Φτάσαμε στο σπίτι του Δημήτρη καθώς δεν ηταν και πολύ μακριά και χτυπησαμε το κουδούνι.
Εκείνος μας άνοιξε, κι εμείς ανεβήκαμε στον τρίτο όροφο οπου βρισκόταν το διαμέρισμά του.
Όταν μπήκαμε μέσα, ο μόνος που είχε ερθει, ηταν ο Πέτρος.
"Ο Στρατής;" ρώτησε η Παναγιώτα.
"Θα αργήσει λιγο." της απάντησε ο Δημήτρης γλυκά και την αγκάλιασε απο τους ώμους.
Και τα δυο ζευγαρακια που ηταν στο δωμάτιο είναι πολύ κιουτ.
Οι φίλες μου δείχνουν πολύ ευτυχισμένες.
"Τι λέτε, θα φάμε τίποτα;" ρώτησε ο Δημήτρης.
"Ναι ΑΜΕ!" πετάχτηκε η Όλγα, πρωτη στο φαγητο..
"Τι θέλετε να παραγγειλουμε;" ρώτησαν τα αγόρια και στην σκεψη φαγητού στο στομάχι μου γουργουρισε.
Όλο την ημερα δεν είχα φαει τίποτα αφού κοιμομουν και γενικά φοβόμουν μην μου φέρει παλι ανακατωσουρα.
"Η Άρτεμις θα αποφασίσει! Την βλέπω λίγο σιωπηλή σήμερα!" είπε ο Δημήτρης χαρωπα.
"Εντάξει" είπα και χαμογελασα παίρνοντας τους καταλόγους στα χέρια μου.
"Μμ, τι θα λεγατε για καμια πίτσα;" ρώτησα και λίγο έλειψε να μου τρέξουν τα σάλια.
"Κανένα πρόβλημα!" συμφώνησαν τα παιδιά και παραγγειλαμε.
Η ωρα είχε περάσει πολύ και οι πίτσες, οπου να 'ναι θα ερχόντουσαν. Στράτος όμως, πουθενά..
Περνουσαμε πάντως τέλεια οι πέντε μας. Το κλασσικό παρεακι, όλο πλάκες και γέλια.
Βέβαια, όπως παντα δεν έλειψε και το μελό στοιχειο..
Το κουδούνι χτύπησε. "Οι πίτσες θα είναι!" είπε ο Δημήτρης με ενθουσιασμό, ακουμπώντας το κρασί του στο τραπέζι.
Άνοιξε την πόρτα και είπε χαρούμενα: "Ήρθε και ο Στράτος!".
Με το σκουντηγμα της Παναγιώτας, το κεφάλι μου γύρισε αστραπιαία.
Με είχε φαει η περιέργεια απο το απόγευμα.
Ε, όχι. Σηκώθηκα όρθια και πλησίασα την πόρτα.
"Όχι εσύ γαμωτο. Εσύ είσαι ο Στράτος;" ρωτησα έντρομη.
"Ωχ, βρε βρε βρε.. Μακρια μου δεν μπορείς ε; Ναι, εγώ είμαι ο Στράτος." είπε το αγόρι.
"Εγώ φεύγω." είπα και πήρα το κινητό μου απο το τραπέζι.
"Αρτεμις που πας;" ρώτησαν ο Πέτρος και η Ολγα.
"Τι έγινε;" συμπλήρωσαν η Παναγιώτα και ο Δημήτρης.
"Αυτός, είναι ο μεθύστακας που τρακαρισε το αμάξι σου Παναγιωτα. Και, παραδόξως, ο καινούριος μου γείτονας. Και επειδή το σύμπαν εχει κέφια, ο Στράτος, ο κολλητός σας." μονολογησα γρήγορα.
Δεν ήθελα να έχω καμια σχέση με αυτό το άτομο που κόστισε στη φιλη μου το αυτοκίνητό της.
Κοίταξα τους πάντες στο δωμάτιο. Είχαν μείνει άναυδοι. Οι γροθιές της Παναγιώτας ηταν σφιγμενες.
"Εμένα με συγχωρειτε, αλλά εγώ με τον μεθύστακα που μου προκάλεσε αυτό" είπα και έδειξαν το σημάδι μου στο μέτωπο και συνέχισα: "και με κατέστησε αφερεγγια στην φιλη μου, δεν κάθομαι."
Κι έφυγα.
Σιγά που θα καθόμουν.
Καθώς έβγαινα από την πολυκατοικία άκουσα μια φωνη: "Άρτεμις, περιμενε!"
Είδα την Παναγιώτα να βγαίνει απο πίσω μου μαζί με την Όλγα.
"Τι έγινε;" ρώτησα.
"Δεν μας σήκωνε το κλήμα.. Ούτως ή άλλως, δεν γινόταν να σε αφήσουμε μόνη ενώ εχεις εκνευριστει τόσο.." είπαν τα κορίτσια.
"Πάμε καμια βόλτα να ηρεμήσεις;" πρότεινε η Ολγα.
"Πφφ, οπωσδήποτε." μουρμουρισα.
Με πήραν αγκαζε η μια απο την μια μεριά και η αλλη απο την αλλη.
"Παναγιώτα νιώθω χαλιά." απολογήθηκα.
"Κι εγώ." είπε. "Αλλά, μην ανησυχείς, απλα δεν θα τον ξαναδουμε. Εγώ δηλαδή και η Όλγα. Εσύ είσαι αναγκασμένη να τον βλέπεις κάθε μέρα. Αλλα δεν πειράζει. Ώστε αυτός ηταν ο μεθύστακας ε; Όχι γιατί τα έχω παρει χοντρα." συμπλήρωσε.
"Ηρεμηστε. Απλα θα πούμε στα αγόρια οτι δεν θέλουμε να τον ξαναδουμε και μπουυμ, παει. Δεν μπορώ να μπω σην θέση σας αλλά συμφωνώ μαζί σας. Εσύ απλα θα πρεπει να φερθεις ανώτερα Άρτεμις." είπε η Όλγα.
"Ναι.." είπα και καθισαμε σε ενα κιόσκι στην πλατειουλα απέναντι απο το σπίτι μου.
"Άκυρος ο γαμπρουλης..." είπα γελώντας.
Τα κορίτσια γέλασαν και μετα αρχίσαμε να λέμε βλακειες μέχρι να νυσταξουμε και να γυρίσει η καθεμία σπίτι της.
YOU ARE READING
Neighbors
Non-FictionΈνα ατύχημα. Δυο γείτονες. Μια παρέα. Πως τα φέρνει η ζωή μερικές φορες? Η Άρτεμις και ο Στράτος? Κανεις δεν πιστεύει που μπορούν να φτάσουν. ''We don't meet people by accident. They are meant to cross our path for a reason.'' Copyright 2016 © #5 i...