Το αυτοκίνητο μου σταμάτησε έξω ακριβώς από το σπίτι του Πέτρου. Η Στέλλα δίπλα μου ,σχεδόν είχε αποκοιμηθεί ,μιας και έκανα σχεδόν μισή ώρα να φτάσω . Σε ολη τη διαδρομή προσπάθησε να τραβήξει τη προσοχή πάνω της ,μα με την πρόφαση του ποτού την κράτησα μακρυά μου . Ανεβαίνοντας τις σκάλες, αφού το ασανσέρ δεν λειτουργούσε,ένιωθα να φεύγει ένα βάρος από πάνω μου , ένιωθα ότι τελειώνουν όλα .
" Καθόλου ευγενικό να ανεβαίνουμε τόσους ορόφους ,δεν νομίζεις;" Αν ήταν εδώ η Αλεξία , θα το διασκέδαζε δεν θα γκρινιαζε.
" Φτάνουμε " στάθηκα έξω από την πόρτα και την ξεκλείδωσα . Μπαίνοντας μέσα , έβγαλε αμέσως το παλτό της και μου το έδωσε . Το ακούμπησα σε μια καρέκλα στη τραπεζαρία και προχώρησα προς το σαλόνι. " Κάθισε . Να σου βάλω ένα ουίσκι; " Εγνεψε θετικά και κάθισε στον καναπέ . Προχώρησα στη κουζίνα και είδα τους δύο φίλους μου να κάθονται στο τραπέζι.
" Αργήσατε" ο Πέτρος με κοίταξε περίεργα . Δεν του έδωσα σημασία όμως .
" Έξω είναι ,βγες ".
Και το τέλος ξεκίνησε να μετράει αντίστροφα. Γιατί η ζωή δεν σου τα φέρνει όπως θες πάντα . Η Στέλλα καθόταν στο σαλόνι και επεξεργαζόταν το εργενικο σπίτι . Της άρεσε η διακόσμηση, η θεα από τη μεγάλη τζαμαρία. Και με τίποτα δεν φανταζόταν την συνέχεια της βραδιάς της .
" Και να που ξανά συναντιωμαστε αγάπη μου " η βραχνή φωνή του την έκανε να πήδηξε σχεδόν. Ένιωθε ότι έβλεπε φάντασμα, δεν πίστευε στα μάτια της .
" Τι.. τι κάνεις εσύ εδώ " όλο το σώμα της άρχισε να τρέμει . Πρώτη φορά φοβόταν
" Μα δεν θα έρθεις να με αγκαλιάσεις, τόσο καιρό έχεις να με δεις "
" Ποιος μου κάνει πλάκα γαμωτο. Πέθανες. Πώς; " Ο Αλέξης για κακή της τύχη , ήταν μπροστά της . Την πλησίασε .
" Βούλωσε το και ξεκινά . Τι στο διάολο έγινε εκείνο το βράδυ; Ποιος σε έβαλε να με σκοτώσεις"
Ήταν Σάββατο και ο Αλέξης γυρναγε μετά από άλλη μια έξοδο του σπίτι . Αυτή τη φορά όμως τα πράγματα δεν πηγαιναν και πολύ καλά . Μαστουρωμενος όπως ήταν , τον σταμάτησαν δύο τύποι οι οποίοι είχαν προηγούμενα μαζί του . Ο Αλέξης φημιζόταν ότι ήταν το καλύτερο βαπορακι της περιοχής, μα χρωστούσε σε αρκετό κόσμο . Έτσι και σε αυτούς τους δύο άντρες ,με τα μαύρα ρούχα . Και ο τσακωμός ξεκίνησε , και το μαχαίρι καρφώθηκε στα πλευρά του, αφήνοντας τον αιμόφυρτο στο δρόμο .
YOU ARE READING
Μη με διώχνεις.
Teen Fiction"Δεν ηρθες να μου πεις ουτε ενα γεια, ντροπη" οχι ρε πουστη μου. Γυρναω και τον κοιταζω με ενα ψεφτικο χαμογελο. Ηθελα να το παιξω ανετη. "Ημουν με παρεα και ξεχαστηκα, τι κανεις " τον ειδα να με παρατηρει ολοκληρη. απο το προσωπο μου μεχρι τα παππ...