12

67 2 0
                                    

Ο καιρός πέρασε γρήγορα. Ήταν πλέον 12 Οκτωβρίου. Σε 5 μέρες άρχιζε η σχολη μου και ο Μαριος σε μια εβδομάδα άρχιζε δουλειά.

Είμασταν πάνω στην κρεβατοκάμαρα και φτιάχναμε τις βαλίτσες μας.

"Τα πήρες όλα;" με ρώτησε και του έγνεψα καταφατικά.

"Μια βαλιτσα με τα χειμωνιάτικα και μια με τα καλοκαιρινά. Την τσάντα μου και τελος" ειπα και έκλεισα την βαλιτσα.

Έκλεισε και εκείνος την δικιά του και κατεβήκαμε στον κάτω όροφο.

"Πάω να βαλω τις βαλίτσες στα αμάξια" είπε και έφυγε.

Κοίταζα το σπίτι τριγύρω και σκεφτόμουν όλες αυτές τις ωραίες αναμνήσεις που περασα μαζί με τον Μάριο εδώ μέσα. Τσακωμοί, γελια, πάρτυ, που καθάριζα 4 μέρες μετά από εκείνο το πάρτυ, μεθύσια κλπ και αρχισα να γελάω μόνη μου.

Μπηκε ο Μαριος μέσα και με είδε να γελαω σαν το χαζοχαρούμενο.

"Γιατί γελάς;" με ρώτησε ενώ χαμογέλασε.

"Θυμάσαι το αποκριάτικο πάρτυ περσυ; Που κάνανε τσουλήθρα από τις σκάλες και σκόνταψε ο Ζάκ σε μια σερπατινα;" ειπα και γελάσαμε δυνατά.

"Και μετά που είχε χυθεί βότκα στο πάτωμα και ήσουν πεσμένη στα 4 και το καθάριζες ενώ είχες ντυθεί σεξι καμαριέρα" είπε και γέλασε δυνατά μονος του.

"Καθόλου καλή εμπειρία" ειπα και τον κοίταξα.

"Τι γελάς ρε;" τον ρώτησα ενώ είχε ξελιγωθεί στα γελια.

"Ήταν τόσο αστεία η στολή σου γιατί είχα κολλήσει πίσω σου χαρτί που έλεγε «ρίξε βότκα στο πάτωμα να δεις πως την καθαρίζω»" είπε και γέλασε περισσότερο.

Γουρλωσα τα μάτια και τον χτύπησα στον ώμο.

"Γι αυτό όλοι έριχναν βότκα επίτηδες;" ειπα και γελάσαμε στην ανάμνηση αυτή.

"Μιλας εσυ που είχες ντυθεί αγελάδα" ειπα μια γέλασα για άλλη μια φορά.

"Ήταν για πλάκα" φώναξε και καλά ενοχλημένος και με αγκάλιασε σφιχτά ενώ δώσαμε ένα γλωσσοφιλο.

Βγήκαμε έξω από το σπίτι και κλείδωσα με την πόρτα πίσω μας.

Πήγαμε στο γκαράζ και μπήκαμε στα αυτοκίνητα.

Πρώτος βγήκε ο Μαριος και μετά εγώ. Κλείσαμε το γκαράζ και άνοιξα το παράθυρο του οδηγού ενώ εκείνος άνοιξε το παράθυρο του συνοδηγού.

The boy next door Tempat cerita menjadi hidup. Temukan sekarang