κεφάλαιο 16

32 6 0
                                    

Το αυτοκίνητο μου σταμάτησε έξω ακριβώς από το σπίτι του Πέτρου. Η Στέλλα δίπλα μου ,σχεδόν είχε αποκοιμηθεί ,μιας και έκανα σχεδόν μισή ώρα να φτάσω . Σε ολη τη διαδρομή προσπάθησε να τραβήξει τη προσοχή πάνω της ,μα με την πρόφαση του ποτού την κράτησα μακρυά μου . Ανεβαίνοντας τις σκάλες, αφού το ασανσέρ δεν λειτουργούσε,ένιωθα να φεύγει ένα βάρος από πάνω μου , ένιωθα ότι τελειώνουν όλα .

" Καθόλου ευγενικό να ανεβαίνουμε τόσους ορόφους ,δεν νομίζεις;" Αν ήταν εδώ η Αλεξία , θα το διασκέδαζε δεν θα γκρινιαζε.

" Φτάνουμε " στάθηκα έξω από την πόρτα και την ξεκλείδωσα . Μπαίνοντας μέσα , έβγαλε αμέσως το παλτό της και μου το έδωσε . Το ακούμπησα σε μια καρέκλα στη τραπεζαρία και προχώρησα προς το σαλόνι. " Κάθισε . Να σου βάλω ένα ουίσκι; " Εγνεψε θετικά και κάθισε στον καναπέ . Προχώρησα στη κουζίνα και είδα τους δύο φίλους μου να κάθονται στο τραπέζι. 

" Αργήσατε" ο Πέτρος με κοίταξε περίεργα . Δεν του έδωσα σημασία όμως .

" Έξω είναι ,βγες ".

Και το τέλος ξεκίνησε να μετράει αντίστροφα. Γιατί η ζωή δεν σου τα φέρνει όπως θες πάντα . Η Στέλλα καθόταν στο σαλόνι και επεξεργαζόταν το εργενικο σπίτι . Της άρεσε η διακόσμηση, η θεα από τη μεγάλη τζαμαρία. Και με τίποτα δεν φανταζόταν την συνέχεια της βραδιάς της .

" Και να που ξανά συναντιωμαστε αγάπη μου " η βραχνή φωνή του την έκανε να πήδηξε σχεδόν.  Ένιωθε ότι έβλεπε φάντασμα, δεν πίστευε στα μάτια της .

" Τι.. τι κάνεις εσύ εδώ " όλο το σώμα της άρχισε να τρέμει . Πρώτη φορά φοβόταν

" Μα δεν θα έρθεις να με αγκαλιάσεις, τόσο καιρό έχεις να με δεις " 

" Ποιος μου κάνει πλάκα γαμωτο. Πέθανες. Πώς; " Ο Αλέξης για κακή της τύχη , ήταν μπροστά της . Την πλησίασε .

" Βούλωσε το και ξεκινά . Τι στο διάολο έγινε εκείνο το βράδυ; Ποιος σε έβαλε να με σκοτώσεις"

Ήταν Σάββατο και ο Αλέξης γυρναγε μετά από άλλη μια έξοδο του σπίτι . Αυτή τη φορά όμως τα πράγματα δεν πηγαιναν και πολύ καλά . Μαστουρωμενος όπως ήταν , τον σταμάτησαν δύο τύποι οι οποίοι είχαν προηγούμενα μαζί του . Ο Αλέξης φημιζόταν ότι ήταν το καλύτερο βαπορακι της περιοχής, μα χρωστούσε σε αρκετό κόσμο . Έτσι και σε αυτούς τους δύο άντρες ,με τα μαύρα ρούχα . Και ο τσακωμός ξεκίνησε , και το μαχαίρι καρφώθηκε στα πλευρά του, αφήνοντας τον αιμόφυρτο στο δρόμο .

Μη με διώχνεις.Where stories live. Discover now