13. Εγκώμιο στο καλοκαίρι

3 1 0
                                    

Θες μία παύση.

Δεν θες να σκέφτεσαι άλλο.

Έχεις σκεφτεί υπερβολικά πολύ τον τελευταίο καιρό.

Τι θα γίνει τώρα, τι θα γίνει αργότερα, μετά και πιο μετά, στο μέλλον, στην εγγύτητα των καιρών που έρχονται και εκείνων που δεν θα έρθουν, στο παρελθόν, απογυμνωμένο από τις κακές στιγμές, με προσεκτικά επιλεγμένες τις καλές στιγμές, γιατί μόνο εκείνες είναι εν τέλει άξιες ενθύμησης.

Δε βαρέθηκες;

Εγώ βαρέθηκα. Ή, για να είμαι ειλικρινής, κουράστηκα. Επιθυμώ κι εγώ μία παύση.

Επιθυμώ να πάω ένα ταξίδι, χωρίς να με ενδιαφέρει ο προορισμός. Μου αρκεί το αλατισμένο αεράκι πάνω στο κατάστρωμα ενός πλοίου, ένα ανέμελο βλέμμα έξω από το τετραγωνισμένο παράθυρο ενός υπεραστικού λεωφορείου, που με πολύ πείσμα και πιθανόν καθόλου λόγια θα διεκδικούσα να είναι απαλλαγμένο από την πτυχωτή, πορτοκαλί του κουρτίνα. Επιθυμώ να μπω σε ένα αμάξι, να καθίσω στη θέση του συνοδηγού και να αφήσω το χέρι μου να κυματίζει ενάντια στον άνεμο, που θα προσκρούει με δύναμη στο επιταχυνούμενο όχημα. Δίπλα, μπορείς να κάθεσαι εσύ. Ο όποιος εσύ.

Θα ήθελα να πάω σε μία παραλία. Να κολυμπήσω στο νερό, να μυρίσω το ιώδιο και την αλμύρα, να περπατήσω ξυπόλυτη στα βότσαλα και τα βράχια, να βρω άμμο στον πάτο κάθε τσάντας, μαζί με ψίχουλα από σάντουιτς που θα φυλάγονταν μέσα τους μέχρι να τα ανοίξουμε και να τα φάμε. Θα ήθελα να κυκλοφορώ με ένα μαγιό, ένα φόρεμα και ένα καπέλο όλη μέρα, οι σαγιονάρες να γίνουν το υπόδημα του μήνα, να πάρουν το σχήμα της πατούσας και στο τέλος των διακοπών να έχουν γίνει ένα με το πάτωμα από την πολυχρησία.

Το θερμός, γεμισμένο με κρύο νερό από το ψυγείο, θα ήθελα να είναι δροσερό για τις δύσκολες ώρες κάτω από τον ήλιο, αλλά, αν το αναψυκτικό στην παραλία ζεσταθεί λίγο παραπάνω, όσο εγώ θα κάνω βουτιές, δεν θα με πειράξει. Τις μπίρες, όμως, να τις πιούμε το βράδυ, που θα έχει δροσιά. Να καθίσουμε πάνω σε μία ψάθα ή ένα σεντόνι ακουμπισμένο στην άμμο, να κοιτάμε ξαπλωμένοι όσα αστέρια μας επιτρέπει ο ουρανός, να συζητάμε όλοι παρέα, ακούγοντας την φωνή μας λίγο πιο καθαρά, μέσα στην ησυχία. Η εγγύτητα των σωμάτων μας, θα αποτρέπει την νυχτερινή δροσιά από το να διατρυπάει τις ζακέτες και τα λεπτά πουλοβεράκια μας και οι ανάσες μας θα επισημαίνουν την ύπαρξή μας, ακόμα και όταν δεν θα μιλάει κανείς.

Θα μπορούσαμε επίσης να παραγγείλουμε πίτσα, τη μεγάλη και, κατά προτίμηση αυτή με το πεπερόνι, αν και οι μισοί από εμάς θα προτιμούσαν εκείνη την βαριά, με τις πατάτες. Θα μπορούσαμε, εν πάσει περιπτώσει, να παραγγείλουμε μισή και μισή. Γίνεται.

É n o u e m e n tDonde viven las historias. Descúbrelo ahora