σημείο το μυαλό μου άρχιζε για ακόμη μια φορά να δημιουργεί τα πιο σκοτεινά σενάρια. Εικόνες του Τοντ, τότε στο Λονδίνο αλλά και ως πρωταγωνιστής στους συχνούς πλέον εφιάλτες μου, βομβάρδιζαν το μυαλό μου, χωρίς να με αφήνουν να σκεφτώ λογικά. Τα ξανθά μαλλιά του, το χλομό δέρμα του και κυρίως τα κατακόκκινα μάτια του ήταν τα μόνα που μπορούσα να δω μπροστά μου, καθώς όλα τριγύρω ήταν θολά. 'Θα τα πούμε απόψε...'. Έγραφε πάνω το χαρτάκι της αφιέρωσης, παγώνοντας το αίμα μου και μόνο στην ιδέα μια πιθανής συνάντησης μαζί του.
Πρέπει να μείνω μακριά από το σχολείο και το χορό, ίσως καλύτερα να μην βγω καθόλου έξω... Ήταν η πρώτη ήρεμη και σοβαρή σκέψη που κατάφερα να κάνω μετά από ώρα. Αν δεν έβγαινα έξω, δεν θα κινδύνευα. Η τιμωρία μου με βόλευε ξαφνικά απίστευτα. Κατάφερα έτσι σιγά σιγά να ηρεμήσω τον πανικό μου, όμως όχι να τον εξαφανίσω τελείως. Ακόμη είχα ένα απαίσιο προαίσθημα που δεν μπορούσα να προσδιορίσω. Ήλπιζα τουλάχιστον πως όλα θα πήγαιναν καλά, αρκεί να μην έβγαινα έξω.
Τους συλλογισμούς μου διέκοψε η άφιξη των γονιών μου. Χαιρετηθήκαμε με τον συνηθισμένο πια τυπικό τρόπο -ναι, ήταν ακόμη θυμωμένοι- και καθίσαμε για μεσημεριανό. Δεν ακούστηκε τίποτε άλλο στο τραπέζι μέχρι που ο πατέρας μου ξερόβηξε κάνοντάς με να σηκώσω το κεφάλι μου από το ανέγγιχτο πιάτο μου. Η μαμά μου κοιτούσε ήδη προς το μέρος του άρα κατάλαβα πως αυτό που θα έλεγε ήταν προσχεδιασμένο και από τους δύο.
«Ρόζαλη σήμερα είναι ο χορός του σχολείου σου, σωστά; Σχεδόν δεν περίμενε να γνέψω πριν συνεχίσει, αφού ήδη το γνώριζε αυτό. Λοιπόν φαντάζομαι ξέρεις πως η τιμωρία σου ισχύει ακόμη και δεν επιτρέπεται να πας. Το ξέρω πως ήταν κάτι σημαντικό για σένα όμως κλόνισες την εμπιστοσύνη και των δυο μας όταν έκανες αυτό το... το τατουάζ -ουάου ακόμη δεν μπορούσε να το πει χωρίς να στραβομουτσουνιάσει. Επομένως θα μείνεις σπίτι και απόψε, εντάξει;» κατέληξε ρωτώντας με.
Δεν ξέρω τι περίμεναν να ακούσουν. Ίσως εμένα να φωνάζω και να τους παρακαλάω να με αφήσουν να πάω στον πολυπόθητο χορό. Να κάνω σκηνή. Ακόμη και να κλάψω. Όμως σίγουρα δεν περίμεναν τη δική μου αντίδραση και αυτό φάνηκε στα σοκαρισμένα βλέμματα και των δύο όταν είπα:
«Εντάξει μπαμπά, λυπάμαι για όλα.» Και σηκώθηκα να φύγω για το δωμάτιό μου πριν κάνω καμία βλακεία και τους αγκαλιάσω ευχαριστώντας τους που μου έδωσαν μια δικαιολογία να μείνω μακριά από αυτό το μέρος. Το μέρος που ίσως βρίσκεται ήδη αυτός. Σκέφτηκα ανατριχιάζοντας μόνο στην ιδέα.
Ανοίγοντας την πόρτα του δωματίου μου, το βλέμμα μου έπεσε πάνω στο τριαντάφυλλο που βρισκόταν ακόμη πεταμένο πάνω στο κόκκινο χαλί μου. 'Θα το πούμε απόψε...' Σχεδόν άκουσα την εσκεμμένα γλυκιά φωνή του Τοντ να μου το ψιθυρίζει.
Το άρπαξα και ετοιμάστηκα να το πετάξω στο καλάθι των αχρήστων όταν όλα μαύρισαν. Το δωμάτιο μου χάθηκε και ξαφνικά βρισκόμουν σε μια μικρή αίθουσα στολισμένη ανά σημεία με κόκκινες κορδέλες και πανό που έγραφαν 'ΣΥΓΧΑΡΗΤΗΡΙΑ' ή 'ΚΑΛΗ ΑΡΧΗ'. Αλλά δεν ήταν μια οποιαδήποτε αίθουσα. Ήταν η τάξη μου, η αίθουσα που πέρασα όλη την σχολική χρονιά. Αν κοιτούσες προσεκτικά στη μεσαία από τις τρεις σειρές, στο προτελευταίο θρανίο θα έβλεπες χαραγμένα τα αρχικά 'Ρ' και 'Μ', που σκαλίσαμε με την Μέλανη λίγο πριν τον δεύτερο τσακωμό μας επισφραγίζοντας την αιώνια φιλίας μας. Υπήρχε όμως κάτι περίεργο στον τρόπο που φάνταζε το δωμάτιο, λες και ήμουν νυσταγμένη καθώς το παρατηρούσα ή ζαλισμένη. Γι' αυτό άργησα να καταλάβω που βρισκόμουν ή με ποιον.
Και τότε ξαφνικά την είδα, η Μέλανη με κοιτούσε από την ανοιχτή πόρτα της αίθουσας . Ήταν ελάχιστα βαμμένη όμως με κολακευτικό τρόπο και φορούσε το μαύρο βελουτέ της φόρεμα με τα ασορτί γοβάκια. Αλλά αυτό που με σοκάρισε ήταν το βλέμμα που μου έριξε, καθώς μια έκφραση απόλυτης φρίκης ήταν ζωγραφισμένη στο πανέμορφο πρόσωπό της. Έπειτα τα χείλη της κουνήθηκαν σχηματίζοντας λέξεις -σαν άναρθρες κραυγές- που δεν κατάλαβα. Εκτός από δύο. 'Ρόουζ' και 'Βοήθεια'.
Συνήλθα από την επιρροή του οράματος για να αντικρίσω ένα χάος από κόκκινα πέταλα και το μαδημένο κοτσάνι του τριαντάφυλλου στα χέρια μου.
YOU ARE READING
Ένα Όμορφο Τέρας (Μέρος 1ο)
Paranormal"Είμαι τέρας. Εγώ, η Ρόζαλι Τέρνερ είμαι ένα τέρας. Όχι μόνο εξωτερικά, μέσα έξω. Είμαι μια εγωίστρια, τερατόμορφη ψεύτρα. Και αυτό θα μου κοστίσει ακριβά. Αυτό είναι το μόνο σίγουρο." Η Ρόουζ είναι ένα σχεδόν φυσιολογικό κορίτσι που γίνεται συχνά σ...