Κεφάλαιο 3: Ο Πρίγκιπας μου.

673 133 297
                                    

-''Πρέπει να σταματήσω να κάνω χαζομάρες, αλλιώς δεν θα με υιοθετήσει ποτέ κανένας''.

-''Μην ανησυχείς κορίτσι μου. Θα βρεις κι εσύ μια υπέροχη οικογένεια... κάποια μέρα''.

-''Ωωω... Δεν ανησυχώ κυρία Kate. Είμαι χαρούμενη που ζω εδώ και σας αγαπώ όλους πάρα πολύ! Εσείς είστε η αληθινή μου οικογένεια''!

Η Marina σκεφτόταν αυτή την σκηνή ξανά και ξανά και ήταν σίγουρη ότι εννοούσε κάθε λέξη. Ένιωθε ότι η κυρία Kate και η αδερφή Margaret ήταν η οικογένειά της, και ήξερε ότι θα μπορούσε να τους εκμυστηρευτεί τα πάντα, όλες τις απορίες της, τις αγωνίες της και τα προβλήματά της στο παρόν, αλλά και στο μέλλον.

Καθόταν κάτω από την σκιά της μεγάλης Ιτιάς, έπιασε στα χέρια της το γράμμα που βρισκόταν στο έδαφος και ξεκίνησε να το διαβάζει.

Αγαπημένη μου Marina,

Τι κάνεις; Πώς περνάς τις μέρες σου στο ορφανοτροφείο; Εγώ είμαι πολύ ευτυχισμένη! Οι καινούργιοι μου γονείς είναι πολύ καλοί και μου συμπεριφέρονται σαν να ήμουν βιολογική τους κόρη! Marina... ζω ένα όνειρο! Κάθε μέρα, ο μπαμπάς κι η μαμά μου αγοράζουν ό,τι θέλω! Παρ'όλα αυτά όμως... μου λείπεις... μου λείπεις πολύ...

***

Πλέον είχε έρθει το καλοκαίρι. Είχαν περάσει αρκετοί μήνες από τότε που υιοθετήθηκε η Emily. Τα δύο κορίτσια αλληλογραφούσαν κάθε εβδομάδα, και με αυτόν τον τρόπο έλεγαν τα νέα τους η μία στην άλλη. Τον τελευταίο καιρό όμως, τα γράμματα της Emily προς την Marina, άρχισαν να λιγοστεύουν. Η Marina τότε άρχισε να αναρωτιέται: Γιατί δεν της είχε απαντήσει η φίλη της στο τελευταίο της γράμμα; Μήπως ήταν άρρωστη; Πότε θα την καλέσει στο σπίτι της; Και τελικά, το καινούργιο της σπίτι έχει πισίνα ή δεν έχει;

-''Marina''! φώναξε ένα πρωινό η αδερφή Margaret.

-''Μάλιστα αδερφή Margaret''; ρώτησε λαχανιασμένη, καθώς έτρεχε από την κουζίνα.

-'' Έχεις ένα γράμμα'' και της το έδωσε.

-''Αλήθεια; Από την Emily''; ρώτησε η Marina όλο χαρά.

-''Ναι γλυκιά μου'' της απάντησε η αδερφή Margaret μ'ένα χαμόγελο.

-''Αχ, τέλεια''! αναφώνησε και άρχισε να τρέχει προς το μέρος όπου είχε βρει η ίδια, προς το μέρος όπου έβρισκε γαλήνη και ηρεμία, που μπορούσε να γελάσει και να κλάψει όσο ήθελε. Προς την μεγάλη Ιτιά.

Μόλις έφτασε εκεί, κάθισε κάτω στο γρασίδι, φίλησε το γράμμα, το άνοιξε με βιασύνη και ξεκίνησε το διάβασμα.

Marina |Book 1|Donde viven las historias. Descúbrelo ahora