Ελεύθεροι πολιορκημένοι

47 6 2
                                    

Ελεύθεροι  πολιορκημένοι  (απόσπασμα )

I

Άκρα του τάφου σιωπή στον κάμπο βασιλεύει·
λαλεί πουλί, παίρνει σπυρί , κι η μάνα το ζηλεύει.
Τα μάτια η πείνα εμαύρισε· στα μάτια η μάνα μνέει
στέκει ο Σουλιώτης ο καλός παράμερα και κλαίει:
«Έρμο τουφέκι σκοτεινό, τι σ' έχω 'γώ στο χέρι;
οπού συ μου 'γινες βαρύ κι ο Αγαρηνός  το ξέρει».

II

O Απρίλης με τον Έρωτα χορεύουν και γελούνε,
κι όσ' άνθια βγαίνουν και καρποί τόσ' άρματα σε κλειούνε
.....................................................................................
Λευκό βουνάκι πρόβατα κινούμενο βελάζει,
και μες στη θάλασσα βαθιά ξαναπετιέται πάλι,
π' ολονυχτίς εσύσμιξε ,  με τ' ουρανού τα κάλλη.
Και μες στης λίμνης τα νερά, όπ' έφθασε μ'ασπούδα,
έπαιξε με τον ίσκιο της γαλάζια πεταλούδα,
που ευώδιασε τον ύπνο της μέσα στον άγριο κρίνο·
το σκουληκάκι βρίσκεται σ' ώρα γλυκιά κι εκείνο.
Μάγεμα η φύσις κι όνειρο στην ομορφιά και χάρη·
η μαύρη πέτρα ολόχρυση και το ξερό χορτάρι.
Με χίλιες βρύσες χύνεται, με χίλιες γλώσσες κρένει:
«Όποιος πεθάνει σήμερα χίλιες φορές πεθαίνει».

Διονυσιος Σολωμός 

*κρένει =μιλάει 
*κλειούνε  =κλείνουν , περικυκλώνουν
*Αγαρηνός =μωαμεθανός
*σπυρί  = σπόρος
*μνέει  = ορκίζεται
*μ'ασπούδα  = με σπουδή , με βιασύνη
* εσύσμιξε  = έσμιξε

Ποιήση για την ποίηση (ΥΠΟ ΔΙΟΡΘΩΣΗ) Where stories live. Discover now