4.Monsters

111 4 0
                                    

Jason's POV

Με ξύπνησε ο ήχος της πόρτας που έκλεισε απότομα.Έξω είναι ακόμα μέρα,πρέπει να κοιμήθηκα πολύ λίγο.Κοιτάω το ρολόι που δείχνει 17.30 και αναστενάζω.Για ακόμα μια φορά δεν κατάφερα να κοιμηθώ όπως ήθελα..

Κάθομαι για μερικά λεπτά ξαπλωμένος και αφού καταφέρνω να κρατήσω τα μάτια μου ανοιχτά σηκώνομαι και πηγαίνω στην κουζίνα.Το σπίτι φαίνεται αρκετά έρημο... Το τραπέζι έχει συμμαζευτεί,τα πιάτα είναι πλυμμένα και ο θείος Βασίλης λείπει,αν και πέρασε το μεσημέρι εδώ.Πάνω στο ψυγείο βλέπω κολλημένο ένα χαρτάκι.Πλησιάζω και καταλαβαίνω το γραφικό χαρακτήρα του θείου Βασίλη.Με ενημερώνει ότι πήγε να κόψει ξύλα για τη νέα κατασκευή του και ότι θα έχει γυρίσει πριν τις 21:00.'Ίσως μείνω και το βράδυ' λέει.

Ο θείος Βασίλης είναι γνωστός για τις κατασκευές του.Ήταν από πάντα το πάθος του.Όταν ήμουν μικρός μου έφτιαξε ένα μεγάλο ξύλινο σπιτάκι και εγώ προσποιούμουν ότι ζούσα εκεί. Πρόσφατα μου έφτιαξε ένα μικρό αεροπλάνο το οποίο έχω τοποθετήσει πάνω στο έπιπλο που αποκαλώ ντουλάπα. Είναι το μόνο πράγμα που ομορφαίνει το δωμάτιό μου...

Με την άκρη του ματιού μου αντιλαμβάνομαι κάτι να κινείται στα αριστερά μου.Με βγάζει κατευθείαν από τις σκέψεις μου και καρφώνομαι σε αυτό που είδα,ή έστω που νομίζω ότι είδα...Μα εγώ δεν άκουσα την πόρτα να κάνει θόρυβο;Αλλά δεν έχει έρθει κανείς. Τότε ποιός βάρεσε την πόρτα..;

Ξαφνικά νιώθω την καρδιά μου να χτυπάει όλο και πιο γρήγορα,στάλες ιδρώτα να πέφτουν από το μέτωπο στο λευκό φακελάκι μου και τις παλάμες μου υγρές.Ηρέμησε Ιάσονα...

Αποφασίζω -για πρώτη φορά στη ζωή μου- να ακολουθήσω τις οδηγίες του μπαμπά.Κατευθύνομαι στην αποθήκη που έχουμε κάτω από τη σκάλα.Σηκώνω το χαλάκι που υπάρχει στρωμένο στο πάτωμα και πιάνω στα χέρια μου το κλειδί.Προσπαθώ να ξεκλειδώσω την πόρτα,αλλά μάταια.Δεν μπορώ να ελέγξω τα χέρια μου.Πλέον με έχει κυριεύσει το άγχος.

Επιτέλους τα καταφέρνω. Την ανοίγω διάπλατα και αρπάζω το φακό που είναι κρεμασμένος πάνω της.Φωτίζω μέσα στην αποθήκη καθώς παρατηρώ προσεκτικά τριγύρω.Εδώ μέσα είναι πεντακάθαρα και παρόλο που ο χώρος έχει να αεριστεί -από όσο ξέρω τουλάχιστον- αρκετό καιρό, η μυρωδιά είναι φρέσκου αέρα.Λογικά θα μου είπαν ψέματα ακόμα και για αυτό.

Ο χώρος είναι γεμάτος όπλα.Είναι τόσα πολλά κρεμασμένα γύρω γύρω, που δε φαίνεται καν το χρώμα του τοίχου.Όπλα, σφαίρες, μαχαίρια με παράξενες λαβές...Ομολογώ πως ούτε για αυτό ήξερα κάτι.Σε λίγο θα βρω και κανένα πτώμα μέσα στο ίδιο το σπίτι μου!Συγκεντρώνομαι και καταφέρνω να διακρίνω το όπλο που μου είχε δώσει ο μπαμπάς όταν ήμουν 12.Ναι,ήμουν μόνο 12 όταν έπιασα όπλο στα χέρια μου για πρώτη φορά.Θυμάμαι τη σκληρή υφή του στα χέρια μου και ανατριχιάζω...

Διώχνω αυτές τις 'ωραίες αναμνησεις' από το μυαλό μου,παίρνω το όπλο χωρίς να το πολύ σκεφτώ και βγαίνω αποφασισμένος στην αυλή.Μα όλα είναι φυσιολογικά εδώ...Γυρνάω το βλέμμα μου στο σπίτι και παρατηρώ ότι η πόρτα γέρνει κάπως.Πλησιάζω και καταλαβαίνω ότι έχει φύγει μια βίδα και χτυπάει συνεχώς πάνω στο κούφωμα κάνοντας έναν ήχο,λίγο πιο χαμηλό από αυτόν που άκουσα εγώ.Μάλλον θα φύσηξε αέρας πριν και για αυτό ο γδούπος ήταν τόσο δυνατός.Κάνω μια βόλτα γύρω από το σπίτι μήπως παρατηρήσω τίποτα παράξενο αλλά όλα φαίνονται φυσιολογικά. Χαζέ Ιάσονα,τι σκεφτόσουν; Ότι θα βγει κανένα τέρας και θα αρχίσει να σε κυνηγάει στα καλά καθούμενα,όπως σου έχουν πει ότι θα γίνει;Χα,που ζούμε,στο Scooby-Doo;

Γελάω με τον εαυτό μου και αποφασίζω να μην ασχοληθώ άλλο με το θέμα. Έτσι μπαίνω μέσα,τακτοποιώ το όπλο στη θέση του,δίπλα στα υπόλοιπα,και αφού ξανά κλειδώσω μπαίνω στην κουζίνα για να κάνω κάτι να φάω.Όμως κάτι εξακολουθεί να μου φαίνεται λάθος...

Ολοκληρώνω το σάντουιτς,σηκώνω το πιάτο και αλλάζω μεριά το σώμα μου για να κάτσω στο τραπέζι και να φάω.Όμως πριν από αυτό κοιτάω τον εαυτό μου στον καθρέφτη που είναι κρεμασμένος στον απέναντι τοίχο και βλέπω πίσω μου την ίδια σκιά με πριν.Το πιάτο μου φεύγει από τα χέρια χωρίς να το καταλάβω. Η σκιά με πλησιάζει επικίνδυνα γρήγορα.Νιώθω την αδρεναλίνη να κυλάει στις φλέβες μου πιο γρήγορα από ποτέ.Προσπαθώ να κάνω κάποια κίνηση μα δεν μπορώ.Και ξαφνικά,σκοτάδι.

Uncle Bob's POV

Επιτέλους τελείωσα με τα ξύλα και τώρα μπορώ να ετοιμάσω την κορνίζα που μου ζήτησε η Στέλλα.Ανυπομονώ να πιάσω δουλειά!

Βάζω μπρος και σε είκοσι περίπου λεπτά βρίσκομαι έξω από το σπίτι του Ορέστη.Μάλλον εκείνος και η Στέλλα ακόμα λείπουν.Κανένα αμάξι δεν είναι εδώ...Βγάζω τα κλειδιά από το αγροτικό και κατευθύνομαι στην είσοδο του σπιτιού.Όμως κάτι φαίνεται λάθος...Η πόρτα έχει ξεχαρβαλωθεί και μπορώ να διακρίνω γυαλιά από το μικρό άνοιγμα που δημιουργεί.Τρέχω αμέσως στο αυτοκίνητο,ανοίγω την πίσω πόρτα,σηκώνω το κάθισμα και ξεβιδώνω τα σανίδια με τις εκατοντάδες ζωγραφισμένες παγίδες πάνω.Παίρνω το όπλο μου,το γεμίζω σφαίρες και καλού κακού παίρνω και από αυτές που είναι γεμάτες με αλάτι.Κάνω αθόρυβα το γύρο του σπιτιού και δε βλέπω τον Ιάσονα πουθενά.Μπαίνω μέσα από την πίσω πόρτα και βλέπω τον Ιάσονα στο πάτωμα.Ο Ιάσονας βρίσκεται στο πάτωμα αναίσθητος και υπάρχουν αίματα παντού.Ο Ιάσονας μου,αναίσθητος στο πάτωμα.Δε θα το αντέξω να χάσω και αυτόν...Τρέχω στο τηλέφωνο και καλώ ένα ασθενοφόρο και αμέσως μετά τον Ορέστη και τη Στέλλα.Μέσα σε δέκα λεπτά έχουν φτάσει όλοι.Όμως ο Ιάσονας ακόμα να ξυπνήσει...

Born under a bad signWhere stories live. Discover now