40. Εμμονές

1.4K 146 107
                                    

Είχα φτάσει αργά το απόγευμα στο πεντάστερο ξενοδοχείο και η προεδρική σουίτα που μου είχαν παραχωρήσει μου φαινόταν πιο αδιάφορη και από το πρώτο μου διαμέρισμα στα Κάτω Πατήσια. Τότε που τα μοναδικά χρήματα που είχα στην κατοχή μου ήταν ό,τι είχε περισσέψει από μια υποτροφία που είχα κερδίσει στη μαθηματική Ολυμπιάδα και τα είχα ξοδέψει στην αγορά ενός μεταχειρισμένου laptop, ενός φθηνού κοστουμιού για συνεντεύξεις και μιας προκαταβολής για την πιο άθλια τρύπα στο κέντρο της Αθήνας.

Τότε σκεφτόμουν πως όσο πιο άθλιο ήταν το διαμέρισμα, τόσο πιο γρήγορα θα αναγκαζόμουν να βρω τρόπο να ξεφύγω από κει μέσα.

Και παρόλο που ήταν δίπλα στον ΗΣΑΠ, αρνιόμουν πεισματικά να στριμωχτώ με τόσο άπλυτο, ιδρωμένο κόσμο στο ίδιο βαγόνι και έτσι περπατούσα καθημερινά κοντά στα τρία χιλιόμετρα για να φτάσω στο λογιστικό γραφείο που εργαζόμουν.

Τότε έχτισα αυτό το φοβερό κορμί που διατηρώ ακόμα και σήμερα και την αγάπη για τα ιδιωτικά, πολυτελή οχήματα.

Τι θα σκεφτόταν άραγε αν με έβλεπε;
Αν γνώριζε όλα αυτά που είχα καταφέρει;
Θα ήταν άραγε περήφανη για μένα;
Ή θα έβρισκε ευκαιρία να μου θυμίσει πόσο μεγαλομανής είμαι;

Πλησίασα την μπαλκονόπορτα με θέα πιάτο όλο το Λονδίνο.

Η πόλη ήταν πανέμορφη όταν σουρούπωνε και παρόλο που την είχα επισκεφτεί δεκάδες φορές δεν είχα κανέναν δικό μου άνθρωπο εδώ για να την περπατήσω.

Άφησα το βλέμμα μου να πλανηθεί στα φωταγωγημένα διαμερίσματα και φαντάστηκα τον εαυτό μου να ζει σε ένα λοφτ, να διευθύνει το πρωί μια μεγάλη εταιρεία και το βράδυ να κάνει καυτό έρωτα σε μια καυτή γυναίκα.

Πέρασα αγανακτισμένος τα χέρια μου μέσα από τα μαλλιά μου.

Γιατί ερχόταν πάλι αυτή στο μυαλό μου;
Με τις στενές μαύρες φούστες της και την προκλητική αυθάδειά της.

Ο κόσμος ήταν γεμάτος από πανέμορφες, καυτές γυναίκες.

Κι εγώ ήμουν ξεκάθαρα από τα πιο περιζήτητα καυτά αρσενικά.

Ήμουν σε μια ξένη πόλη και ήδη μου την είχαν πέσει όλες οι αεροσυνοδοί, οι ρεσεψιονίστ, οι σερβιτόρες, ακόμα και ο μπάτλερ που ανέβασε τα πράγματα στον όροφό μου και αναγκάστηκα να του δώσω 100 λίρες για να τον ξεφορτωθώ.

Μπορούσα να έχω όποια ήθελα.

Όποτε ήθελα.

Κι εγώ κολλημένος στο φάντασμα της, κάπου εξαφανισμένο στην Ελλάδα!

Μπελάς στο ΓραφείοDonde viven las historias. Descúbrelo ahora