Κεφάλαιο 5: Άρχισαν τα όργανα...

976 98 4
                                    

Με το κλείσιμο της πόρτας, η Ελευθερία κατέρρευσε. Θεέ μου, τον αγαπούσε ακόμα, την αναστάτωνε... Δεν ήξερε πώς να το διαχειριστεί όλο αυτό.Ήθελε πολύ να μιλήσει στον αδερφό της αλλά μετά το χτεσινό φοβόταν. Δεν ήξερε πώς θα το έπαιρνε ο Φάνης όλο αυτό. Ο Φάνης την υπεραγαπούσε και τα έβαζε με όποιον της φερόταν άσχημα χωρίς να λογαριάζει τις συνέπειες. Αν μάθαινε ότι ο Οδυσσέας ήρθε μέχρι εδώ για να της μιλήσει, θα τον έσπαγε στο ξύλο, δεν υπήρχε περίπτωση. 

"Χριστούλη μου, τι να κάνω; Τον αγαπάω ακόμα αλλά πρέπει να τον ξεχάσω... Ποτέ δε δέχτηκε το πώς ήμουν φτιαγμένη, ήθελε να με αλλάξει...". 

Κοίταξε την πόρτα της βιβλιοθήκης απέναντί της. Ήξερε πως τέτοια ώρα ο πατέρας της βρισκόταν εκεί διαβάζοντας βιβλία ή μελετώντας δικογραφίες. Η ανάγκη να ακούσει τις συμβουλές του την έσπρωξε να χτυπήσει την πόρτα.

-Ναι; ακούστηκε η γλυκιά φωνή του.

-Ενοχλώ; ρώτησε η Ελευθερία ανοίγοντας ελαφρώς την πόρτα.

-Όχι, παιδί μου, πέρασε μέσα.

Η κοπέλα υπάκουσε. Αφού μπήκε μέσα, προχώρησε προς το παράθυρο που έβλεπε στον κήπο. Ήταν χαρά Θεού εκεί έξω. Τα παιδάκια έπαιζαν χαρούμενα, τα πουλιά τιτίβιζαν ανέμελα και τα λουλούδια άνθιζαν κάθε μέρα και περισσότερο. "Πόσο θα ήθελα να ήμουν ένα πουλί ή μια πεταλούδα... Να πετάω ψηλά στον ουρανό και να ξεχνάω τα πάντα..."

Ο Θωμάς κοίταξε την κόρη του και χαμογέλασε. Πάντα αυτό έκανε όταν θα του εξομολογιόταν κάτι. Δε μιλούσε παρά μόνο κοίταζε το παράθυρο έξω στον κήπο χαζεύοντας τα πουλιά και τις πεταλούδες. Ήταν πολύ ευαίσθητο κορίτσι η μικρή του.

-Τι συμβαίνει, κορίτσι μου; τη ρώτησε αποσπώντας την από τις σκέψεις της.

-Μπαμπά... Θέλω να σου μιλήσω... απάντησε εκείνη με μάτια υγρά και χώθηκε μεμιάς στη γνώριμη πατρική αγκαλιά.

-Τι έχεις, παιδί μου;

-Μπαμπά... Τον αγαπάω ακόμα... Ήρθε πριν λίγο εδώ και μου έλεγε πως με αγαπάει και τον έδιωξα μπαμπά μου... Δεν τον άφησα καν να μιλήσει... Τον έδιωξα χωρίς δεύτερη σκέψη... Και χτες στο πάρτι το ίδιο έκανα... Είμαι κακός άνθρωπος, μπαμπά;

Ο Θωμάς χάιδεψε το κεφάλι της Ελευθερίας τρυφερά.

-Όχι, παιδί μου, δεν είσαι κακός άνθρωπος. Πληγωμένη είσαι από έναν αχάριστο που δεν εκτίμησε ποτέ το χαρακτήρα και τα πλεονεκτήματά σου. Ο τρόπος που του φέρθηκες ήταν πολύ σωστός. Αφού σε ήθελε σκληρή, καλά του έκανες. Σε είχε δεδομένη, κορίτσι μου, κι όταν τον εγκατέλειψες κατάλαβε πόσο σημαντική ήσουν γι' αυτόν. Πολύ αργά όμως... Τώρα που έχει καταλάβει ότι δεν πρόκειται να γυρίσεις κοντά του και πως κάποτε θα φτιάξεις τη ζωή σου με άλλον, σε θέλει απεγνωσμένα. Θα βρεις τον κατάλληλο, γλυκό μου παιδί, που θα σε δεχτεί ακριβώς γιατί είσαι έτσι και δε θα προσπαθήσει να σε αλλάξει.

Σε ερωτεύομαιWo Geschichten leben. Entdecke jetzt