XII

17 8 1
                                    

Ο Φιλ οργάνωσε την κουζίνα του και βόλεψε τον Κ. Κέβιν που ήταν πολύ αφηρημένος στην πιο άνετη καρέκλα του. Πρότεινε ένα νερό και έκατσε να ακούσει όσα είχε να του πει. Πέρασαν μερικά λεπτά αμήχανης σιωπής όσο ο Κ. Κέβιν ξεκάθαρα ταραγμένος συγκέντρωνε την σκέψη και έβαζε σε μια χρονική σειρά τις αναμνήσεις του. Ο Φιλ από την άλλη έδειχνε υπομονή και του έδωσε όσο χρόνο χρειαζόταν. Κάτι όμως του έλεγε πως η ιστορία του ήταν περίπλοκη και σίγουρα γεμάτη εμπόδια στο σκοπό τους. Ο Κ. Κέβιν ξεκίνησε με την άφιξη του στην πόλη της Σμολ Τάουν , τα πράγματα ήταν όπως τα έλεγαν οι έμποροι. Επικρατούσε μια φασαρία , κάθε στενό και κάθε στροφή εγκυμονούσε κάποιον κίνδυνο ή κάποιον καβγά. Είχε γίνει και ο ίδιος θύμα μιας ληστείας κάτι που θα ανέφερε ενδελεχώς στην συνεχεία. Στον κέντρο της πόλης που πέρασε τον περισσότερο χρόνο της μέρας του δεν υπήρχαν πολλά περιστατικά βίας και εγκληματικότητας για καλή του τύχη. Τις πρώτες δυο μέρες δεν κατάφερε να βρει κάποιον γλωσσολόγο ή κάποιον μεταφραστή. Η έρευνα του είχε ξεκινήσει από την κεντρική βιβλιοθήκη της πόλης και αργότερα στο πανεπιστήμιο θεωρητικών σπουδών της πόλης. Συναντήθηκε με πολλούς καθηγητές οι οποίοι δεν ήταν πρόθυμοι να τον βοηθήσουν πριν ακόμα τους δείξει για ποια βιβλία μιλούσε. Κανόνισε επίσης να βρεθεί με τον διευθυντή της κεντρικής βιβλιοθήκης ο οποίος προσπάθησε να μπει στην διαδικασία να τα μελετήσει έστω και επιφανειακά , αλλά του επέστρεψε τα βιβλία λέγοντας του ότι ήταν κάτι έξω από τις δυνατότητες του. Ο Κ. Κέβιν επέμενε , άλλα ο διευθυντής της βιβλιοθήκης του έκλεισε την πόρτα στα μούτρα. Πράξη που εκδήλωνε περισσότερο φόβο παρά εξαντλημένο όριο ανοχής. Λίγες μέρες αργότερα βρισκόταν στην διαδικασία εύρεσης κάποιου γνώστη, αφού δεν έβρισκε βοήθεια ένιωσε ότι κάποιος τον παρακολουθούσε. Ένα συγκεκριμένο περιστατικό του επιβεβαίωσε ότι ήταν υπό παρακολούθηση. Την νύχτα που ξέσπασε η δυνατή καταιγίδα καθώς επέστρεφε στο δωμάτιο του στο Γκόλντεν Εξπίριενς Χοτέλ είδε κάποιον που περπατούσε στο διάδρομο στον όροφο του δωματίου του. Ερχόταν από την πλευρά που βρισκόταν το δωμάτιο του και περπατούσε βιαστικά. Όταν έφτασε στην πόρτα του παρατήρησε μικρές χαραγματιές στο ξύλο της πόρτας όπως και μικρά βαθουλώματα στην κλειδαριά. Σίγουρα εκείνος ο άνθρωπος είχε προσπαθήσει να παραβιάσει την πόρτα, κατά πάσα πιθανότητα ήταν κάποιος που λήστευε τους πελάτες του ξενοδοχείου. Η εκδοχή ότι εκείνος ο άνθρωπος έψαχνε τα συγκεκριμένα βιβλία ήταν τρομακτική και έτσι την απέβαλε για να εφησυχάσει τον εαυτό του. Παρ'ολ'αυτά όταν έβγαινε από το δωμάτιο διπλοκλείδωνε και είχε πάντοτε τα βιβλία πάνω του.

Οι Επίλεκτοι του Πλάακχ.Donde viven las historias. Descúbrelo ahora