κεφάλαιο 16

51 9 13
                                    

Στο χωριό της Ελίζας είχε παρθεί μια απόφαση.

Οι χωρικοί είχαν συμφωνήσει να πάνε στο δάσος και να επιτεθούν στην αγέλη των λυκανθρώπων. Σκόπευαν να τους αφανίσουν. Σιωπηλά, κατέστρωναν το σχέδιο τους.

Η Ελίζα είχε καταλάβει ότι οι συγχωριανοί της κάτι ετοίμαζαν, αλλά δεν ήξερε τι ακριβώς...

Ένα βράδυ οι άνδρες του χωριού πήραν όπλα με ασημένιες σφαίρες και ασημένια στιλέτα.

(Το ασήμι σκότωνε τους λυκανθρώπους)

Πλέον μαθεύτηκε και στις γυναίκες τι σκόπευαν να κάνουν.

Το αίμα πάγωσε στις φλέβες της Ελίζας. Δεν προλάβαινε να προειδοποιήσει τον Μάθιου.

Όταν έφυγαν οι άνδρες τους ακολούθησε, κρατώντας μία απόσταση ασφαλείας.

Έτρεμε για το τι επρόκειτο να συμβεί σε λίγη ώρα.

****

Όταν οι θνητοί έφτασαν εκεί που βρίσκονταν οι λυκάνθρωποι, τους ξάφνιασαν. Τους επιτέθηκαν.

Το δάσος γέμισε με κραυγές απελπισίας και πόνου.

Άνθρωποι σωριάζονταν νεκροί, λυκάνθρωποι τραυματίζονταν και άλλοι προσπαθούσαν να ξεφύγουν.

Ο Ραμόν είχε πάρει από το χέρι την Σελένα και έτρεχαν, όταν ξαφνικά ένας άνθρωπος εμφανίστηκε μπροστά τους και κάρφωσε τον Ραμόν με ένα ασημένιο στιλέτο.

Η Σελένα ούρλιαξε. Τα μάτια της άστραψαν και με μια γαλάζια λάμψη που βγήκε από τα χέρια της, έριξε μακριά τον άνθρωπο.

Ο πατέρας της έτρεξε προς τα εκεί. Πέρασε το χέρι του Ραμόν γύρω από τον λαιμό του και τον βοήθησε να περπατήσει.

Σε λίγη ώρα η μάχη είχε διαλυθεί. Κάποιοι λυκάνθρωποι είχαν πεθάνει, αλλά οι περισσότεροι είχαν διαφύγει.

****

Ο Μάθιου έτρεχε στο δάσος, όταν βγήκε την Ελίζα.

"Ευτυχώς είσαι καλά" του είπε.

"Γιατί δεν μας προειδοποίησες;"

"Το έμαθα τελευταία στιγμή"

"Μάθιου" ακούστηκε η φωνή του πατέρα του και τον είδαν να τους πλησιάζει. "Ποια είναι αυτή;" ρώτησε.

"Η Ελίζα" του απάντησε ο γιος του.

"Οι συγχωριανοί σου μας κατέστρεψαν" της είπε άγρια.

"Λυπάμαι ειλικρινά"

Ο Ρόμπερτ την αγνόησε.

"Ο αδερφός σου πεθαίνει" είπε έπειτα στον Μάθιου.

"Τι;" έκανε εκείνος έκπληκτος.

"Έλα" του είπε ο πατέρας του και μαζί με την Ελίζα τον ακολούθησε.

Τους οδήγησε σε ένα ξέφωτο. Εκεί ο Ραμόν ήταν πεσμένος κάτω, αιμόφυρτος και η Σελένα έκλαιγε γονατισμένη από πάνω του, σπαρακτικά.

Ο Μάθιου έτρεξε προς τα εκεί.

"Όχι" είπε και καυτά δάκρυα έτρεξαν στα μάγουλα του.

"Ίσως να μπορώ να βοηθήσω" είπε η Ελίζα.

"Πώς;" ρώτησε ο Τζέικ, ο πατέρας της Σελένα που ήταν και εκείνος εκεί.

"Χρειάζομαι μερικά βότανα και θέλω να μου ανάψετε μια φωτιά" είπε η κοπέλα.

Όλοι έκαναν ότι τους υπέδειξε.

Η Ελίζα πήρε ένα καμένο ξύλο και το ακούμπησε στην πληγή του Ραμόν.

Εκείνος ούρλιαξε.

"Τι κάνεις;" της φώναξε η Σελένα.

"Καυτηριάζω την πληγή για να μην μολυνθεί. Θα σταματήσει και η αιμορραγία έτσι"

Έπειτα πήρε τα βότανα και τα έλιωσε με μια πέτρα. Τον ζωμό που είχε δημιουργηθεί τον άλυψε στην πληγή.

"Θα γίνεις καλά" είπε στον Ραμόν.

Είχε δει πολλές φορές τον πατέρα Ρόμπινσον να σώζει πολλούς με αυτόν τον τρόπο.

"Ευχαριστούμε" της είπε ο Ρόμπερτ.

"Δεν κάνει τίποτα κύριε"

"Βλέπεις πατέρα; Η Ελίζα είναι ξεχωριστή" είπε ο Μάθιου, τυλίγοντας τα χέρια του γύρω από την μέση της.

"Το βλέπω. Είναι η δεύτερη φορά που σώζεις την ζωή του γιου μου" είπε ο πατέρας του Μάθιου.

Η Ελίζα χαμογέλασε αμήχανα.

"Πρέπει να γυρίσω στο χωριό μου" είπε.

"Θα σε συνοδεύσω" είπε ο Μάθιου και έτσι έγινε.

****

Κόντευαν να φτάσουν στο χωριό.

"Ελίζα ήθελα να σου πω. Μπορείς να έρθεις μαζί μας. Οι μάγοι να σε μετατρέψουν σε λυκάνθρωπο"

"Γίνεται αυτό;" είπε έκπληκτη η Ελίζα.

"Φυσικά!"

"Θα το σκεφτώ. Τώρα πρέπει να φύγω. Σε αγαπώ!" του είπε και φιλήθηκαν.

Και πού να ήξεραν ότι ο Γουίλιαμ ο οποίος είχε πάρει μέρος στην επίθεση, τους έβλεπε εκείνη την στιγμή. Τα είχε δει όλα. Είχε δει που η Ελίζα είχε σώσει την ζωή του Ραμόν.

Τώρα ήταν σίγουρος! Εκείνη τους είχε ελευθερώσει.

Θα την έκανε να παραδεχτεί τις πράξεις της. Σκόπευε να την ταπεινώσει και αν αντιδρούσε θα έλεγε την αλήθεια στους χωριανούς και κανείς δεν θα μπορούσε τότε, να την βοηθήσει.

Η αγωνία κορυφώνεται! 

Άραγε ποιο θα είναι το τέλος της Ελίζας;

Κάτω από το φως της ΣελήνηςWhere stories live. Discover now