κεφάλαιο 9

344 30 3
                                    


Ήταν ο Θωμάς.... Η καρδιά μου χτυπούσε τόσο δυνατά, κατα βάθος για ένα κλάσμα του δευτερολέπτου πείστηκα πως θα μου έλεγε πως με θέλει ή κάτι τέτοιο. Ειδικά τέτοια ώρα που με πήρε. Δεν είχα πολύ χρόνο να σκεφτώ και απάντησα.

-Ναι ? , είπα με μία ξερή νυσταγμένη φωνή η οποία ωστόσο έκρυβε και μια μικρή έκπληξη... ίσως απο αγωνία

-Εε. εε ..λα Κρ... Κρύστα ..

-Τι έγινε ? , δεν μου απαντούσε, άκουσα το κινητό κάπου να πέφτει ή άκουσα γενικά έναν κρότο και εκείνος δεν μου απαντούσε , άκουγα την ηχώ απο αυτοκίνητα.

-Θωμά ? Τι έγινε? ,  επανέλαβα....

Και άκουσα κάτι απ'την άλλη άκρη του ακουστικού. Ήταν μια φωνή , ένα βογκητό , κάποιος έκλαιγε πνιχτά , χωρίς να καταλαβαίνεις αν δεν μπορούσε να πάρει ανάσα απ'τα γέλια ή αν προσπαθούσε να συγκρατήσει τους λυγμους του...  Όμως ήμουν σίγουρη πως συνέβαινε το δεύτερο. Ήταν ο Θωμάς. Ο Θωμάς έκλαιγε... στο ακουστικό του κινητού του, είχε καλέσει εμένα , και εγώ δεν ήξερα τι να κάνω...

Θωμάς- ε... ε.. σ..συγγνώμη που που ενοχλώ αλλά, ένα ξέσπασμα ακούστηκε απο το ακουστικό και αμέσως μετά επανήλθε , εί είμαι στη γε .. γέφυρα... σε σε παρακαλωωωωωωωω 

Εγω- Θωμά ? Θωμά τι έγινε ? Τι να κάνω πες μου... 

Το ακουστικό είχε ήδη κλήσει. Για κάποια δευτερόλεπτα είχα μείνει να κρατάω το ακουστικό στο αυτί μου με ένα τρομοκρατημένο ύφος , είχα πάθει κάποια κρίση πανικού. Τα χέρια μου είχαν μουδιάσει μέχρι τους αγκώνες , τα πόδια μου έτρεμαν και η κοιλιά μου πονούσε πολύ. Μπορούσα μετα βίας να πάρω ανάσα και μπορούσα να ακούσω τους παλμούς μου. Το κινητό έπεσε απ'το χέρι μου. Όλα γύρω μου άρχισαν να σκοτεινιάζουν. Φοβόμουν πολύ. Για κλάσματα του δευτερολέπτου σκέφτηκα πως θα πέθαινα. Τότε όμως σκέφτηκα πως ο Θωμάς θα μπορούσε να πεθαίνει αυτή τη στιγμή και πως εγώ αντί να δρούσα κάπως καθόμουν εκεί περιμένοντας πότε θα λιποθυμήσω. Ξαφνικά κούνησα το ένα μου χέρι, τα πνευμόνια μου άρχισαν να γεμίζουν σιγά σιγά αέρα , όλα άρχιζαν να πέρνουν το χρώμα που είχαν. Σηκώθηκα και έριξα κάτι πάνω μου , πήρα το κινητό και τα κλειδιά μου. Προσευχήθηκα να μην ξυπνούσε η μάνα μου ενώ θα έλειπα γιατί θα ανησυχούσε πάρα πολύ. Κοίταξα το ρολόι. Ήταν 4. 

Η γέφυρα ήταν σχετικά κοντά. Άρχισα να τρέχω , το τρέξιμο και όλη η αδρεναλίνη που αυτό μου προκαλούσε με βοηθούσε να μην σκέφτομαι τον Θωμά και να μπορέσω να μειώσω το άγχος και τους συνεχώς αυξανόμενους παλμούς μου. Δάκρυα κύλησαν απ΄τα μάτια μου. Φοβόμουν τόσο πολύ για το τι θα αντίκριζα. Και για μια στιγμή λίγο πριν φτάσω στη γέφυρα , τον είδα. Είδα τον Θωμά να κάθεται σχεδόν ξαπλωμένος στην κορυφή της γέφυρας. Έτρεξα προς το μέρος του και κάθισα δίπλα του. Μόλις κατάλαβε πως κάποιος είχε έρθει  γύρισε να κοιτάξει. Τα μάτια του ήταν κόκκινα και το πρόσωπό του βρεγμένο. Η καρδιά μου έσπασε στη μέση. Με το που με είδε με πήρε αγκαλιά και μου είπε ευχαριστώ , με μια φωνή που απο κείνον δεν είχα ξανακούσει. Γύρω μου υπήρχαν 3 κουτάκια μπύρας , δύο αποτσίγαρα , ένα αναπτήρας , κάτι χάπια και ένα γυαλί. Ένα μεγάλο κομμάτι γυαλί ομοιόμορφα σχηματισμένο που πάνω έγραφε κάτι στα Λατίνικα και στην άκρη το όνομα Μαρία. όλο το γυαλί είχε χρώμα οινοπνευματί , η άκρη του όμως ήταν κόκκινη. Κόκκινο ήταν επίσης και το έδαφος πάνω στο οποίο καθόμουν. Γύρισα το χέρι του. κάθετες γραμμές είχαν χαραχθεί πάνω του. Και το αίμα στο χέρι του το οποίο είχε γεμίσει και τον λαιμό μου ήταν αρκετό . 

-Θωμά ? Τι έκανες? Τι έγινε ? 

-Τελείωσε Κρύστα... τώρα όλα τελείωσαν δεν έχει νόημα. 

Οι χαρακιές στο χέρι του δεν ήταν βαθιές ούτε πολύ μακριές. Δεν φαίνεται να είχε πονέσει ιδιαίτερα. Η καρδιά μου κόντευε να σπάσει. Δάκρυα είχαν πλημμυρίσει τα μάτια μου και ένιωθα κυριολεκτικά να πονάω παντού. Τον έσφιξα στην αγκαλιά μου και του είπα πως πρέπει να πάμε στο νοσοκομείο. Εκείνος με κοίταξε και με ικέτευσε να μην τον πάω στο νοσοκομείο. Μου είπε πως χρειαζόταν νερό. Πήρα ένα μπουκάλι άδειας μπύρας και έτρεξα σε μία βρυσούλα που είχε κάτω απ'τη γέφυρα. Όταν ανέβηκα πάνω ο Θωμάς έκανε εμετό. Είχε ανοίξει τα χάπια τα οποία δεν ήξερα τι στο διάλο ήταν. 

-Πόσα πήρες ? 

-4 , μου είπε με τεράστια αδυναμία. 

Τον πήρα αγκαλιά του έδωσα νερό . Ακαριαία στο κινητό μου σχηματίστηκε ο αριθμός 166 . Θα ερχόταν βοήθεια. Τα μάτια του με δυσκολία κρατιόταν ανοιχτά. Τον χαστούκησα πολλές φορές για να τον κρατήσω ξύπνιο. Η βοήθεια είχε φτάσει . Πήγα μαζί του στο νοσοκομείο. Δεν με ενημέρωσαν τι θα του έκαναν ή τι είχε. Τους είπα μόνο πως πήρε 4 απο τα χάπια και τους έδωσα το κουτί . Δεν μου επέτρεψαν να μπω μέσα διότι δεν είχαμε συγγενικό δεσμό. Κάθισα σχεδόν ανήμπορη σε μια απ'τις θέσεις έξω απ'το δωμάτιο που τον είχαν κλείσει. Η καρδιά μου χτυπούσε το ίδιο δυνατά παρόλο που είχε περάσει ένα τέταρτο. Δεν μπορούσα να κουνηθώ.  Ένιωσα πως δεν μπορούσα να πάρω ανάσα. Ξαναπροσπάθησα αλλά συνέχισα να μην τα καταφέρνω. Φοβόμουν πολύ.


Χρόνια Εφηβικά Where stories live. Discover now