Ο Ίαν τον τελευταίο καιρό φαινόταν αγχωμένος. Μου είχε ζητήσει να είμαι προσεκτική αλλά δίχως λόγο. Προσέχω τα τρίδυμα συνήθως και με την Άλις γίναμε κολλητές. Καθόμουν με τους μικρούς και παίζαμε με φιγούρες μέχρι που ήρθε μια υπηρέτρια. Δεν την είχα ξαναδεί όμως.
“Δεσποινίς Κάρολαιν έρχεστε λίγο μαζί μου;” ρώτησε. Φαινόταν συμπαθητική και χαρούμενη.
“Εμ εντάξει” είπα και σηκώθηκα.
“Απλά ήθελα την βοήθεια σας με κάτι. Ξέρετε θέλω να πάω στην πόλη για να πάρω κάτι πράγματα αλλά δεν μπορώ μόνη και σκέφτηκα ίσως με βοηθήσετε”
“Ναι φυσικά.” απάντησα δίχως να το σκεφτώ.
Όταν φτάσαμε στην πόλη περπατήσαμε τριγύρω, μιλούσαμε και γελούσαμε. Ήταν ωραία μέρα και το απόγευμα ήρθε γρήγορα.
“Είναι ένα ακόμα μαγαζί που θέλω να πάω αν δεν σας πειράζει” είπε και εγώ χαμογέλασα.
Μπήκαμε σε ένα μικρο μαγαζί με μπαχαρικά. Κοίταξα τριγύρω και ένας νέος άντρας βγήκε από το πίσω μέρος. Ήταν πολύ γοητευτικός. Είχε ξανθά μαλλιά και όταν με κοίταξε πρόσεξα δύο μεγάλα κάστανα μάτια.
“Γεια σου Λουίζα” είπε ο άντρας στην κοπέλα. “Έφερες παρέα βλέπω” είπε.
“Ναι είναι το αφεντικό μου η Κάρολαιν” είπε και χαμογέλασα.
“Συγνώμη που το λέω αλλά ουαου. Είστε πολύ γοητευτική” είπε και κοκκίνισα. Μα γιατί κοκκινίζω εγώ έχω τον Ίαν.
Η Λουίζα είπε αυτά που ήθελε και άνοιξε ένα μαντιλάκι. Τα έβαλε πάνω και τα πάτησε. Με κοίταξε και χαμογέλασε. Ξαφνικά πετάχτηκε πάνω μου και μου έκλεισε το στόμα με το μαντίλι. Δίχως να το θέλω μύρισα το περιεχόμενο και άρχισαν να θολώνουν όλα. Έπεσα κάτω με έναν ήχο και όλα έσβησαν.
Λουίζας POV
"Λου το παράκανες” απάντησε ο Τζέιμς.
“Τουλάχιστον πήραμε αυτό που θέλαμε ανόητε. Το αφεντικό θα χαρεί ” απάντησα και χαμογέλασα σατανικά. Ο Τζέιμς την σήκωσε στα χέρια του και μπήκαμε στο αμάξι που μας περίμενε.
Φτάσαμε στο σπίτι του αφεντικού και μπήκαμε μέσα. Ο φουσκωτός ηλίθιος ήρθε και στάθηκε μπροστά μας.
“Δεν την χτυπήσατε ελπίζω” είπε και κοίταξε την κοπέλα.
Στριφογύρισα τα μάτια μου βγάζοντας ένα “τσ” από μέσα μου.
“Γκρέγκορι εμείς δεν κάνουμε τις δουλειές όπως εσύ, ερασιτεχνικά” είπα και εκείνος με κοίταξε άγρια.
Μας οδήγησε στο γραφείο του αφεντικού και μπήκαμε μέσα.
“Αφεντικό δες τι σου φέραμε” είπε ο ανόητος Τζέιμς όλο χαρά.
Το αφεντικό κοίταξε πάνω από την δουλειά του. Κοίταξε την κοπέλα και παρατήρησα ότι θύμωσε.
“Την βαρέσατε;” είπε κοιτώντας μας άγρια.
“Όχι, όχι απλά..” πριν προλάβω να τελειώσω με σταμάτησε.
“Παραδώστε την στον Γκρέγκορι. Τα λεφτά είναι πάνω στο τραπέζι” είπε και κοίταξε πίσω στον υπολογιστή του. Πήγα στο τραπέζι και άνοιξα το φάκελο. Χαμογέλασα και βγήκαμε έξω.
“Πολύ άγριος ρε συ” είπε ο Τζέιμς.
“Σιγά” απάντησα και είδα τον χοντροκέφαλο να έρχεται.
“Φέρε δω” είπε και άρπαξε την κοπέλα.
“Ήρεμα μεγάλε” απάντησα και τον ακούμπησα.
Εκείνος τραβήχτηκε γρήγορα λες και έχω λέπρα.
“Πάμε Τζέιμς” απάντησα και τον έπιασα απο το χέρι.
Δεν ήξερα όμως ότι ο Γκρέγκορι μας κοιτούσε και έβρισε τον εαυτό του που φέρθηκε έτσι.
Κάρολαινς POV
Άνοιξα τα μάτια μου και κοίταξα τριγύρω. Ήμουν ξαπλωμένη σε ένα καναπέ. Θυμήθηκα αμέσως τι έγινε και σηκώθηκα γρήγορα με αποτέλεσμα να ζαλιστώ.
“Πρόσεχε τίγρη, θα πάθεις τίποτα” είπε ένας άντρας που ακουμπούσε στον τοίχο. Ήταν ψηλός και γεροδεμένος.
“Που είμαι;” ρώτησα.
“Είσαι σε ένα σπίτι, με άτομα τα οποία δεν θα σου κάνουν κακό. Είμαι ο Γκρέγκορι” είπε και χαμογέλασε.
“Γιατί είμαι εδώ αφού δεν θα μου κάνετε κακό; Και αν όχι γιατί με απαγάγατε;” ρώτησα.
“Αυτά θα στα απαντάει το αφεντικό. Η δουλειά μου είναι να σε προστατεύω” είπε.
“Εγώ δεν πάω πουθενά. Θέλω να μιλήσω στο αφεντικό σου τώρα” φώναξα.
Ξαφνικά ένιωσα κάτι να σκεπάζει τα χείλη μου και γούρλωσα τα μάτια.
Γεια σας παιδιά. Γύρισα και θα γίνει χαμόςςςςς.
Αναστασία ♥
BẠN ĐANG ĐỌC
Ερωτεύτηκα τον Άντρα μου.
Lãng mạn"Θα παντρευτείς Κάρολαιν" είπαν οι γονείς της. Ένιωσε οργή μα και στεναχώρια. Γιατί έπρεπε να παντρεύεται κάποιον που δεν ξέρει καν;