Κεφάλαιο 3

360 103 14
                                    


Η πριγκίπισσα Λυσσάντρα Ρίχακ της Νταχάρας βρισκόταν στο εργαστήριο της όταν ο αδελφός της της έφερε τα νέα.

Θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει τα κεντρικά εργαστήρια στην ανατολική πτέρυγα του παλατιού για το τελευταίο της πείραμα αλλά η παρουσία της αναστάτωνε τις υπόλοιπες Αλχημίστριες που εργαζόντουσαν για τον Οίκο τους. Και υπήρχαν συγκεκριμένα ζητήματα που καλύτερο ήταν να παραμείνουν κρυφά, προστατευμένα από τους τέσσερις πέτρινους τοίχους. Προτιμούσε να δουλεύει μόνη κι ας ένιωθε μερικές φορές πως αυτοί οι τοίχοι, στολισμένοι με πορφυρά υφαντά με τους χρυσούς ήλιους της Νόρτας, την πλάκωναν.

Το εργαστήριο της –τον περισσότερο καιρό- ήταν το καταφύγιο της. Η επικράτεια της και το μικρό της προσωπικό βασίλειο. Ο μακρόστενο πάγκος ήταν κατασκευασμένος από λευκό μάρμαρο με γκρίζα νερά. Τον κρατούσε πάντοτε καθαρό και καλογυαλισμένο. Τα περισσότερα σύνεργα ήταν δώρα από τον αδελφό της. Πάντα κάτι σιγόβραζε στα μακρόστενα και στρογγυλά γυάλινα δοχεία που ήταν στερεωμένα με μεταλλικές βάσεις πάνω από μικρές εστίες μαγικής φλόγες. Από απλά τονωτικά για μια από τις καμαριέρες της μέχρι ισχυρά φάρμακα που θεράπευαν αρρώστιες που σε άλλα μέρη του κόσμου τα ονόματα τους έσπερναν πανικό. Το βιβλίο όπου κατέγραφε τα πειράματα και τα φίλτρα της ήταν ένας βαρύς τόμος με ταλαιπωρημένο κόκκινο δέρμα που είχε από τα οχτώ της. Ήταν ό,τι πολυτιμότερο είχε στην κατοχή της. Μονάχα τα δικά της μάτια είχαν κοιτάξει τα μυστικά που έκρυβαν οι σελίδες του.

Είχε συλλέξει μόνη της τα ορυκτά που κοσμούσαν τα δρύινα ράφια στον τοίχο: Σκούρος λαμπερός αιματίτης, λείος ροζ οπάλιος, αστραφτερός αμέθυστος, και ο αγαπημένος της σπάνιος τεκτίτης, μεταξύ άλλων. Το ορυκτά που έβγαιναν από την καρδιά της γης ήταν πολύτιμα σύνεργα για κάθε μάγισσα. Μπορούσαν να λειτουργήσουν σαν αγωγοί για ξόρκια ή να αποθηκεύσουν μαγεία μέσα τους για να χρησιμοποιηθεί αργότερα. Είχαν μεσολαβήσει αμέτρητες κρυφές επισκέψεις στην αγορά για να τα αποκτήσει.

Γνώριζε κάθε σπιθαμή αυτού του δωματίου που είχε χτίσει για εκείνη ο πατέρας της όταν εκδηλώθηκαν οι δυνάμεις της. Κάθε καμένο σημείο στα παχιά χαλιά που κάλυπταν το δάπεδο εκεί που είχε χύσει κατά λάθος κάποιο φίλτρο. Κάθε βελονιά στα υπέροχα υφαντά που απεικόνιζαν το λιμάνι της πρωτεύουσας. Μέχρι πρόσφατα δεν υπήρχε παράθυρο, ο πατέρας της δεν θα επέτρεπε να μαθευτεί για ποιο λόγο είχε κατασκευάσει στη Άντρια το δικό της προσωπικό εργαστήριο, και ο χώρος μπορούσε να γίνει αποπνικτικός από τα κεριά που έκαιγαν συνεχώς. Αυτό ήταν η πρώτη και μοναδική παρέμβαση που είχε κάνει ο Ντέρεκ, και τώρα ένα μικρό αψιδωτό παράθυρο είχε ανοιχτεί στο κέντρο του ανατολικού τοίχου. Η Άντρια κρατούσε τις βαριές κουρτίνες πάντα κλειστές.

Επικίνδυνες ΣυμμαχίεςWhere stories live. Discover now