Πέρσι τέτοια μέρα.

15 2 0
                                    

- Μάλλον ήρθε η ώρα...

Με κοιτούσε μπερδεμένος.

-Εγώ απλά ήθελα να μείνεις ,ήθελα να σε κάνω να δεθείς μαζί μου, να σε κάνω να με ερωτευτείς ,να με θες όσο δεν ήθελες καμία άλλη έως τώρα. Να μπω μέσα στην καθημερινότητα σου και να στιγματίσω τις μέρες σου, να τις κάνω καλύτερες και πιο όμορφες.
Πίστεψα πως μπορούμε να γίνουμε κάτι όμορφο ,αλλά τελικά όλα ήταν ψευδαισθήσεις. Δεν κατάφερα να γίνω τίποτα από όλα αυτά. Καμία μας βόλτα δε σε στιγμάτισε ,καμία μου λέξη ,κανένα μου χαμόγελο, κανένα μας φιλί. Ήμουν απογοητευμένη, ήξερα πως ποτέ δε θα ένιωθες με τον ίδιο τροπο όπως εγώ, μα όσα ένιωθα εγώ αρκούσαν και για τους δυο μας. Τότε, ήρθε στη ζωή μου ο Παναγιώτης ,αυτός που με έκανε να σε ξεχάσω και να σε βάλω στην καρδιά μου στη θέση του φίλου, του κολλητού όπως έλεγες. Εσύ όμως, από ότι φαίνεται ούτε εκεί ήθελες να είσαι.
Ήθελα να είμαι κάτι σημαντικό για σένα ,μα δεν τα κατάφερα και εσύ έφυγες με τόση ευκολία ,κάνοντας με να νιώσω ένα τίποτα ,χωρίς καμία εξήγηση ,αφήνοντας με να κατηγορώ κάθε μέρα τον εαυτό μου για την κατάληξη μας ,αφήνοντας μου τόσα ερωτηματικά και παράλληλα τόσο πόνο. Στην αρχή σκέφτηκα ότι μάλλον βαρέθηκες και δεν σου άρεσε αυτό που είχαμε . Έπαιξες, βαρέθηκες και έφυγες. Μετά σκέφτηκα ότι ίσως δεν ξέρεις τι θέλεις.
Έκανα πολλά σενάρια, κατηγορώντας και τους δυο μας ,παρόλα αυτά, τα ''γιατί'' μου δεν απαντήθηκαν ποτέ. Γιατί έκοψες έτσι ξαφνικά; Γιατί ποτέ δεν μου είπες τον πραγματικό λόγο ρε φίλε; Δεν τα είχαμε βρει; Ποιο ήταν το πρόβλημα σου αυτή τη φορά;
Ο Παναγιώτης όμως απάλυνε αυτόν τον πόνο και την ''ενοχή'' που ένιωθα, με έκανε να ξεχνιέμαι και να νιώθω όλα αυτά τα πράγματα που ήθελα να νιώθω όταν είμαι μαζί σου.
Η εγκατάλειψη έγινε συνήθεια ,συνήθεια που ακόμη με έκανε να πονώ ,η αγάπη προς κάποιον που δεν είναι πια δίπλα μου. Δεν σταμάτησα να σε νοιάζομαι και ούτε θα σταματήσω ποτέ.
Σε αγάπησα και σε ερωτεύτηκα όσο σου άξιζε ,ίσως και παραπάνω ,ήθελα να σε αγαπώ λίγο παραπάνω ,σου άξιζε αυτό από εμένα ,σου άξιζε να παλεύω για εμάς κάθε μέρα, για μένα άξιζες κάθε μέρα και πιο πολύ.
Καθόμουν και αναρωτιόμουν τα βραδιά ,''Αυτό είναι το τέλος μας;'',''Τελείωσε;'',''Όλη αυτή η σχέση ,ήρθε η ώρα να τελειώσει;'','' Και τώρα τι;'',''Δε θέλω να τελειώσει έτσι ,δε θέλω να σταματήσουμε ,ακόμη και φίλοι'',''Ποτέ δεν το περίμενα αυτό, όχι τόσο γρήγορα''.
Ήθελα να έρθω να σου μιλήσω, είχα βαρεθεί τις ψευτιές και τις ανούσιες δικαιολογίες ,αλλά δεν ήρθα ποτέ, περίμενα να έρθεις εσύ ,αλλά δεν ήρθες ποτέ...
Ήλπιζα καμία φορά να με σκέφτεσαι και να σκέφτεσαι πόσα περάσαμε μαζί και πόσο ευτυχισμένοι νιώθαμε και οι δυο κάθε φορά που βρισκόμασταν ,πόσο συμπληρώναμε ο ένας τον άλλον ακόμη και αν ήμασταν τόσο διαφορετικοί.
Μου έδωσες πολλά ,σε ευχαριστώ για όλα, έτσι σκεφτόμουν.
Με τον Παναγιώτη ήμασταν πολύ καλά, τον αγάπησα, θα τον αγαπώ πάντα, ήταν η φυγή μου, ο άνθρωπος που με άλλαξε και με έκανε να ζήσω πράγματα που φάνταζαν πολύ μακρινά. Με έκανε να πιστεύω πως είμαι καλά και πως δεν νοιάζομαι πλέον για τη σχέση μας. Με κάνει να νιώθω πλήρης και ασφαλής. Με σένα αυτό δεν το ένιωσα ποτέ ,ξυπνούσα κάθε μέρα φοβούμενη μήπως ξανά απομακρυνθείς και το έκανες, αυτή τη φορά όμως χωρίς καμία εξήγηση.
Πίστευα πως και εσύ είχες σταματήσει να ασχολείσαι μαζί μου και δε θα ήταν δύσκολο.
Στο πάρτυ ήμουν καλά ,μέχρι που σε είδα πάλι, σε είδα να στέκεσαι και να με σχολιάζεις ,να με κοιτάς επικριτικά σαν να σου έκανα κάτι κακό. Δεν άντεξα ,άρχισα πάλι να σκέφτομαι ,δεν ήθελα να σκέφτομαι ,ήθελα απλά να φύγω.

Έτσι και έκανα.

Ξέρω πως όλα αυτά τώρα ίσως σε μπέρδεψαν ακόμη πιο πολύ αλλά έπρεπε να τα πω κάποια στιγμή, είχα την ανάγκη να τα πω αλλά δεν ήξερα τον τρόπο.
Ήθελα να είσαι ο άνθρωπος μου αλήθεια,μα κάπου το χάσαμε.

Είχε σαστίσει ,είχε μπερδευτεί ακόμη πιο πολύ, δεν μιλούσε, έμεινε πόση ώρα να με κοιτάει.

Μπήκε μέσα ο μπαμπάς με τη μαμά.

-Νικολέττα.

-Ναι.

-Ο Παναγιώτης...

-Τι;

-Οι γιατροί κάνανε ότι μπορούσαν ,αλλά δεν άντεξε και υπέκυψε στα τραύματα του...

Το άκουσμα αυτών των λέξεων με έκανε να καταρρεύσω ,τα κλάματα με πλημμύρισαν, ο Χρήστος με πήρε αγκαλιά ,έκλαψα πάνω στον ώμο του, έπρεπε να φύγει. Αμίλητος.

Οι γονείς μου εκεί ,δίπλα μου, λέγοντας μου να κοιμηθώ για να ηρεμήσω.

ΤΑ ΕΤΕΡΩΝΥΜΑ ,ΟΝΤΩΣ ΕΛΚΟΝΤΑΙ ΤΕΛΙΚΑ;Donde viven las historias. Descúbrelo ahora