7. Καλοκαιρινό (#2)

13 2 11
                                    

19/07/2019 - 22/07/2019
-Μαγνησία-

Η απόφαση ήταν σαφής· πάμε για διακοπές!

Οποιαδήποτε πρόταση αφορούσε επίσκεψη σε μουσεία, αρχαιολογικούς χώρους ή εκθέσεις κάθε είδους τέχνης θα έπρεπε να απορριφθεί. Είχαμε ξοδέψει αρκετές από τις προηγούμενες διακοπές μας τρέχοντας σε χώρους που νομίζαμε ότι σχετίζονται με τις σπουδές μας και την γενικότερη επιθυμία μας για καλλιέργεια του πνεύματος και πλέον απλώς επιθυμούσαμε να "μπετώσουμε" σε μια παραλία και να μην το κουνήσουμε από εκεί μέχρι να μουχλιάσουμε.

Ο Μάρκος, όντας ο περισσότερο πρόθυμος να δοκιμάσει καινούρια πράγματα, καθόλη τη διάρκεια του ταξιδιού έκανε προτάσεις να πάμε για ορειβασία, πεζοπορία, να επισκεφτούμε κάποια μουσεία που είχε δει το μάτι του στις πινακίδες του δρόμου, αλλά κάθε φορά δεχόταν τρία-τέσσερα ζευγάρια ενοχλημένα βλέμματα και σταματούσε απογοητευμένος. Ανάμεσα σε αυτά τα βλέμματα ήταν και το δικό μου, που μπορεί μεν να δεχόταν με μεγάλη ευχαρίστηση μια αναζωογονητική πεζοπορία στο βουνό, αλλά δεν θα μπορούσε εύκολα να δεχθεί το ενδεχόμενο να κάνουμε επανάληψη στην ιστορία της τέχνης μέσα στα μουσεία και τους αρχαιολογικούς χώρους.

«Παιδιά, πρέπει να κάνουμε διακοπές!» τόνισε η Θάλεια και η εξάντληση από το εξάμηνο που είχε μόλις τελειώσει ήταν ακόμη εμφανής στο πρόσωπο της.

Ο Παύλος στο διπλανό κάθισμα του υπεραστικού λεωφορείου βρισκόταν ήδη στο πέμπτο όνειρο και το κεφάλι του είχε αναπαυθεί στο μαξιλαράκι του καθίσματος με το νούμερο 46. Ο Μάρκος κι εγώ συμφωνήσαμε με ένα νεύμα που πιθανώς ταυτιζόταν και με την άποψη του υπναρά φίλου μας και χαμογελάσαμε με τη νυσταγμένη φάτσα του.

Μέσα στο λεωφορείο επικρατούσε μια αναστάτωση και μια υπόκωφη φασαρία από πιτσιρικάδες γυμνασίου που έπαιζαν με τα κινητά ή τα τάμπλετ τους και από τους γονείς τους που συζητούσαν ζωηρά για διάφορα θέματα που δεν με απασχολούσαν. Παρέμενε θαύμα το γεγονός ότι είχαμε προλάβει τις τελευταίες τέσσερις διαθέσιμες θέσεις του λεωφορείου και αυτό, γιατί, όπως αποδείχτηκε, οι πιτσιρικάδες ήταν από κάποια κολυμβητική ομάδα που θα αγωνιζόταν το επόμενο πρωί και είχαν κλείσει τις θέσεις του λεωφορείου από πολύ νωρίς.

Ο Μάρκος και η Θάλεια με έλεγαν "καβατζώστρα", γιατί πάντα καβάτζωνα τα πράγματα που ήθελα προτού μου τα προλάβουν άλλοι. Τις περισσότερες φορές καβάτζωνα κομμάτια πίτσας, γιατί με τους αργούς ρυθμούς που έτρωγα, προλάβαιναν πάντα οι υπόλοιποι να φάνε διπλάσια κομμάτια από ό,τι εγώ και στο τέλος δεν κατάφερνα να χορτάσω. Αυτή τη φορά, όμως, είχα τιμήσει το παρατσούκλι μου με το γεγονός ότι είχα πάρει εγκαίρως τηλέφωνο στα ΚΤΕΛ και μας είχα "καβατζώσει" τις τελευταίες κενές θέσεις του λεωφορείου.

É n o u e m e n tWhere stories live. Discover now