Chapter 12

7.3K 509 10
                                    

Η πόρτα άνοιξε και μέσα μπήκε..


Ο Όλιβερ. Όμως ήταν διαφορετικός. Τα καφέ μάτια του τώρα ήταν κόκκινα και με κοιτούσε με ένα πεινασμένο βλέμμα. Τα πόδια μου δεν κρατήθηκαν άλλο και έπεσα με έναν δυνατό ήχο.


"Θα περάσουμε ωραία, μικρό μου γατάκι" είπε και τα μάτια μου έκλεισαν.

Μάθιους POV

Το μικρό γατάκι γύρισε και με κοίταξε. Τα μάτια της ήταν κόκκινα από το κλάμα. Για ένα λεπτό εκεί ένιωσα συναίσθημα; Ανοησίες. Μετά έπεσε κάτω και εγώ χαμογέλασα πριν την σηκώσω. Τα μάγουλα της ήταν βρεγμένα από τα δάκρυα και με την γλώσσα μου τα σκούπισα. Φαντάστηκα τι έκφραση θα κάνει ο Ίαν όταν τις σπάμε ένα ένα τα κόκαλα μπροστά του. Ανατρίχιασα από χαρά. Κοίταξα στο τραπέζι και είδα το παλιό ημερολόγιο της μητέρας του Ίαν. Επιτέλους έμαθε για εμάς το μικρό γατάκι. Με μια κίνηση ήμουν στο υπόγειο κρησφύγετο. Το να είσαι βρικόλακας έχει τα καλά του. Ο Όλιβερ καθόταν σε μια πολυθρόνα και μόλις με είδε σηκώθηκε.

"Είπα να την φέρεις ζωντανή ανόητε!" φώναξε.

"Σκάσε ζωντανή είναι, απλά το ηλίθιο σου κόλπο με το κλειδί και την αυτόματη σύριγγα στο δέντρο φταίει" είπα. Την άφησα στην καρέκλα και έδεσα τα χέρια και τα πόδια της. Ένωσα τον σωλήνα που θα τραβάει το αίμα της με την φλέβα του χεριού της.

"Και τώρα;" ρώτησα.

"Τώρα περιμένουμε τον Ίαν" είπε ο αδερφός μου.

Ιανς POV

"Ίαν δεν μπορείς να της κρύβεσαι για πάντα" είπε ο Στέφαν. Ο κολλητός μου που είναι και αυτός δαίμονας είπε.

"Θα με φοβάται Στεφάν. Είναι τόσο απροστάτευτη δεν μπορώ να την τρομάξω έτσι" είπα και ξεφύσηξα. Οι τελευταίοι μήνες ήταν δύσκολοι. Πρώτη φορά άνοιξα την καρδιά που νόμιζα ότι δεν έχω σε κάποιον και τώρα που το έκανα δεν θέλω να την χάσω. Καλύτερα να κρύβω αυτό το απαίσιο μυστικό.

"Δεν φοβάσαι ότι τα αδέρφια σου θα κάνουν κάτι;" ρώτησε ο Ίαν.

"Έχω βάλει δικούς μου ανθρώπους σε όλη την έπαυλη" είπα.

"Νομίζεις αυτό θα σταματήσει τα αδέρφια σου; Ίαν είσαι πιο έξυπνος από αυτό" είπε. "Πάρε ένα τηλέφωνο σπίτι" συμπλήρωσε ο φίλος μου.

"Καλά" ξεφύσηξα.

Το τηλέφωνο χτύπησε πολλές φορές μα κανένας δεν το σήκωσε. Ο Στέφαν κοιτούσε το πρόσωπο μου ώστε να καταλάβει τι γίνεται. Αμέσως σηκώθηκα και βγήκα από το γραφείο. Κάρολαιν ελπίζω μα μην έχεις πάθει κάτι αλλιώς θα γίνει χαμός.

Third Person's POV

Ο Ίαν έτρεχε στο δρόμο. Βέβαια τα αδέρφια τα είχαν προβλέψει όλα. Ο Ίαν κατάλαβε ότι τα φρένα του δεν δούλευαν. "Έπρεπε να το είχα καταλάβει" είπε. Πήδηξε έξω από το αμάξι και βρέθηκε στο δρόμο. Σκούπισε τα χώματα από τα ρούχα και το πρόσωπο του και χαμογέλασε. Δεν ήταν πρωτάρης. Ήταν ο πρωτότοκος γιος του βασιλιά των δαιμόνων. Άνοιξε μια πύλη και αμέσως βρέθηκε στην έπαυλη.
Οι άνθρωποι του ήταν άλλοι δεμένοι και άλλοι αναίσθητοι. Άλλοι ήταν και νεκροί. "Κάρολαιν που είσαι"

Κάρολαινς POV

Άνοιξα τα μάτια μου και προσπάθησα να κουνηθώ μα πόνεσα. Κοίταξα κάτω και ήμουν δεμένη σε μια καρέκλα. Στο χέρι μου είχα ένα σωληνάκι. Κοίταξα επάνω και το σωληνάκι οδηγούσε σε μια σακούλα που γέμιζε σιγά σιγά με αίμα. Το δικό μου αίμα. Ακούμπησα το κεφάλι μου πίσω μιας και ένιωσα αδιάθετη.

"Μην κάνεις πολλές κινήσεις γατάκι, έτσι θα πεθάνεις γρήγορα" άκουσα μια φωνή να λέει. Κοίταξα γύρω. Ήμουν σε ένα υπόγειο. Ήταν σκοτεινά με ένα μοναδικό φως από πάνω μου. Παντού θα αναγνώριζα όμως αυτή την φωνή.

"Μάθιου που είμαι;" ρώτησα.

"Σε ένα υπόγειο. Λυπάμαι που αυτό θα είναι το μέρος που θα πεθάνεις" απάντησε μια άλλη φωνή, ο Όλιβερ.

"Μπορείτε να βγείτε από τις σκιές" είπα.

Εκείνοι εμφανίστηκαν μπροστά μου με κόκκινα μάτια σαν αίμα.

"Γιατί το κάνετε αυτό;" ρώτησα.

"Είναι απλό. Θέλουμε εκδίκηση. Μισούμε τους δαίμονες. Ο πατέρας μας θέλει την βασιλεία" απάντησε ο Όλιβερ.

"Ο πατέρας σας, ο βασιλιάς των βρικολάκων σωστά;" ρώτησα.

"Πολύ σωστά. Σιγά μην ήμασταν παιδιά δαίμονα. Του χειρότερου εχθρού μας" απάντησε.

"Γιατί εμένα;" ρώτησα. Η φωνή μου δυνάμωνε.

"Επειδή είσαι η αδυναμία του Ίαν" απάντησε ο Μάθιου.

Ο Όλιβερ με πλησίασε και ξαφνικά κρακ. Ένας οξύς πόνος διαπέρασε το πόδι μου και ούρλιαξα από πόνο.


Third Person's POV

Ήταν αρκετά εύκολο να εντοπίσει ο Ίαν τα αδέρφια του. Μια τεράστια παλιά έπαυλη βρισκόταν μπροστά του. Άκουσέ ένα ουρλιαχτό και η καρδιά του σταμάτησε. Έτρεξε μέσα και τα μάτια του έγιναν χρυσά. Ένα πράγμα ήξερε. Όποιος ακούμπησε την Κάρολαιν ήταν νεκρός.

Γειά σας. Άλλο ένα κεφάλαιο. Δεν ξέρω άμα σας αρέσει που έκανα τους πρωταγωνιστές βρικόλακες και δαίμονες. Ήθελα όμως μια τέτοια ιστορία. Ελπίζω να σας άρεσε. Τα λέμε στο επόμενο κεφάλαιο.

Αναστασία♥

Ερωτεύτηκα τον Άντρα μου.Tempat cerita menjadi hidup. Temukan sekarang