Τηλέφωνο

537 54 2
                                    

Χρειάστηκα δέκα υπερβολικά αργά καρδιοχτύπια για να συνέλθω από αυτό που είχα ακούσει. Για λίγο, απλά καθόμουν βλέποντας την Μπλουμ να απομακρύνεται νιώθοντας ανίκανη για οτιδήποτε. Μετά απλά μάζεψα τα κομμάτια μου και σκαρφάλωσα πίσω στο δωμάτιο μου, ακριβώς τη στιγμή που ο ήλιος ξεπρόβαλε εντελώς.

Ξάπλωσα στο κρεβάτι μου, χωρίς όμως να νιώθω την παραμικρή κούραση. Άρχισα να παρατηρώ το χώρο στον οποίο έζησα και τα δεκαέξι καλοκαίρια της ζωής μου, το οποίο φάνταζε απίστευτα άδειο αυτή τη στιγμή. Ακριβώς απέναντι από το μονό κρεβάτι μου ήταν ένα μικρό θρανίο με μια μισογεμάτη βιβλιοθήκη. Πάνω από το κεφάλι μου το ταβάνι ήταν ίσιο όμως λίγο παραπέρα έπαιρνε μια μικρή κλήση προς τα κάτω. Εκεί υπήρχε και ένας τετράγωνος φεγγίτης που τώρα άφηνε το φως του ήλιου να φωτίσει τα πόδια και τη μέση μου. Δε ήθελα να γυρίσω για να αντικρίσω τη θέα από το παράθυρο που υπήρχε στο προσκέφαλό μου γιατί γνώριζα πως εκτός από την ήρεμη θάλασσα θα αντίκριζα και κάτι άλλο. Το σπίτι του, μόλις μερικά μέτρα μακριά απ' το δικό μου, φαινόταν ολοκάθαρα.

Ταρακούνησα το κεφάλι μου, μια κίνηση που έδειχνε ενόχληση. Προσπάθησα να ξεκαθαρίσω τις σκέψεις μου όμως αυτές παρέμεναν εντελώς θολές.

Τότε χωρίς να το πολυσκεφτώ ενεργοποίησα το κινητό μου. Βρισκόταν πάνω στο μικρό κομοδίνο δίπλα στο κρεβάτι μου και το είχα κλείσει χωρίς καν να το κοιτάξω, πριν κοιμηθώ, το προηγούμενο βράδυ. Αμέσως εμφανίστηκαν επτά αναπάντητες κλήσεις και δύο μηνύματα από τον ίδιο αριθμό. Τρέμοντας άνοιξα το πρώτο μήνυμα.

«Ρόουζ δεν καταλαβαίνω. Γιατί έφυγες; Έκανα κάτι λάθος; Είπα κάτι που δεν έπρεπε; Αν είναι αυτό τότε συγγνώμη. Σε παρακαλώ έλα πίσω!»

Και έπειτα, θέλοντας να ρίξω κι άλλο αλάτι στις πληγές μου, το δεύτερο.

«Ρόουζ μην γίνεσαι πεισματάρα γαμώτο! Τι άλλο θες να κάνω για να σου αποδείξω πως σε χρειάζομαι; Πες μου τι! Δεν θα σου ξαναστείλω μέχρι να σοβαρευτείς και να καταλάβεις από μόνη σου την αλήθεια. Καληνύχτα.»

Το ένα μήνυμα ήταν εντελώς διαφορετικό από το άλλο. Το πρώτο προφανώς ήταν τη στιγμή που έφυγα από το γήπεδο ενώ το δεύτερο, στο οποίο ήταν ολοφάνερα θυμωμένος, ήταν πολύ αργότερα τη νύχτα. Ο Τομ ποτέ πριν δεν μου είχα ξαναστείλει μήνυμα. Ακόμη κι όταν θέλαμε να συναντηθούμε ή να μιλήσουμε απλά πηγαίναμε ο ένας στο σπίτι του άλλου αφού η απόσταση ήταν ελάχιστη.

Ένα Όμορφο Τέρας (Μέρος 1ο)Where stories live. Discover now