κεφάλαιο 8

31 3 2
                                    

Κάθησα στο χώμα δίπλα στον λύκο και συνέχισα να κοιταω. Αφού δεν μου είχε κάνει τίποτα τόση ώρα δεν θα με πείραζε, τουλάχιστον έτσι πίστευα. Ο λύκος με σκούντηξε στον ωμο με την μουσούδα του. Σήκωσα το χέρι μου διστακτικά και το πλησίασα στο κεφάλι του, εκείνος έγειρε το στο πλάι και τον χάιδεψα. Έκλεισε τα μάτια του και καθόταν ακίνητος.  Πήρα το χέρι μου μακριά κοιτώντας την πλούσια γούνα του. Άνοιξε απότομα τα μάτια του και γύρισε να με κοιτάξει με απορία. Ξάπλωσα κάτω και ξάπλωσε και εκείνος κρατώντας με ζεστή. Με πήρε ο ύπνος μετα απο ώρες που κοιτούσα τον ουρανό. 
Ξύπνησα και τα μαλλιά μου ήταν γεμάτα κλαδιά και ξερά φύλλα. Ο λύκος ήταν λίγο πιο δίπλα και έτρωγε ενα νεκρό κουνέλι. Είχα ανατριχιάσει ολόκληρη.
Με κοίταξε και άφησε τον λαγό. Πήγε πίσω απο ενα δέντρο και απο την αλλη μεριά βγήκε ο Τζέρεμι. Τον κοιτούσα σαν χάνος. Δεν μιλούσα απλά τον κοιτούσα, είχα σοκαριστεί και ήμουν και τρομαγμένη. Εκείνος χαμογελούσε και πλησίαζε με αργό βήμα. Έκανα ενα βήμα πίσω και πήγαινα όλο και πιο πίσω.
"Με φοβάσαι;" ρώτησε χαμογελαστά.
Δεν μίλησα ήμουν πολύ τρομαγμένη.
"Καλά κάνεις και με φοβάσαι." είπε και γέλασε.
"Τι έγινε μόλις τώρα;" ρώτησα.
"Εσύ τι νομίζεις; Τώρα μόλις δεν ήσουν με έναν λύκο και τώρα είμαι εγώ μαζί σου, βάλε το μυαλό σου να δουλέψει." είπε και γέλασε ειρωνικά.
"Οπότε εσύ είσαι ο λύκος;" τον ρώτησα πιο ψύχραιμα από όσο ένιωθα πραγματικά.
"Επιτέλους το καταλάβες."
"Πως γίνεται όμως αυτό;"
"Έλα τώρα, σοβαρά; Δεν βλέπεις ταινίες; Βρυκόλακες, νεράιδες, λυκάνθρωποι, μάγοι, ξωτικά. Όλα είναι αληθινά γλυκιά μου."
Τον κοίταζα με γουρλωμένα μάτια.
"Ξύπνα επιτέλους έχουμε και δουλειές."
---------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
Σηκώθηκα απότομα καθώς ο ήλιος άρχισε να με χτυπάει μέσα από τα φύλλα των δέντρων. Ο λύκος ήταν πιο δίπλα τρώγοντας τον λαγό όπως και στο όνειρο. Μόλις σηκώθηκα όρθια με πλησίασε και με σκούντηξε με το κεφάλι του και άρχισε να περπατάει. Τον ακολουθούσα για αρκετή ωρα μέχρι που φτάσαμε στη πίσω αυλή του σπιτιού μου. Γύρισα προς το μέρος του και γονάτισα μπροστά του.
"Δεν είσαι ο Τζέρεμι έτσι;" του είπα και μου φάνηκε σαν να άνοιξαν τα μάτια του περισσότερο.
"Μα τι κάθομαι και λέω σε ενα λύκο." είπα και σηκώθηκα να φύγω, όμως ξανά γύρισα και τον αγκάλιασα.
"Σε ευχαριστώ που μου κράτησες παρέα."
Μπήκα μέσα στο σπίτι και έκλεισα την τζαμαρία. Τον είδα να κάθετε εκεί ακίνητος σαν να ήταν σοκαρισμένος. Μετά απο λίγη ωρα έφυγε.
Μέσα μου ένιωσα μεγάλη απογοήτευση, ήθελα να δω πως αυτός ο λύκος ήταν όντως ο Τζέρεμι.
Μα αν είναι δυνατόν, δεν υπάρχουν λυκάνθρωποι. Αυτό το όνειρο με είχε επιρεάσει πολύ.
Πήγα να πάρω μια πετσέτα και ρούχα απο το δωμάτιο μου και μπήκα για μπάνιο. Έπρεπε να βγάλω και τα φύλλα, τα κλαδιά ή οτι άλλο είχε μπλεχτεί μέσα στα μαλλιά μου το βράδυ. Ζεστό νερό έπεσα στο πρόσωπο μου και ένιωσα να χαλαρώνω.
Έπειτα απο μισή ωρα είχα βγει απο το μπάνιο και καθόμουν και έβλεπα τηλεόραση. Το απόγευμα θα πήγαινα στον Κρίστοφερ οπότε έπρεπε να μαγειρέψω για να φάω. Πάντα λάτρευα να μαγείρευω, όμως με αυτή τη κατάσταση δεν είχα πολύ όρεξη και έφτιαξα απλα λιγα μακαρόνια με σάλτσα.
Έφαγα και διάβασα ένα βιβλίο μέχρι που ήρθε η ώρα να ετοιμαστώ και να πάω να δω τον Κρίστοφερ. Ντύθηκα και κάλεσα ενα ταξί για να έρθει. Μετά απο μισή ώρα είχα φτασει στο νοσοκομείο. Μίλησα για λίγο με τον γιατρό για την κατάσταση του Κρίστοφερ. Μου είχε πει πως τα πάντα ήταν ίδια και ήθελαν να δοκιμάσουν ένα νέο φάρμακο μήπως υπάρξει κάποια αλλαγή και ήθελαν την άδεια μου. Είπα στον γιατρό πως ήθελα λίγες μέρες να το σκεφτώ και κατάλαβα απο την δυσαρέσκεια του πως μάλλον ήταν δοκιμαστικό φάρμακο. Πλησίασα την πόρτα του δωματίου του αδερφού μου και είδα μέσα δύο άντρες και μια γυναίκα. Η γυναίκα καθόταν δίπλα στο κρεβάτι, κρατούσε το χέρι του Κρίστοφερ και του μιλούσε. Οι άντρες στέκονταν απο πίσω της σαν φρουροί, ακίνητοι.
Πήγα στη ρεσεψιον να ρωτήσω ποιοί ήταν και μου είπαν πως δεν είχε πάει κανείς. Η νοσοκόμα ήρθε μαζί μου να το επιβεβαίωση.
Όταν άνοιξε την πόρτα είδα και τους τρεις τους να μας κοιτάνε ενοχλημένοι.
"Ορίστε δεν είναι κανείς εδώ." είπε η νοσοκόμα και έφυγε, εκείνη τη στιγμή είδα τα φτερά που ξεφύτρωναν πίσω απο την πλάτη των τριών ξένων.

ΚαταστροφήOnde histórias criam vida. Descubra agora