Κεφάλαιο 26

236 30 0
                                    

Τοποθέτηση προϊόντος:Barbie και Lacta

Παρασκευή 23 Δεκεμβρίου
Ράνια:
Οι μέρες περνάνε γρήγορα χωρίς απρόοπτα. Κάθε μέρα συναντιέμαι με τον Ντάνιελ, πάμε μαζί σχολείο και γενικότερα συμπεριφερόμαστε σα ζευγάρι. Η Ράσελ δεν έχει ξαναπάθει κάτι, μπορεί να ήταν κάποια ίωση. Ο Μίκυ ζηλεύει καθώς η Γκρέις και ο Τζέικομπ περνούν πολύ χρόνο μαζί. Με τον Σαμ μιλάμε αρκετά και μάλιστα δύο φορές έχει έρθει σπίτι μου. Επίσης απομένουν δτο μέρες μέχρι τα Χριστούγεννα τέλειο; Γεεεειιιι είμαι τόσο χαρούμενη που θα τα περάσω με έναν άνθρωπο σα τον Ντάνιελ δίπλα μου. Το σχολείο επιτέλους έκλεισε για διακοπές χριστουγέννων και έχει ήδη αρχίσει να πέφτει το πρώτο χιόνι. Ο κόσμος τρυγυρνάει ευδιάθετος στην στολισμένη πόλη μας, φορώντας αστέια σκουφάκια, πολύχρωμα κασκόλ για να κρύβουν τις αναψοκοκκινισμένες μυτούλες τους και τα μικρούλια παίζουν με το χιόνι. Τι υπέροχη γιορτή τα χριστούγεννα...και θα είναι ακόμα καλύτερη αφού την ημέρα αυτή θα έχουμε και πανσέληνο...τι ρομαντικάάάά χιχιχι.
<<Ράνια τι δώρο θα μου πάρεις;>> διακόπτει τον ηρμό μου η Πέιζλυ.
<<Αφού σου είπα Πέιζλυ θα σου πάρω τη barbie με το μονόκερο>>
<<Όχι αυτήήή>> λέει παραπονιάρικα.
<<Εσύ μου τη ζήτησες βρε σκατό>>.
<<Όχι θέλω καινούργιες πουέντ για το μπαλέτο>>.
<<Γιατί να μην στις πάρει η μαμά με τον μπαμπά;>>
<<Πφφφ καλά>>σχηματίζει ένα τόσο λυπημένο φατσάκι με τα χειλάκια της που δεν αντέχω υποκίπτω.
<<Έλα θα στις αγοράσω εγώ. Τί θα ζητήσεις από τους γονείς μας;>>
<<Το τροχόσπιτο αλλά και το μονόκερο της barbie>>.
<<Μα φυσικά πώς δεν το σκέφτηκα>>χαμογελάω.
Με παίρνει αγκαλιά και μου δίνει ένα φιλάκι στο μάγουλο. Πόσο την αγαπάω την αδερφή μου.
<<Φεύγω εγώ γκερλ, πάω μπαλέτο>>.
<<Τσάο μουτσάτσα>> την αποχεραιτώ εγώ σουφρώνοντας τα χείλη.
Ακούω τα βήματά της στη σκάλα, ένα "γεια φεύγουμε" από εκείνη και τη μαμά και μετά την πόρτα που κλείνει.
<<Ναιιι είμαι μόνη μου..πάω στον έρωτά μου>>λέω και τρέχω κάτω τις σκάλες μέχρι που φθάνω στο ψυγείο. <<Μμμ...γιαούρτι, φρούτα, δημητριακά, τοστ (ξύνω το κεφάλι μου)...εδώ είμαστε κουβερτούρα>>μιλάω στον εαυτό μου πάλι γουρλώνοντας τα μάτια. Αποφάσισα να τη λιώσω και να τη βάλω πάνω σε ψωμί..γιααααμιιι:)
<<Δεν πιστεύω να νόμιζες πως θα τη φας όλη μόνη σου>>.
Γυρίζω το κεφάλι μου και ποιον να αντικρίσω; Τον Ντάνιελ. Λιώνω πιο γρήγορα και από την κουβερτούρα.
<<Πώς μπήκες μέσα;>>
<<Να μην σε νοιάζει Όρι>>
Δεν τον ξαναρωτάω. Μου αρέσει που είναι τόσο μυστήριος. Τί άλλα μυστήρια μου κρύβεις Ντάνυ;
<<Άντε έλα να με βοηθήσεις>>
Υπακούει και αρχίζει να ψαχουλεύει τα ντουλάπια.
<<Σα το σπίτι σου>>τον πειράζω.
Βγάζει έναν ευχάριστο ήχο θα έλεγα και συνεχίζει να ανοιγοκλείνει τα ντουλάπια. Βρίσκει μια μικρή κατσαρολίτσα, τη γεμίζει νερό μέχρι τη μέση και την τοποθετεί στο μάτι της κουζίνας, ενώ εγώ παράλληλα κόβω σε κομματάκια την κουβερτούρα. Έρχεται από πίσω μου τόσο κοντά μου που νιώθω το στήθος του στον σβέρκο μου. Αγγίζει τους ώμους μου με τα χέρια του κατεβάζοντάς τα σιγά σιγά και τρυφερά μέχρι να φτάσει στις παλάμες μου και να κόβουμε μαζί την κουβερτούρα. Παίρνει ένα μικρό κομμάτι και με ταΐζει.
<<Είσαι το πιο γλυκό κομμάτι της ζωής μου>>μου εξομολογείται.
<<Εεε τί ήταν αυτό σπόντα της lacta;>>
Γελάει. Πιάνω το τελευταίο κομμάτι που απέμεινε ( τα άλλα τα βάλαμε σε ένα μικρό μπρίκι μέσα στην κατσαρολίτσα) και το βάζω μέσα στο στόμα μου μισό μέσα μισό έξω, ανάμεσα στα δόντια μου.
<<Κοίτα ποιοθ θα φάει το κομμάτι>>ψευδίζω λόγω της πλάκας κουβερτούρας.
<<Εγώ>>απαντάει και μου γραπώνει την κουβερτούρα μέσα από τα δόντια μου. Τη μασάει απελπιστηκά αργά και όταν την καταπίνει, ανασαίνει πάνω μου. Μια μυρωδιά γλυκιάς σοκολάτας με παγιδεύει.
<<Έχεις κάτι στο δόντι σου>>τον πειράζω ως ριβέντζ=εκδήκηση.
<<Στο ίδιο δόντι που έχεις και εσύ κάτι;>>
Αυτόματα σταματάω να γελάω και κλείνω το στόμα μου.
<<Ψάριιιι>>με κοροϊδεύει και μου δίνει ένα φιλί στο μάγουλο.
Τον στραβοκοιτάω παιχνιδιάρικα και παίρνω από το μάτι της κουζίνας την κουβερτούρα. Βάζω το δείχτη μου μέσα στο μπρίκι με το γλυκό και το γεύομαι...μμμ σκέτη κόλαση. Ξαναπαίρνω λίγη και ψιλοπασαλείβομαι. Χωρίς να χάσει ευκαιρία ο Ντάνιελ γλύφει όση κουβερτούρα βρισκόταν απροστάτευτη στο πρόσωπο μου.
<<Ιιιι βρωμιάρη>>τον αποκαλώ σπρόχνωντάς τον.
Εκείνος με μια ταχυδακτυλουργική κίνηση παίρνει το μπρίκι από το χέρι μου, πιάνει λίγη σοκολάτα και την αλείφει στη μύτη μου. Με όση απέμεινε ζωγραφίζει μια τραγική καρδούλα στο μάγουλό μου. Εγώ ξαναβουτάω το δάχτυλό μου και του ζωγραφίζω ένα γελείο μουστάκι.
<<Μου πάει ε;>>
<<Ναι Ντάνυ κούκλος είσαι>>ρολάρω τις κόρες των ματιών μου.
Μου πιάνει το πιγούνι και μας φέρνει σε απόσταση αναπνοής. Δεν κρατιέμαι άλλο και λέω
<<Χιχιχιχι από εδώ φαίνεται πως έχεις ένα μάτι>>.
<<Χαχα Όρι έλεος>>.
<<Έλααα σ' άρεσε>>.
<<Όχι δε μου άρεσε>>.
<<Άντε βρε μικρούλη>>.
Γελάει.
<<Μην με ξαναπεις μικρούλη, Όρι!>>
<<Κάνε με>>λέω προκλητικά.
Ο Ντάνιελ πιάνει το σύνθημα και με φιλάει. Κάνω πως διαμαρτύρομαι και εκείνος γελάει πάνω στα χείλη μου. Με φιλάει απαλά δίνοντάς μου μικρά μικρά φιλάκια.
<<Μόνο αυτό μπορείς να κάνεις;>>
Γελάει και με σηκώνει βάζοντάς με πάνω στον πάγκο. Με φιλάει δυνατά και για να κρατήσω την ισορροπία μου, στερεώνω το πίδω μέρος του κεφαλιού μου σε κάτι ντουλάπια. Δαγκώνει και τραβάει παθιασμένα το κάτω χείλος μου και μετά το πάνω. Μου ξεφεύγει ένας αναστεναγμός και αυτός βρίσκει ευκαιρία να νιώσει τη γλώσσα μου. Αυτή η αίσθηση κάνει τα μάτια μου να πεταρίσουν. Χάνω το έλεγχο της γλώσσας μου η οποία χορεύει με αυτή του Ντάνιελ...πόσο με ελκύει αυτό το άτομο. Δε σταματάει να παίζει με τη γλώσσα μου παρά μόνο όταν απομακρύνεται για να καταφέρουμε να πιάσουμε ξανά την αναπνοή μας. Κοιταζόμαστε και μου κλέινει το μάτι. ΠΕ-ΘΑΊ-ΝΩ!!
<<Εσύ μου το ζήτησες>>.
<<Καλά έκανα>>χαμογελάω ευτυχισμένη και αυτός με μιμείται.

Κίτρινοι ΔαίμονεςTahanan ng mga kuwento. Tumuklas ngayon