Κεφάλαιο 12

462 60 41
                                    

"And now i cry in the middle of the night, for the same damn thing''

 "You've got a heart as loud as lightning.So why let your voice be tamed?"
    

Το υπόλοιπο απόγευμα ο Louis το πέρασε στο δωμάτιό του, ξαπλώνοντας. Είχε καλέσει τον Anthony και τον ενημέρωσε για το ατυχημά του. Εκείνος ανησύχησε περισσότερο απ'όσο θα 'πρεπε αλλά ο Louis τον διαβεβαίωσε πως ήταν μια χαρά, τίποτα σοβαρό. Ο Anthony συνέχισε να παραμιλάει πως αν δεν τον έβλεπε με τα μάτια του πως ήταν εντάξει, δεν θα ηρεμούσε. Προσφέρθηκε ακόμη και να αλλάξει τα εισητήρια, να έρθει τα ξημερώματα, αλλά ο Louis αρνήθηκε λέγωντας πως ήταν ανώφελο να το άλλαζε για μερικές ώρες. Εξάλλου είχε ήδη αλλάξει το εισητήριο και θα ερχόταν μια μέρα πιο γρήγορα, δε υπήρχε λόγος να χάσει άλλη μια μέρα από το σχολείο του.

O Anthony τελικά υποχώρησε, αλλά η ανησυχία του, δεν έπαψε να τον προβληματίζει, έτσι ο Louis αποφάσισε να αλλάξει θέμα και έτσι άρχισε την μοναδική συζήτηση που πραγματικά θα του αποσπούσε την προσοχή. Ο Louis είχε αρχίσει να μιλάει για βιβλία και ταινίες, δηλαδή το στοιχείο του Anthony. Λάτρευε να διαβάζει βιβλία κυρίως φαντασίας ή απλά βιβλία με ηθικά διδάγματα και από αυτά κυρίως οφειλόταν η συμπεριφορά του και ο τρόπος που μιλούσε. Ηταν αρκετά μορφωμένος σε ότι ειχε να κάνει με τον κόσμο είτε αυτό ήταν ουσιώδες είτε πνευματώδες και ηταν ένα από τα πράγματα που ο Louis λατρευε σε αυτόν. Μιλούσαν στο κινητό περίπου μέχρι τις 7. Στον Louis πάντα άρεσε να τον βλέπει να παθιάζοται με κάτι τόσο πολύ.. πάντα του άρεσε να τον ακούει να πολυλογεί για οτιδήποτε μπορούσε να σκεφτεί, φτάνει να μιλούσε. Η φωνή του τον έκανε να ξεχνάει κυριολεκτικά τα πάντα, τον ηρεμούσε τόσο πολύ.

Η κληση τους έληξε λιγα λεπτά πριν η μαμά του Louis έρθει σπίτι. Ο Anthony έπρεπε να βοηθήσει την μαμά του να κατεβάσει μερικά πράγματα από το πατάρι, έτσι υποσχέθηκαν να μιλησουν αργότερα.

Όταν έκλεισαν το τηλέφωνο ο Louis έστρεψε το βλέμμα του στο ταβανι χαμογελωντας αμυδρά κρατώντας το κινητό κοντά στο πηγούνι του. Πειρε μια βαθιά ανάσα και τεντώθηκε προσεκτικά για να το αφήσει στο κομοδίνο και επιασε το ποτηρι ακριβως διπλα για να πιει λιγο νερό.

Δεν ειχαν περασει ούτε δεκαπέντε λεπτά και η μαμά του Louis ήρθε στο σπίτι. Άφησε τα ψώνια στο τραπέζι της κουζίνας και ανεβηκε σταθερά την μικρή ξύλινη σκάλα για να ελέγξει αν ο Louis ηταν εντάξει.

"Ακόμα δεν μπορώ να πιστέψω πως στο καλο γλίστρησες" αναστενάζει καθως του φτιαχνει καλύτερα το μαξιλάρι στο κεφαλι του.

It is what it is || L.SDonde viven las historias. Descúbrelo ahora