Είχαν περάσει 3 ή 4 μέρες. Η μάνα μου ειχε πάει στη δουλειά της . Εγω καθόμουν στη βεράντα και διάβαζα ένα αδιάφορο περιοδικό. Σήκωσα το βλέμμα μου. Κοίταξα τον ουρανο. Ηταν τόσο καθαρός σήμερα . Ένιωσα για μια στιγμή ευτυχισμένη . Μπήκα μέσα άρπαξα ένα τσιγάρο απ'το συρτάρι της μάνας μου και άρχισα να το καπνίζω. Χτύπησε κουδούνι . Ήταν ο Θωμάς. Σβήνω το τσιγάρο ανοίγω τη πορτα και πέφτω κυριολεκτικα στην αγκαλια του. Ήθελα να τον φιλήσω αλλα πρώτα επρεπε να μου πει τι ενιωθε αυτος, ήθελα να κλαψω απλά αν εκλαιγα εγω αυτος τι θα επρεπε να κάνει ?
Εγω- είσαι καλα ? Θωμα γιατι δεν μου πες πως βγήκες ?
Θωμας- βγήκα χτες... μέχρι να συνηθίσω και πάλι το σπίτι μου ξημέρωσε.... καλά είμαι...
Εγω - Έλα μέσα , έλα μέσα να ου τα πεις ολα !
Θωμάς - Καλύτερα ας βρεθούμε παραλια... όπως παλιά.
Εγω- Σημερα ?
Θωμας - ναι σημερα.Μιλήσαμε έτσι ορθιοι λιγο ακομα λεγοντας ασχετα πραματα. Τραγικό, αν σκεφτούμε το ποσα άλλα ουσιώδη είχαμε να πουμε .
Σκεφτόμουν πως δεν ήταν καλά, πως θα αργούσε να γίνει, καθώς τον έβλεπε να απομακρύνεται πηγαίνοντας σπίτι του.
YOU ARE READING
Χρόνια Εφηβικά
Adventure"Νιώθω αδύναμη τον τελευταίο καιρό.... μπαίνω όλο και βαθύτερα στον εαυτό μου, οι άνθρωποι που με καταλαβαίνουν λιγοστεύουν συνεχώς.... χρειάζομαι απο κάπου να κρατηθώ... μπορείς να με κρατήσεις ? Μπορείς ? ή θα γίνεις εκείνο το ποτήρι στο πάνω πάνω...