«Άλλος.», φώναξα για εκατοστή φορά σήμερα καθώς συνέχισα ανενόχλητη να ετοιμάζομαι για την δουλειά.

Φοιτητική ζωή, μάλλον δεν θα την ζήσω ποτέ μου. Δουλειά, σπίτι, σχολή και πάλι από την αρχή. Ώρες- ώρες πιάνω τον εαυτό μου να ζηλεύει τους υπόλοιπους νέους, ζουν την ελευθερία τους ακόμη και αν συγκατοικούν λόγω οικονομικών δυσκολιών με τους γονείς τους ή αν ζουν υπό τις άθλιες συνθήκες των εστιών. Έχουν τον χρόνο να ζήσουν, να ερωτευτούν, να αγαπήσουν και να αγαπηθούν, να νιώσουν το άλλο τους μισό, να μαλώσουν και να τους ακούσει όλη η πολυκατοικία ή έστω τα τριγύρω σπίτια. Ας μην γίνομαι αχάριστη όμως, επέλεξα να ζήσω έτσι, δική μου επιλογή είναι να με πηδάει σχεδόν κάθε εβδομάδα και διαφορετικός.

«Τελείωνε όμως, κοντεύεις να κλείσεις μια ώρα στο μπάνιο.», η φωνή του Ράιαν συνοδεύτηκε από ένα κρότο από την πίσω μεριά της πόρτας.

«Μου λες το ίδιο πράγμα εδώ και πόση ώρα, δεν βαρέθηκες;», η ειρωνεία στην φωνή μου ήταν πλέον ορατή και το γέλιο μου σχεδόν εκνευριστικό.

«Έχω πειστεί ότι έχεις όγκο στον εγκέφαλογρύλισε και εισέβαλε στο μπάνιο.

«Οι γονείς σου ξέχασαν να σου μεταλαμπαδεύσουν τους τρόπους που είχαν.», ως απάντηση έλαβα τον χαρακτηριστικό είχα που βγάζει το καζανάκι.

«Πολύ κόντρα μου πας και δεν θα σου βγει σε καλό. Η υπομονή έχει και τα όρια της.», συνέχισε να πλένει τα χέρια του ανενόχλητος.

«Μήπως να βγεις; Θέλω να ντυθώ κάποια στιγμή.», σήμερα έχω ρέντα με τόση ειρωνεία.

Ανέκαθεν ήταν ταλέντο μου.

Το βλέμμα του έπεσε πάνω στο στήθος μου και ένα πονηρό χαμόγελο εμφανίστηκε στο πρόσωπό του. Τον κοιτούσα με βλέμμα απορίας, δεν ήξερα τι σκεφτόταν και τον λόγο που με κοιτούσε έτσι. Τα γεροδεμένα χέρια του μετακινήθηκαν και άρπαξαν τα οπίσθια μου, ξαφνιάζοντάς με. Ένιωσα το σώμα μου να ταράζεται και τα πόδια μου να τρέμουν. Προσπαθούσα με χίλια ζόρια να φανώ ήρεμη, σαν να μην συμβαίνει τίποτα. Αντιθέτως, με επηρέαζε το άγγιγμά του.

«Γύρνα προς τον καθρέπτη.», η φωνή του σχεδόν αυταρχική και υπάκουσα στην εντολή του.

Ένιωσα τα χείλη του να πιπιλούν απαλά τον λοβό του αυτιού μου, πηγαίνοντας αργά και σταθερά προς την βάση του λαιμού μου. Στεκόμουν σχεδόν παραδομένη μπροστά του, φορώντας μονάχα τα εσώρουχά μου και ένα αθλητικό, κοντό σορτσάκι. Έπαιζε πλέον μαζί μου, με κοιτούσε μέσα από τον καθρέπτη και χαμογελούσε όσο παράλληλα τοποθετούσε το χέρι του μέσα από το εσώρουχό μου.

«Όλα καλά, Cassie;», η φωνή του τόσο αισθησιακή.

«Όλα καλά, όλα ανθ-»,δεν πρόλαβα να ολοκληρώσω, είχε εισβάλει ήδη ένα δάχτυλο του μέσα μου.

Ένιωσα να στάζω, ήμουν υπερβολικά υγρή εξαιτίας του. Ο αντίχειράς του πείραζε την κλειτορίδα μου ρυθμικά, ενώ το βλέμμα του είχε κολλήσει στο δικό μου όσο τα δάχτυλά του είχαν πάρει φωτιά να μπαινοβγαίνουν μέσα μου. Οι ανάσες μου πλέον κοφτές, οι κραυγές ηδονής είχαν γεμίσει το μπάνιο. Ένιωθα απίστευτη ηδονή, είχα παραδοθεί στην τεχνική των δακτύλων του, ο τρόπος που εισέβαλαν μέσα μου φανέρωνε την εξοικείωση που είχε.

«Τι ώρα πιάνεις δουλεία μικρή;»

«Στις δώδεκα.», απάντησα με τρεμάμενη φωνή.

Ήθελα να τελειώσω...

«Μην τολμήσεις να παίξεις, θέλω να πας στην δουλειά σου και να στάζεις εξαιτίας μου.», απάντησε αυταρχικά, βγάζοντας τα δάκτυλα του από μέσα μου.

ΔΕΝ ΤΟ ΕΚΑΝΕ ΑΥΤΟ

ΑΛΗΘΕΙΑ ΤΩΡΑ;

«Τι κάνεις;», η έκπληξη στην φωνή μου ήταν φανερή, βρισκόμουν σε κατάσταση σοκ.

Καλή δουλεία μικρή, θα τα πούμε αργότερα.», χαμογέλασε και βγήκε από το μπάνιο σφυρίζοντας.

***

«Στο τραπέζι νούμερο 5 και γρήγορα.», φώναξε το αφεντικό φτύνοντας ελαφρώς το πρόσωπο μου.

Μαλακοπιτουρα...

«Καλώς ήρθατε στο Hollywood Cafe. Εγώ είμαι η Cassie και θα σας εξυπηρετήσω για απόψε, τι θα θέλατε;», ρώτησα βάζοντας την ηλίθια κασέτα και το πανηλίθιο χαμόγελο που μας έχει αναγκάσει το αφεντικό να φοράμε μπροστά στους πελάτες.

«Ένα γλυκό γαλλικό καφέ με άρωμα φουντούκι και γάλα.», η εκνευριστική φωνή του Ράιαν ήχησε στα αυτιά μου και το σαγόνι μου σφίχτηκε.

Δεν σου έφτανε το χουνέρι που με έκανες το πρωί, ήρθες και στην δουλειά μου για ποιον λόγο; », πέταξα το μπλοκάκι των παραγγελιών μου μπροστά του και στηρίχτηκα με τους αγκώνες μου μπροστά του.

Εγώ το διασκέδασα απίστευτα σήμερα. Κάποια είναι καιρό αγάμητη μάλλον.», γελούσε σαν βόδι. 

«Μην τολμήσεις και το ξανακάνεις αυτό, μα τον θεό θα σου σπάσω το κεφάλι.», η οργή μέσα μου ξεχείλιζε.

«Γιατί Cassie; Έπαθες τίποτα;», το χέρι του πήγε πάλι στα οπίσθια μου.

«Γιατί είμαι ακόμη υγρή εξαιτίας σου.», το χέρι μου μετακινήθηκε προς το καβάλο του παντελονιού του, χαϊδεύοντας ελαφρά την στύση που είχε δημιουργηθεί.

Τι κάνεις Cassie;», η έκπληξη στην φωνή του ήταν εμφανή.

«Αυτό το παιχνίδι παίζεται με δύο παίκτες γλυκούλη. Και ξεκινάμε από τώρα», απάντησα αφήνοντας ένα απαλό φιλί στα χείλη του και προχώρησα προς τον πάγκο για να δώσω την παραγγελία του.

Sweet MelodyWhere stories live. Discover now