Δεν δίστασε να ρίξει τον πεντάχρονο γιο της από την γέφυρα στις μητέρες πέτρες περίπου 30 μέτρα πιο κατω.Ήταν τόσο τέλεια και το ιδιο και ο άντρας της. Να έχουν ένα άσχημο παιδι ήταν απαραδεκτο.
Ο άντρας της ήταν κατεστραμμένος και αυτή ας πούμε ήταν καλη στην υποκρισια.
Πέρασε ένας χρόνος και ξανά γέννησε αλλά αυτή τη φορα ήταν ενα τέλειο μικρό κοριτσάκι.
Ο συζηγος ηταν για άλλη μια φορα ικανοποιημένος, και τουλάχιστον ήταν και αυτή.
Μετά από καμία πενταετία χρόνια είχε έναν περίπατο με την κόρη της σε αυτή την ίδια γέφυρα.
Στη μέση της γέφυρας η κόρη της την αγκάλιασε πολύ σφιχτα.
«Τι εχεις γλυκιά μου;»
Την ρώτησε και η κόρη της απάντησε τραυλιζωντας
«Φοβάμαι μαμα, ειμαι τόσο φοβισμενη. Σε αγαπαω μαμα, παντα σε αγαπούσα... »«Και εγω σε αγαπώ μωράκι μου. Αλλά τι φοβάσαι;»
«Φοβάμαι ότι θα με ρίξεις από τη γέφυρα. Ξανα.»