Chapter 3

70 10 1
                                    


Τίτλος κεφαλαίου : I Hate my brother
Βανέσα'ς POV

"Εντάξει εντάξει σταμάτα να με σπρώχνεις Ανδρέα!" Φωνάζω στον αδερφό μου όταν κυριολεκτικά με "πετάει" στο δωμάτιο.

"Μην αργήσεις." Λέει μέσα από τα δόντια του και εξαφανίζεται στην τραπεζαρία. Αφού με αφήνει μόνη μου παίρνω μια βαθιά ανάσα και προχωράω προς την ντουλάπα μου. Δεν έχω ιδεα τι φοράς σε ένα γήπεδο. Υποθέτω κάτι άνετο. Σίγουρα κάτι άνετο.

Βγαζω τα ρούχα μου και τα πετάω στο κρεβάτι με μανία. Καταλήγω γρήγορα σε μια μαύρη φορά και ένα κίτρινο τοπάκι. Είναι μέσα Σεπτεμβρίου και δεν έχει ούτε κρύο ούτε ζέστη. Δένω μια πολύ λεπτή ζακέτα γύρω από την μέση μου για παν ενδεχόμενο. Οι φωνές από την τραπεζαρία έχουν σταματήσει, αυτο σηματοδοτεί ότι ο θείος και ο πατέρας μου έχουν φύγει από το σπίτι. Μου φαίνεται περίεργο που δεν ακούω τον Ανδρέα και τον Κώστα. Αφού ρίχνω μια μάτια στον καθρέφτη μου, και βλέπω ότι τα μαλλιά μου είναι χτενισμένα όμορφα, τοποθετώ λίγο κονσιλερ και ρουζ στα μαγουλα μου. Δεν θέλω να δείχνω και χλωμή.

Όταν ανοίγω την πόρτα για να φύγουμε, ο αδερφός μου και ο καλύτερος του φίλος έχουν εξαφανιστεί. "Γαμωτο" ξεφωνιζω και αρπάζω το κινητό μου. Ο Ανδρέας απορρίπτει τις κλήσεις μου και στο τέλος αντιλαμβάνομαι πως με κάνει φραγή. Αρπάζω γρήγορα την τσάντα μου και κατεβαίνω από το διαμέρισμα μας με γοργά βήματα. Δεν το πιστεύω ότι με κορόιδεψαν και έφυγαν. Μα πόση ώρα ετοιμαζομουν και με πόση προσήλωση που δεν τους πήρα χαμπάρι;

Βγαίνοντας στο κεντρικό, προσεύχομαι να περάσει γρήγορα ένα ταξί ώστε να φτασω στο γήπεδο πρώτη. Παράλληλα, στέλνω μηνύματα στον Ανδρέα και τον ενημερώνω πως θα τον βρω σε οποία θέση και εάν κάτσει ακόμη και εάν χρειαστεί να ψάξω όλο το γήπεδο. Η ακόμη καλύτερα, θα τον ρεζιλέψω , απαιτώντας να τον φωνάξουν από τα μεγάφωνα. Είμαι σίγουρη ότι το σκατόπαιδο δεν θα εμφανιστεί. Σηκώνω το χέρι μου σε οποίο ταξί περάσει αλλά όπως είναι αναμενόμενο δεν σταματάει κανένας. Αποφασίζω να πάω από την αντίθετη πλευρά και να συνεχίσω το ψάξιμο. Για καλή μου τύχη, το κίτρινο αυτοκίνητο σταματάει μπροστά μου και μπαίνω γρήγορα μέσα.

"Στο γήπεδο" φωνάζω. "Γρήγορα." Δεν είχα καταλάβει ποσό λαχανιασμένη ήμουν ώσπου ακούμπησα την πλάτη μου στο κάθισμα του ταξί. Ο οδηγός με κοιτάζει χωρίς να ξεκινάει.

"Εμ.." καθαρίζω λίγο τον λαιμο μου. "Δεν θα ξεκινήσετε;"

"Σε ποιο γήπεδο κοπέλα μου; Σε όποιο θέλω εγώ;" Ρωτάει αρκετά επιθετικά και τότε καταλαβαίνω πως δεν είχα γίνει αρκετά μετατοπίστηκη. Κατεβάζω το κεφάλι μου και μουρμουρίζω το γήπεδο και εκείνος ξεκινάει.

Ο Ανδρέας έχει αγνοήσει τα μηνύματα μου. Ρίχνω μια μάτια στο κινητό μου. Η ώρα ήταν εφτά και μισή και ο αγώνας θα ξεκινούσε σε μιάμιση ώρα. Γιατί βιάστηκαν να τρέξουν και να φύγουν τοσο νωρίς;

Μετά από περίπου δεκαπέντε λεπτά, βρισκόμαστε στην είσοδο του γηπέδου. Η τουλάχιστον έτσι νόμιζα. Αφού κατεβαίνω από το ταξί και πληρώνω τον οδηγό, ο οποίος μουρμουρίζει κάτι περίεργο καθώς φεύγει αντιλαμβάνομαι ότι δεν είμαι στην είσοδο στην οποία θα έπρεπε. Αλλά σε μια πλαϊνή.

"Πλάκα μου κανείς" μουρμουρίζω όταν πρέπει να αρχίσω να διασχίζω όλο το τσούρμο από παθιασμένους οπαδούς που είναι μαζεμένοι γύρω γύρω. Τι στο καλο κάνουν τοσο νωρίς τόσα άτομα εδώ;

Η ερώτηση μου απαντιέται όταν ένα κοπάδι από δημοσιογράφους, αστυνομικούς και σεκιουριτι προσπαθούν να προστατέψουν ένα παίκτη που δεν είναι άλλος από τον Γιαννόπουλο. Προσπαθεί να τρέξει όταν ένα μεγάλο μέρος του κόσμου πέφτει επάνω του, φωνάζοντας διαφορά συνθήματα και προσπαθώντας να τον φωτογραφίσουν. Εντάξει, τώρα καταλαβαίνω γιατί ήθελα να φτάσουν νωρίς. Προχωράω προς την είσοδο όταν μερικά αγόρια πέφτουν επάνω μου. Μουρμουρίζουν ένα συγνώμη, όταν βλέπουν την ξινισμένη και εκνευρισμένη φάτσα μου. Πλησιάζω πιο πολύ , διακρίνοντας μέσα στο πλήθος τον αδερφό μου να ζητωκραυγάζει. Είναι στην απέναντι πλευρά από εμένα και προσπαθεί να παραβιάσει το κάγκελο. Παίρνω μια βαθια ανάσα, λες και θα βούταγα στον ωκεανό, και αρχίζω να σπρώχνω τον κόσμο δεξιά και αριστερά ώστε να φτασω στον Ανδρέα. Καθώς περνάω, καλυπτομαι για να μη καταφέρει κανείς να με χτυπήσει και παράλληλα ακούω διάφορες βρισιές. Θα έπρεπε να είχα λάβει τα μέτρα μου νωρίτερα με τον αδερφό μου. Όταν πια φτάνω σε μια κοντινή απόσταση, ένας νεαρός μου κλείνει τον δρόμο.

"Δεν είναι σωστό να κλέβεις την σειρά μας." Δείχνει με το χέρι του προς τα πισω, μονο για να ανακαλύψω ότι υπήρχαν δέκα άτομα με κουκούλες. Ξεροκαταπίνω και προσπαθώ να μιλήσω όταν πετάγεται ένας άλλος. "Είναι όμορφη. Μπορεί να μείνει στην παρέα μας."

Ο νεαρός που μου έχει καλύψει τον δρόμο διαφωνεί και αρχίζει να με σπρώχνει με το σώμα του προς τα πισω. "Όχι οχι σε παρακαλώ." Φωνάζω. "Άσε με να σου εξηγήσω." Όμως εκείνος δεν φαίνεται να καταλαβαίνει. "Σε παρακαλώ, πρέπει να μαζέψω τον ανήλικο αδερφό μου." Συνεχίζω όμως εκείνος φαίνεται τελείως ανένδοτος. Όταν πια έχουμε φτάσει στο τερμα της ουράς , γυρίζει με ένα αυτάρεσκο χαμόγελο να με κοιτάξει. "Ο Γιαννόπουλος μπορεί να είναι γκόμενος, είναι όμως παιχταράς και πρέπει να τον τιμήσουμε εμείς πρώτα." Πριν προλάβω να απαντησω κάτι άλλο, εκείνος χανεται ξανά στο πλήθος.

Τέλεια.

The champion Where stories live. Discover now