Άρχισα να τρέχω προς το σπίτι. Μόλις μπήκα μέσα έκλεισα την πόρτα πίσω μου και έπεσα στο πάτωμα με τα δάκρια να κυλάνε στα μαγουλα μου. Γύρισα να δω τι έκανε και τον είδα να γίνετε πάλι άνθρωπος, κοίταξε προςς το μέρος μου λυπημένος και έπειτα γύρισε να φύγει προς τα δέντρα. Μετά απο λίγη ώρα άκουσα το αμάξι του απο μπροστά να παίρνει μπρος. Έκατσα ώρες έτσι προσπαθώντας να καταλάβω τι είχα μόλις δει, μου ήταν ακατανόητο.
Σηκώθηκα αργά απο το πάτωμα και πήγα να κάνω ένα μπάνιο. Μετά απο ένα τέταρτο βρισκόμουν στο κρεβάτι μου κοιτώντας το ταβάνι εντελός ξύπνια. Ο ήλιος άρχισε να με τυφλώνει έπειτα απο πολλές ώρες όμως ακόμα δεν μπορούσα να κουνηθώ. Το ξυπνητήρι μου άρχισε να χτυπάει, έπρεπε να πάω στη δουλειά.
Ωω θέε μου η δουλεία! Πως θα πήγενα μετά απο αυτό που είχε συμβεί; Γιατί μου το είχε δείξει αυτό; Ήθελε να με τρομάξει; Δεν ήξερα. Αποφάσησα να ετοιμαστώ και να πάω κανονικά και να μιλήσω μαζί του. Ετοιμάστηκα γρήγορα και έφυγα. Όταν έφτασα το μαγαζί ήταν γεμάτο ήδη. Ο Έντουαρτ καθόταν στο ταμίο και όταν με είδε τα μάτια του άνοιξαν διάπλατα. Μάλλον πίστευε ότι δεν θα με ξανα έβλεπε ποτέ, όμως ήθελα απαντήσεις. Και μάλιστα σύντομα. Απο το βλέμα μου θα κατάλαβε οτι ήθελα να μιλήσουμε. Φώναξε την Έλενα να πάρει τη θέση του και με πλησίασε.
"Να υποθέσω θες να μιλήσουμε έτσι;"
"Ναι." είπα απλά κοιτόντας αλλού.
"Το φαντάστηκα..." είπε σιγανά.
Τον ακολούθησα μέχρι το γραφείο του όπου έκατσε στον μικρό καναπέ που βρισκόταν εκεί και εγω απέναντι του στην άβολη καρέκλα.
"Να ξεκινήσω ή θες να ρωτήσεις κάτι πρώτα;"
"Πες μου και αν είναι θα ρωτήσω μετά." είπα απλά.
"Απο οτι ήδη θα έχεις καταλάβει είμαι λυκάνθρωπος. Υπάρχουν κι άλλα πλάσματα σαν κι εμένα όπως βρυκόλακες, νεράιδες και ότι άλλο θες. Εγώ γεννήθηκα έτσι και αυτές οι ιστορίες ότι αν σε δαγκώσει λυκάνθρωπος γίνεσε κι εσύ είναι ψέματα. Μεγάλωσα σε ένα χωριό μακριά απο εδώ πολύ μακριά βασικά. Εκεί οι περισσότεροι είναι σαν κι εμένα όσοι δεν είναι μαθαίνουν και ζουν μαζί μας. Τα πράγματα δεν είναι όπως σε άλλα χωρία, είμαστε διαφορετίκοι. Δεν μπορούσα να ζήσω για πάντα εκεί και έτσι έφυγα. Ήρθα και άνοιξα αυτό το μαγαζί, το οποίο λάτρεψα και δεν θέλω να χασω." είπε και με κοίταξε στα μάτια, εγώ γύρισα το βλέμα μου αλλού. Αναστέναξε και συνέχισε.
"Ο κόσμος άρχισε να με συμπαθεί και εγώ άρχισα να προσαρμόζομαι, δεν είχα θέματα. Μέχρι που άρχισαν να εμφανίζονται κι άλλοι και να κάνουν τρέλες. Κατάφερα να τους στείλω πίσω για να μην μπλέξουν. Όταν σε γνώρισα αμέσως κατάλαβα οτι δεν θα είχες πρόβλημα με αυτό που είμαι γιατί κι εσύ είσαι διαφορετίκη. Προφανώς έκανα λάθος."
"Τι εννοείς είμαι διαφορετική;" ρώτησα πριν προλάβει να συνεχίσει.
"Εμένα ρωτάς; Δεν ξές τις δυνάμεις που έχεις; Ή μήπως νομίζεις πως είμαι κυνηγός;"
"Τι είναι όλα αυτά που λες; Είμαι απόλυτα φυσιολογική"
"Αν ήσουν φυσιολογική τότε γιατί όλα σου τα όνειρα βγαίνουν αληθινά;" με ρώτησε απλά.
Τα μάτια μου άνοιξαν διάπλατα και δεν μπορούσα να μιλήσω.
"Που το ξέρεις εσύ αυτό;"
"Μου το είπες η ίδια."

YOU ARE READING
Καταστροφή
FantasyΤι συμβαίνει όταν αρχίζεις να βλέπεις τρομερούς εφιάλτες και μέσα σε αυτούς είναι οι αγαπημένοι σου άνθρωποι; Και τι θα κάνεις όταν αυτοι οι εφιάλτες βγαίνουν αληθινοί; Εξώφυλλο απο ForiNasi