Κεφάλαιο 7ο

26 0 0
                                    

Μα τι κανω; το μυαλό μου επανέρχεται στην πραγματικότητα καθώς η ενοχή με καταβάλλει. Απελευθερώνω τα χέρια μου απο τα δικά του και τον σπρώχνω με δύναμη. Στο πρόσωπό του σχηματίζεται η έκπληξη και με κοιτάζει στα μάτια. Αφού ξεροβήχει κοφτά και ισιώνει το σώμα του, βάζει τα χέρια του στις τσέπες του πάλι. "Με συγχωρείς, λάθος μου" μου λέει κοιτώντας με σοβαρός. "Λάθος σου; Πρώτα με απαγάγεις, στη συνέχεια μου λες οτι γνωριζόμαστε ενω δεν σε εχω ξαναδεί ποτέ στη ζωή μου, μετά με φιλάς και τώρα απλά μου λες λάθος σου; Απαιτώ εξηγήσεις αυτή τη στιγμή!" Του φωνάζω απότομα σφίγγοντας τις γροθιές μου. "Δεν μπορώ να σου εξηγήσω τίποτα ακόμα" απαντά ανενόχλητος, αγνοώντας το ξέσπασμά μου. Βάζω τα γέλια καθώς δακρύζω νευρικά. "Δεν ξέρω τι να πω" λεω κουνώντας το κεφάλι μου σε άρνηση. "Θέλω απλά να πάω στη Νέα Ορλεάνη, τίποτα άλλο. Εσύ όμως τι θες; αμα ήθελες να με βλάψεις θα το ειχες κάνει ήδη. Οπότε τι ακριβώς προσπαθείς να πετύχεις, γιατί είμαι εδώ;" ρωτάω καθώς δάκρυα απειλούν να κυλήσουν στα μάγουλά μου. "Καταλαβαίνω οτι είσαι αναστατωμένη, δεν μπορώ να απαντήσω σε όλες σου τις ερωτήσεις, μπορώ απλά να σου πω ότι με έστειλε η γιαγιά σου. Να σε βρώ και να σε κρατήσω ασφαλή." Μου λέει καθώς πάει να μου κρατήσει τον ώμο. Με μια απότομη κίνηση τον αποφεύγω. "Είσαι ψυχοπαθής!" Φωνάζω και τον σπρώχνω. "Δεν ξέρω ποιο διάολο ειναι το παιχνίδι που παίζεις αλλα δεν έχεις το δικαίωμα να με κοροϊδεύεις!" Φωνάζω και τον σπρώχνω ξανά. "Η γιαγιά μου έχει πεθάνει εδώ και χρόνια!" Ξαναφωνάζω και πλέον καθώς τον σπρώχνω χτυπάει με δύναμη στον τοίχο. "Ώστε έτσι σου έχουν πει Arabella;" ρωτάει χαμογελώντας χλευαστικά. Η ερώτηση του αναγκάζει το αίμα μου να βράσει και να χάσω κάθε αυτοέλεγχο. "Δεν ξέρω τι θες απο μένα αλλά δεν έχεις κανένα δικαίωμα να παίζεις με το πένθος μου οποτε θα σε συμβούλευα να κόψεις τις μαλακίες!!" Ουρλιάζω στο πρόσωπό του. Εκνευρισμένος ξεκολλάει απο τον τοίχο και έρχεται σε απόσταση εκατοστών απο το πρόσωπό μου. "Δεν καταλαβαίνεις ακόμα αλλα σου υπόσχομαι σύντομα θα βγάλουν ολα νόημα, σκάσε και κάτσε στη θέση σου." Μου απαντάει αυταρχικά. Κάνω ενα βήμα πίσω και πριν προλάβει να δει το πρόσωπό μου γυρνάω απότομα καθώς τα δάκρυά μου τρέχουν απο τα μάτια μου. Κάθομαι στη θέση μου και κλαίω με λυγμούς καθώς εκείνος μπαίνει σε μια πόρτα του τζετ. Τέλεια. Είμαι σε ενα τζετ μαζί με έναν άγνωστο ψυχάκια που ισχυρίζεται οτι θα με πάει στη γιαγιά μου η οποία είναι νεκρή τα τελευταία οχτώ χρόνια. Πώς κατάφερα να μπλέξω σε όλο αυτό; Το μόνο που μπορώ να κάνω είναι να διατηρήσω τη ψυχραιμία μου και να προσπαθήσω να μην του πάω κόντρα (οσο δύσκολο και αν ειναι). Δεν ξέρω ποιός ειναι και για τί ειναι ικανός όποτε πρέπει να είμαι επιφυλακτική παρά αυτο το συναίσθημα οικειότητας που μου εκπέμπει. Τα δάκρυα πλέον έχουν σχηματίσει αυλάκια στα μάγουλά μου και ακουμπάω το κεφάλι μου στο πλάι της θέσης μου. Σιγά σιγά αρχίζει η κούραση να με καταβάλλει και καθώς κλείνω τα μάτια μου αποκοιμάμαι.

"Arabella?" Ακούω απο μακριά το όνομά μου. "Φτάσαμε, πρέπει να σηκωθείς" μου λέει μια οικεία φωνή και καθώς ανακτώ τις αισθήσεις μου θυμάμαι που βρίσκομαι και πετάγομαι απότομα απο τη θέση μου. "Δεν χρειάζεται να με φοβάσαι, φτάσαμε στη Νεα Ορλεάνη οπως σου υποσχέθηκα." Μου λέει ο Gabriel. Κάτι είναι και αυτό τουλάχιστον σκέφτομαι καθώς παραμένω σιωπηλή. "Τα πράγματά σου ειναι έξω στο αυτοκίνητο, οποτε νιώσεις έτοιμη θα σε περιμένω. Εκείνη η πόρτα ειναι το μπάνιο αμα το χρειάζεσαι." Λεει δείχνοντας μια πόρτα στο βάθος του διαδρόμου. Γνέφω καταφατικά καθώς τον παρακολουθώ να βγαίνει έξω. Πηγαίνω στο μπάνιο και κοιτάζω το είδωλό μου στον καθρέφτη. Φαίνομαι πολύ ταλαιπωρημένη και τα μάτια μου έχουν πρηστεί απο το κλάμα. Ρίχνω κρύο νερό και νιώθω μια σύντομη αναζωογόνηση, αλλα λίγο νερό δεν κάνει και θαύματα. Αφού πιάνω σε εναν πρόχειρο ατημέλητο κότσο τα μαλλιά μου πηγαίνω να βρώ τον Gabriel. Τον βλέπω να έχει ακουμπήσει στο παρμπρίζ ενος μαύρου mustang καθώς καπνίζει ενα τσιγάρο. Παρατηρώ οτι εχει φορέσει ενα cargo τζιν με ένα μαύρο απλό μπλουζάκι και εντυπωσιάζομαι απο το πόσο όμορφος μπορεί να φαίνεται ακόμα και με καθημερινά ρούχα. "Τελείωσες να χαζεύεις;" με ρωτάει ειρωνικά. (Τι σκατά κάνεις; κάθεσαι και χαζεύεις εναν άγνωστο ψυχάκια που στην καλύτερη θα θέλει να πουλήσει τα σωθικά σου για να βγάλει λεφτά;) λεω στον εαυτό μου νιώθοντας εντελώς ηλίθια. "Δεν χάζευα εσένα εννοείται" απαντώ καθως τα μάγουλά μου κοκκινίζουν. (Θα πρέπει να σκέφτομαι καλύτερες δικαιολογίες). Περπατώ προς το αυτοκίνητο και το παρατηρώ κοιτώντας χαμηλά για να μην φαίνεται το πρόσωπό μου. "Σου αρέσει;" με ρωτάει με ενα πλατύ χαμόγελο. "Πολύ. Για την ακρίβεια αυτο ακριβώς έχω κι εγώ." Κανω μια παύση. "Είχα" λέω συνειδητοποιώντας οτι πλέον εχω αφήσει πίσω εκείνη τη ζωή. Σοβαρεύει η έκφρασή του και έρχεται ενα βήμα πιο κοντά μου. "Θα ήθελες ακόμα να το έχεις;" με ρωτάει. "Για να πω γην αλήθεια οχι. Ήρθα εδώ για να φύγω απο ολα αυτά... δεν καταλαβαίνεις τι εννοώ τελος πάντων αλλα η απάντηση ειναι οχι" απαντώ και μου ανοίγει τη πόρτα του συνοδηγού. "Κι όμως σε καταλαβαίνω" μου λέει χαμογελώντας πλαγίως. Μπαίνω μέσα προσπαθώντας να αποφύγω να σκεφτώ τι εννοεί και ξεκινάει το αυτοκίνητο.

ArabellaWhere stories live. Discover now