η γιορτή

782 88 0
                                    


Όλοι στο χωριό έμαθαν για την άφιξη της ασιας γιαυτό και ο αρχηγός της φυλής θα έκανε μια μεγάλη γιορτή προς τιμήν της μια γιορτή οπου τα αδέρφια θα ήταν ενωμένα η σελήνη ο χειμώνας και ο λύκος η τρείς τάξης της φύσης.. Μια τεράστια φωτιά άναψε και η Λύκη άρχισαν να πίνουν ρούμι και να ουρλιάζουν απο χαρά και γλέντι. Η Ασία καθόταν ακουμπισμένη σε ενα δέντρο και κοίταζε ολες αυτές της μαριονέτες να χορευουν αλήθεια ηταν τόσο ευτυχισμένη? Αλήθεια είχαν τόσο λαμπερά χαμογελα?.
Ενα χερι την τράβηξε απότομα πίσω διακόπτοντας της σκέψεις της όταν γύρισε να δει ποιος είχε το θράσος να την τραβήξει με τέτοιον τροπο απλα Εμηνε ακίνητη με την καρδιά της να παλεύει να μην σπάσει ο Αλεξάντερ στεκόταν μπροστά της ηταν τόσο ψηλός και μελαχρινός με ηλιοκαμενη επιδερμίδα και είχε αυτά τα ματια που έβλεπες το παράπονο μέσα τους είχε αυτά τα ματια που για εκείνην ηταν καθρέφτης των δικών της ματιών.
<< Αλεξάντερ τι θες ? Εε και πως τολμάς να με Τραβας έτσι ,.
Αγανακτισμένος γύρισε και κοίταξε τον ουρανό ήθελε τοσα να πει μα η λέξεις δεν εβγεναν τον έπνιγαν λογια που δεν μπορούσε να βγάλει ήθελε να πει κακίες για να την πληγώσει μα εστον ενα δάκρυ να έβλεπε στα μάτια της θα αυτοκτονούσε ο ίδιος.
<< παλιά με ελεγες Δημήτρη τώρα τι επαθες?....
<< ήμουν καθολική ήθελα να έχεις ενα όνομα απο αγγέλους
<< τελικά με άφησες όμως ε δεν σου ηταν δύσκολο βασιλησα μου φαντάζομαι θα είχατε αλα ενδιαφέροντα αλλά παιχνίδια να παίζεται..
Τον χαστούκισε με όση δυναμη είχε τοτες εκείνος της Επιασε το χερι και το ακούμπησε στην καρδιά του..
<< Ασία Παγώνης τα παντα μα την καρδιά μου την είχες τόσο ζέστη γιατί δεν την παγωσες να πάψει αναθεματησμενα να σαγαπα εεε γιατί την άφησες τόσο ζέστη να περιμένει ενα χαδι σου γιατί τα Χέιλι μου θέλουν μονο τα δικά σου γιατί γυρισες Ασία ξέροντας ποσο παλευω να σε ξεχάσω γιατί ανάθεμα είσαι παντα μέσα μου θέλω να σε βγάλω θέλω να σε βγάλω Άπτον οργανισμό μου μου καταστρεφεις το μυαλό...
<< εγώ εγώ Δημήτρη απλα δεν μπορούσαμε ηταν αδύνατον.
Ενα δάκρυ κύλησε απτά ματια του και το πρόσωπο του τραβήχτηκε μια φλέβα πάλευε στον Λεμό του..
<< ΜΗΝ ΚΛΑΙΣ ΣΕ ΠΑΡΑΚΑΛΩ ΔΗΜΉΤΡΗ...
<< ΔΕΝ ΚΛΑΙΩ ΕΠΑΨΑ ΝΑ ΚΛΑΙΩ ΕΠΑΨΑ ΝΑ ΝΟΙΑΖΟΜΕ ΤΟ ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ? ΠΕΡΝΆΕΙ Ο ΚΑΙΡΟΣ ΕΙΜΑΙ ΕΝΑ ΑΘΑΝΑΤΟ ΟΝ ΘΑ ΖΗΣΩ ΜΙΑ ΑΙΏΝΙΑ ΖΩΗ ΚΑΤΑΡΑΜΕΝΟΣ ΚΟΙΤΑ ΜΕ ΔΕΝ ΚΛΑΙΩ ΑΠΛΑ ΕΙΜΑΙ ΔΙΑΛΥΜΕΝΟΣ ΔΕΝ ΜΟΥ ΑΦΗΣΕΣ ΤΙΠΟΤΑ.....
τα ματια της αρχισαν να στάζουν αρχισε να χάνει τον κοσμο γύρο της.μα πριν προλάβει να πεσει τα χέρια του την αγκάλιασαν σφικτά η μύτες τους ακουμπησαν το ίδιο και τα κουτελα τους ...
<< Ποτε δεν θα σε αφήσω να μου πέσεις όσο μακριά κιαν με στελνεις παντα θα ακούω την καρδιά σου παντα θα θυμάμαι το γέλιο της χαρές σου παντα θα περιμένω να γυρνας έχουμε μια αιωνιότητα ακόμα να ζήσουμε...
Κλίνοντας τα ματια του ακούμπησε απαλά τα χείλη του πανω στα δικά της τα δάκρυα τους ενώθηκαν..... Η Ασία ελευθερώθηκε απο την αγκαλιά του και έτρεξε μακριά του εκείνος έμεινε όμως εκεί να την κοιτάζει παλι να φεύγει.
<< βασιλησα μου θα περιμένω ξέρω πως με αγαπάς ακόμα....
Η Μαρία καθόταν δίπλα στην φωτιά και προσπαθούσε να πιεί μια κούπα ρούμι τα μαλιά της απόψε ηταν μια μπλεξουδα στα πλαγιά φόραγε ενα κόκκινο φόρεμα και ήταν ξυπόλητη, Χαμογελασε με ευθυμία παντα της άρεσε να περπατάει ξυπόλητη ένιωθε παντα παιδι και εκεί που ηταν τόσο χαρούμενη ξαφνικα μια αντρική φωνη την έκανε να πάθει πανικό μονο Άπτον τόνο της αντρικής φωνής του ήθελε να κλάψει δεν έκανε τον κόπο να γυρίσει εκείνος ενφανηστικε μπροστά της με μια ξανθιά κοπελα αρκετά όμορφη και έμπειρη αποσο φαινόταν ανακατεύτηκε απο αιδια όταν εκεινη κόλλησε πανω του και άρχισε να χορεύει μαζι του και εκείνος δεν φαινόταν να ενοχλείται απλα είχε ένα χαζο βλέμμα και παρασυρόταν απο εκείνη η Μαρία πέταξε κάτω την κούπα με το ρούμι και τους πλησίασε ο τζεικομπι στάθηκε ακίνητος και Εμηνε να την κοιτάζει με ενα παράξενο βλέμμα όπως έκανε συνήθως..
<< σενιοριτα???..
Εκείνη δεν Ειπε τίποτα απλα τον κοίταζε στα ματια απλα ήθελε να τον κοιτάξει παντα το ήθελε..
<< Σενιόρα χολλα
Δίχως να υπολογίσει την κοπελα δίπλα του άπλωσε το χερι της και Επιασε το δικό του, ο τζεικομπι έχασε τον κοσμο μέσα απο τα πόδια του η Μαρία στάθηκε κοντά του και τον αγκάλιασε το μάγουλο της ακουμπαγε στο δικο του και πλεον το χερι της άγγιζε την καρδιά του..
<< Θυμάσαι όταν ήμουν μικρή με τι θάρρος στάθηκα μπροστά σου?.
<< μμμμ..θυμάμαι είχες κερδίσει το ενδιαφέρον μου δεν με φοβηθηκες ποτε ήσουν διαφορετική απο αλους ανθρώπους..
<< τι το διαφορετικό είχα?..
<< δεν είχες τίποτα αυτό με τράβηξε κοντά σου..
<< τίποτα??
<< τίποτα απο φροντίδα τίποτα απο αγάπη κενή όπως εγώ
Είχες όμως πολλά αλλά είχες μια καρδιά που ζηλευα γιατί ήξερε να αγαπάει τα παντα να χαίρεται με τα παντα να είναι ευγνώμων με μια χάλια ζωή μερικές φορές ζηλευα που ......
Η Μαρία γύρισε για να τον κοιτάζει καλύτερα..
<< που???
<< που τα ματια σου κοίταζαν με λατρεία το καθετί κανεις δεν με είχε κοιτάξει έτσι ποτε μα κάθε φορά που σε κοιτάζω με κοιτάς με ένα βλέμμα που καθετί σπασμένο μέσα μου ενώνεται δεν θα σωθω Μαρία είμαι χαμένος και όσο και να μην το βλέπεις εγώ εδώ τελιωσα και σε λίγο που όλα θα κλείσουν αυτήν την αυλαία εγώ θα είμαι νεκρός σε ένα κενό γιατί ο δικός σου πατερας δεν μου άφησε επιλογή να διαλεξω εναν παράδεισο γιατί πριν με δαγκώσει δεν ρώτησε αν είχα μια μάνα όπως εσύ γιατί κανείς δεν μου έδωσε ευκαιρία να γίνω όσα ήθελα με βλέπεις ος εναν φονιά που σκότωσε την μητέρα σου όχι δεν ήμουν αυτό ήμουν ενα αγόρι που ήθελε να σώσει την ζωή του και να έχει μια ευκαιρία να ζησει δεν ήθελα να ποναω δεν ήθελα να την σκοτώσω....
Σήκωσε το χερι του και το κοίταξε με μίσος..
<< αυτό το χερι για σωθεί έπρεπε να σκοτώσει εσένα αλλά ήσουν οτι είχα λατρέψει ήσουν το ποίημα απο τον αγαπημένο μου ποιητή στην αγαπημένη μου σελιδα έβαλα όλες μου της ελπίδες να σωθω σκοτώνοντας κάποια που δεν άξιζε για μένα δεν σκέφτηκα οτι έτσι σκότωνα εσένα σε έβλεπα απο μακρια τόσο μονη πλεον δεν γελουσες πλεον δεν θα με κοιταζες με λατρεία πλεον κανεις δεν είχε την ευκαιρία να με γαληνέψει ,δεν σκέπτομαι τον εαυτό μου ποια πλεον κανεις δεν θα παλέψει να με σώσει ξες η γονείς μου πέθαναν αμέσως μετα τη αλλαγή μου σε αυτοκινητικό δυστύχημα τοτες είπα απο μέσα μου καλύτερα που δεν είδαν τον γιο τους έτσι καλυτερα που δεν έμεινε τίποτα απο την ζωή μου σε μια νύχτα έγινα στάχτη και σε έκαψα μαζι μου αν εσύ λες πως με συγχώρησες εγώ δεν θα με συγχωρησω ποτε γιατί σαγαπησα τόσο και είδα στα ματια που τόσο αγαπάω μίσος και τρόμο για εμένα είδα στα ματια σου την παρολίγον ευτυχία μου.........
Όταν εκείνος έφυγε η Μαρία έπεσε κάτω ουρλιάζοντας απο πόνο τα λόγια του έκαναν μια δυνατή επανάληψη στο μυαλο της σαγαπησα τόσο σαγαπησα τόσο σαγαπησα τόσο..
Ή λέξεις εκαναν ενα κυκλο και της έκοβαν την καρδιά τώρα υπέφερε ποιο πολυ απο ποτε τώρα είχε πεθάνει

Το Κορίτσι Του ΛύκουWo Geschichten leben. Entdecke jetzt