Βρέθηκα έξω από το σπίτι της Kathryn.
Τι έγινε πριν λίγο?
Ήμουν στον Παράδεισο και μιλούσα με τον Άγγελο και τον Διάβολο?
" Melinda, που ήσουν? " άκουσα τη φωνή της Kathryn και μέσα την ένιωσα να με αγκαλιάζει.
" Ανησύχησα. Μου είπε ο Brian ότι έφυγες μόλις έλαβες ένα μήνυμα. Όλα καλά? " ρώτησε και με έσφιξε πάνω της.
" Kath ηρέμησε. Όλα καλά τώρα " είπα γελώντας και με κοίταξε.
" Έλα μέσα να μας πεις " είπε και με τράβηξε μέσα στο σπίτι.
" Πες τι έγινε? " ρώτησε μόλις καθίσαμε στον καναπέ.
Τώρα να της πω?
Δεν νομίζω να με πιστέψει.
Εδώ εγώ δε το πιστεύω.
" Τίποτα Kathryn. Απλά ξέχνα τα όλα. Είμαι μια χαρά. Θα φύγω κιόλας. Θα πάω σπίτι μου " είπα με ένα χαμόγελο και με κοίταξε περίεργα.
" Σίγουρα? " ρώτησε και χαχάνισα.
" Ναι. Φεύγω γιατί αρκετά έκατσα. Αν είναι μιλάμε το απόγευμα να κανονίσουμε κάτι, εντάξει? "
"Υποθέτω εντάξει. Πάντως ότι συμβεί πάρε με τηλέφωνο " είπε και την αγκάλιασα.
" Τα λέμε " είπα και έφυγα από το σπίτι της με προορισμό το δικό μου.
Νιώθω τόσο μπερδεμένη.
Νιώθω τόσο κενή.
Νιώθω αρκετά περίεργα.
Είναι σαν να μην ζω στην πραγματικότητα.
Αλλά σε ένα όνειρο.
Λογικό.. Δεν συναντάει κανείς τον Άγγελο και τον Διάβολο κάθε μέρα.
Μόλις έφτασα σπίτι μου, μπήκα μέσα και άναψα τα φώτα.
" Καλώς την " άκουσα μία φωνή και τα κλειδιά έπεσαν από τα χέρια μου καθώς άφησα μία κραυγή.
" Ηρέμησε, εγώ είμαι "
" Alexander! Με τρόμαξες " είπα και σηκώθηκε όρθιος.
" Συγνώμη, δεν το ήθελα " είπε και με πλησίασε.
" Πως μπήκες μέσα " τον ρώτησα καθώς μάζεψα τα κλειδιά από κάτω.
" Πανεύκολο! " είπε με ένα πονηρό χαμόγελο.
Χτύπησε τα δάχτυλα του μεταξύ τους και ξαφνικά βρεθήκαμε σε ένα άλλο σπίτι.
Στο σπίτι του.
" Απόψε θα μείνεις εδώ. " είπε και περπάτησε μέχρι την κουζίνα, νομίζω.