Μετά απο τρεις μέρες με άφησαν να βγω απο το νοσοκομείο αφού δεν υπήρχε άλλος κίνδυνος. Ο Κρίστοφερ δεν είχε ξυπνήσει ακόμα και τίποτα δεν άλλαζε στην κατάσταση του. Όταν γύρισα σπίτι τηλεφώνησα στην ασφαλιστική εταιρία να δω τι μπορούσε να γίνει με το αυτοκίνητο, μου είπαν οτι θα έδιναν λιγα χρήματα αλλά δεν ηταν αρκετά για να φτιαχτεί. Την επόμενη μέρα ήρθε ο Τζέρεμι να με δει και να ρωτήσει γιατί δεν πήγαμε στο πάρτυ του. Όταν είδε τους νάρθηκες αμέσως πήρε μια ανήσυχη έκφραση. Τον καθησύχασα πως δεν ήμουν πολύ σοβαρά και άρχισε να ρωτάει για τον Κρίστοφερ, τοτε δάκρυα άρχισαν να τρέχουν απο τα μάτια μου και εκείνος ήρθε και με αγκάλιασε. Μύριζε όμορφα, βανίλια με καρύδα. Όμως δεν τον ήξερα τόσο καλά για να με καθησυχάσει η αγκαλιά του, μετά απο καμία ώρα που μιλούσαμε έφυγε, ένιωθα κάπως καλύτερα μετα την κουβέντα μας. Μάζεψα λίγο στο σπίτι όσο μπορούσα με το σπασμένο χέρι και έπειτα πήγα να κοιμηθώ. Όταν ξύπνησα το επόμενο πρωί πήρα τον Έντουαρτ τηλέφωνο να κανονίσουμε τα πράγματα για τη δουλειά. Δεν μπορούσα να δουλέψω όμως δεν με συνέφερε να μη πάω κι όλας. Μου είπε πως δεν ηταν ανάγκη να πάω όσο ήμουν με τον νάρθηκα αλλά του είπα πως θα πήγαινα. Προσπάθησε να με μεταπείσει αλλά δεν επέμεινε πολύ. Σήμερα είχα ρεπό οπότε πήγα να δω τον Κρίστοφερ στο νοσοκομείο. Κάθε φορά που τον εβλεπα με έπιανε μια θλίψη που δεν μπορούσα να την περιγράψω, ένιωθα την καρδιά μου να ξεριζώνεται απο το στήθος μου. Δεν θα μπορούσα να ζήσω αν τον έχανα και αυτόν και ήταν δικό μου το λάθος για όλα. Αν πρόσεχα στο δρόμο δεν θα είχε συμβεί το οτιδήποτε. Θα ήταν τώρα δίπλα μου και θα μου χαμογελούσε όχι σε ενα δωμάτιο να μπαίνουν διάφορα μηχανήματα στο κορμί του.
Μπήκα μέσα στο λευκό δωμάτιο στο οποίο τον είχαν στο κομοδίνο του βρισκόταν ένα βάζο λουλούδια. Αυτά δεν ηταν εχτές εδώ. Ήταν γεμάτο ίριδες, πολύ όμορφα λουλούδια. Ηταν τα αγαπημένα του, πλησίασα για να δω αν υπήρχε κάποια κάρτα ή κάποιο σημείωμα. Δεν βρήκα τίποτα. Εκείνη την ώρα μπήκε μέσα η νοσοκόμα για να αλλάξει τα σεντόνια.
"Ξέρετε ποιος έφερε αυτά τα λουλούδια στον αδερφό μου; " τι ρώτησα μόλις τελείωσε τη δουλειά της.
"Τα έφερε σήμερα το πρωί ενα κύριος." μου απάντησε.
"Μήπως άφησε κάποιο όνομα ή να είπε κάτι; "
"Όχι τίποτα. Θυμάμαι όμως οτι ήταν ψηλός με μαύρα μαλλιά και γαλανά μάτια, όλες οι νοσοκόμες γι αυτον μιλούσαν. "
"Κατάλαβα... Ευχαριστώ πολύ."
"Τίποτα." μου είπε, χαμογέλασε και έφυγε.
Απο αυτά που μου είπε μάλλον ο Τζέρεμι θα ήταν αλλά γιατί είχε μπει σε τόσο κόπο να του φέρει λουλούδια. Ουτε που τον ήξερε καλά καλά, θα τον ρωτούσα μόλις γυρνούσα σπίτι.
Έκατσα στην καρέκλα δίπλα στο κρεβάτι του Κρίστοφερ και άρχισα να του λέω για το τι έγινε σήμερα. Ηταν όπως πάντα. Καμια έκφραση. Ο γιατρός είχε πει οτι μπορεί να μην ξυπνούσε ποτέ, όμως εγώ είχα πίστει, ηταν δυνατός και θα ξυπνούσε. Το ήξερα. Το ένιωθα.
Μετά απο μια ώρα έφυγα. Δεν μπορούσα να τον βλέπω έτσι.
Τα βράδια ένιωθα την απουσία του απο το σπίτι, ηταν τόσο άδειο. Το ένιωθα τεράστιο για εμένα μόνο. Βγήκα για λίγο στη γειτονιά να περπατήσω και οποίος γείτονας με έβλεπε με κοιτούσε σαν να με λυπόταν.
Δεν άντεξα και πήγα παλι γρήγορα σπίτι, πήρα το αμάξι και πήγα μέχρι την καφετέρια για βόλτα. Όταν έφτασα εκεί η Έλενα ηταν παλι στη θέση του Έντουαρτ.
"Γεια σου Άντζελα."
"Γεια σου Έλενα" της είπα και της χαμογέλασα.
"Πως είναι το χέρι." με ρώτησε.
"Καλύτερα."
"Έμαθα για τον αδερφό σου και λυπάμαι πραγματικά." είπε και κατέβασε το κεφάλι στεναχωρημένη.
"Ευχαριστώ." είπα.
"Ο Έντουαρτ που είναι;"
"Πίσω στο γραφείο του μιλάει με εναν τυπο."
"Εντάξει πάω να του μιλήσω." είπα και πήγα προς το πίσω μέρος του μαγαζιού.
Έφτασα εξω απο το γραφείο του και χτύπησα την πόρτα.
"Περάστε." ακούστικε απο μέσα νευριασμένη η φωνη του Έντουαρτ. Άνοιξα την πόρτα και το θέαμα που αντίκρισα με άφησε με ανοίχτω το στόμα.
Ηταν ο Έντουαρτ με τον Τζέρεμι, ο Εντουαρτ καθόταν πίσω απο το γραφείο και ο Τζέρεμι απέναντι του. Μα πως γίνεται αυτό.
"Γεια σας." είπα και μπήκα μέσα. Ο Έντουαρτ έδειχνε ενοχλημένος. " Γεια σου Άντζελα." είπε ο Έντουαρτ. Ο Τζέρεμι σηκώθηκε και με πλησίασε.
"Γεια, δεν ήξερα οτι γνωρίζεις τον Έντουαρτ." μου είπε.
"Εμ ναι εδώ δουλεύω..." είπα και κοίταξα τον Έντουαρτ.
"Γνωρίζεστε;"
"Ναι είμαστε γείτονες."
"Εσείς παιδιά απο που γνωριζεστε;" ρώτησα και τους κοίταξα και τους δυο.
"Εμείς..." τραύλισε ο Έντουαρτ.
"Είμαστε αδέρφια." είπε χαμογελαστός ο Τζέρεμι και μου έκλεισε το μάτι.
Μπορώ να πω πως αυτό ηταν οτι πιο περίεργο έχω ακούσει ποτέ.
![](https://img.wattpad.com/cover/64060458-288-k519781.jpg)
ESTÁS LEYENDO
Καταστροφή
FantasíaΤι συμβαίνει όταν αρχίζεις να βλέπεις τρομερούς εφιάλτες και μέσα σε αυτούς είναι οι αγαπημένοι σου άνθρωποι; Και τι θα κάνεις όταν αυτοι οι εφιάλτες βγαίνουν αληθινοί; Εξώφυλλο απο ForiNasi