Κεφάλαιο 16ο

19 0 0
                                    

Μία εβδομάδα. Τόσος καιρός είχε περάσει απο τότε που τον είδα τελευταία φορά. Και εκείνο το ψυχρό απόμακρο βλέμμα παραμένει καρφωμένο στο μυαλό μου. Κάθε μέρα ήλπιζα να τον δω κάπου τυχαία. Να μου δωθεί η ευκαιρία να του μιλήσω, να του εξηγήσω την συμπεριφορά μου. Αλλά ποτέ δεν ερχόταν. Αυτό μου έδωσε χρόνο να σκεφτώ. Μου έδωσε το περιθώριο να μελετήσω περισσότερο αυτή τη πρωτόγνωρη πραγματικότητα. Πέρναγα τις μέρες μου μαζί με τη Lydia στη σοφίτα της γιαγιάς μου. Ακούγεται κάπως κλισέ αλλά ναι ανήκω στο είδος οικογένειας μάγων που στη σοφίτα βρίσκεται ενα παλιό ξύλινο γραφείο, πολλά κεριά, βιβλιοθήκες με χοντρά βιβλία, και εννοείται το οικογενειακό γριμόριο. Ενα <<εγχειρίδιο>> δηλαδή για μαγικές ιεροτελεστίες. Προσπαθούσα να απορροφήσω όσο το δυνατόν περισσότερες πληροφορίες, ήθελα να μάθω ποια είμαι, να γνωρίσω επιτέλους το πρόσωπο που με κοιτά μέσα από τον καθρέφτη. Προς το παρόν είχα μάθει γενικές πληροφορίες. Κάποια βασικά ξόρκια προστασίας, κάποια εύκολα φίλτρα αλλά τίποτα που να ικανοποιούσε την περιέργειά μου. Έτσι κατέληξα λοιπόν εδώ που είμαι τώρα. "Είσαι σίγουρη Bella;" Με ρωτάει ξανά η γιαγιά μου. "Χρειάζομαι απαντήσεις γιαγιά... Φοβάμαι αλλά είμαι σίγουρη..." Της απαντάω πιέζοντας απαλά το χέρι της μέσα στο δικό μου. "Πολύ καλά λοιπόν" μου απαντάει και σηκώνεται απο τη καρέκλα της. "Θα σε καθοδηγήσω εγώ, απλώς έχε μου εμπιστοσύνη." Μου λέει με σιγουριά. Ετοιμάζομαι για να κάνω μια αναδρομή. Δηλαδή ενα είδος ύπνωσης που θα μου επιτρέψει να δω μία προηγούμενη ζωή μου. Μέχρι τώρα πίστευα οτι ζείς μόνο μια φορά, οτι έρχεσαι σε αυτόν τον κόσμο για μερικές στιγμές και μετά φεύγεις. Αλλά πώς γίνεται να νιώθω οτι γνωρίζω πράγματα που δεν έχω ζήσει ποτέ; Και στη τελική πώς ακριβώς έρχεται η ψυχή σου σε αυτό το σώμα; Άγνωστο το τί προηγείται πρίν και άγνωστο το τι έπεται μετά. Οπότε μπορώ να πω οτι πιστεύω σε πολλά πράγματα μέχρι να αποδειχθεί το αντίθετο. Ξαπλώνω σε ενα πρόχειρο στρώμα στην σοφίτα και κλείνω τα μάτια μου. Προσπαθώ να νιώσω οσο πιο αναπαυτικά μπορώ. "Νιώσε το σώμα σου να χαλαρώνει Bella, απο την κορυφή ως τα νύχια. Νιώσε κάθε παραμικρό μύ του σώματός σου να χαλαρώνει και σιγά σιγά νιώσε να βυθίζεσαι στο ασυνείδητό σου."
Παίρνοντας βαθιές και σταθερές αναπνοές αφήνονται στον ήχο της ήρεμης φωνής της γιαγιάς μου. Την αφήνω να με καθοδηγήσει. "Νιώσε ένα λευκό φώς να σε περιβάλλει και να απλώνεται παντού στο σώμα σου. Αυτό το φώς σε προστατεύει απο κάθε αρνητική ενέργεια. Σε γεμίζει αγάπη, ζεστασιά και φώτιση. Δες το στο μυαλό σου και νιώσε να καθαρίζει τη ψυχή σου". Δημιουργώντας τις εικόνες στο μυαλό μου νιώθω ανάλαφρη και ασφαλής. Και θα ορκιζόμουν πως όντως υπάρχει αυτο το φώς γύρω μου. Το ένιωθα. "Τώρα επανέλαβε μετά απο μένα. Αναπνέω και είμαι μέσα στην ισχυρή αυτή προστατευτική ενέργεια. Αυτή η ενέργεια χτίζει μια αύρα προστασίας γύρω μου. Αυτή η αύρα με προστατεύει ανά πάσα στιγμή με κάθε τρόπο." Καθώς εισπνέεις επανέλαβέ το στον εαυτό σου πέντε φορές. "Τώρα φαντάσου τον εαυτό σου να περπατά σε εναν μακρύ διάδρομο με μια μεγάλη πόρτα στο τέλος. Δες όσες περισσότερες λεπτομέρειες μπορείς και θέλεις." Πλέον ακούω τη φωνή της γιαγιάς μου μακρινή και περπατώ σε αυτόν τον διάδρομο. Βλέπω απόκοσμα φυτά και λάμψεις στους τοίχους γύρω μου. Βλέπω πίνακες ζωγραφικής να κρέμονται σε αυτούς αλλά δεν είναι ακίνητοι. Κινούνται λες και δεν είναι ζωγραφιστοί λες και ειναι παράθυρα. Κοιτάζω τα πόδια μου να αγγίζουν το πάτωμα. Είμαι ξυπόλητη αλλα δεν με ενοχλεί. Νιώθω μια περίεργη οικειότητα. Μυρίζω βανίλια γαρύφαλλα και γιασεμί. Αυτές οι μυρωδιές με περιβάλλουν και αφήνομαι σε αυτές. Φτάνω στη πόρτα η οποία είναι ξύλινη, όμορφα σκαλισμένη γύρω γύρω με περίτεχνα σχέδια. Αγγίζω το πόμολο και παίρνοντας μια βαθιά ανάσα την ανοίγω σπρώχνοντάς την απαλά. Βλέπω παντού γύρω μου γαλάζιο. Αλλά όσο κοιτάζω παρατηρώ το τοπίο να ξεκαθαρίζει. Βρίσκομαι σε ένα όμορφο λιβάδι και μυρίζω φρεσκοκομμένο γρασίδι. Κοιτάζω στο βάθος και διακρίνω ενα πέτρινο σπίτι και το πλησιάζω. Κοιτάζω δίπλα μου και βλέπω εκείνον. Δεν αναρωτιέμαι στιγμή γιατί δεν αμφισβητώ τίποτα απο αυτά που βλέπω. Του χαμογελώ και τοποθετεί ενα τρυφερό φιλί στα χείλη μου. Τα ματια του στον ήλιο φαινόντουσαν σαν καταρράκτες με κρυστάλλινα νερά. Ασημένια σαν σφαίρες. Με κρατούσε απο το χέρι καθώς πηγαίναμε στο σπίτι. Τις όμορφες μυρωδιές της φύσης τις κάλυψε μια έντονη μυρωδιά απο θειάφι. Διακρίνω την ανησυχία στα μάτια του και τρέχω μαζί του προς το σπίτι. Ανοίγω διάπλατα τη πόρτα και βλέπω ένα πλάσμα σκοτεινό να κρατάει μία γυναίκα. Έμοιαζε σχεδόν άυλο σαν μια σκιά. Αλλά τα μάτια του ήταν σαν να κοίταζες τη κόλαση κατάματα. Κοιτάζω δίπλα του και βλέπω ενα αντρόγυνο πεσμένο στο πάτωμα ξαπλωμένο σε φρέσκο αίμα. Τα μάτια μου δακρύζουν και χωρίς δεύτερη σκέψη τρέχω προς το πλάσμα. Νιώθω μια δύναμη να με κατακλύζει και μία λάμψη βγαίνει απο τα χέρια μου τυλίγοντάς το, πετώντας το σε μια γωνιά του σπιτιού. Πιανω τη γυναίκα που κρατούσε και την αναγνωρίζω κατευθείαν. Η Lydia. "Arabella...η μαμά και ο μπαμπάς... Δεν τα κατάφεραν" μου ψιθυρίζει αδύναμα. Τη σφίγγω στην αγκαλιά μου και ποτάμια δάκρυα κυλούν στα μάγουλά μου. "Arabella!" Ακούω τον Gabriel να ουρλιάζει. Βλέπω το πλάσμα να ανασηκώνεται σιγά σιγά και να σέρνεται στο πάτωμα κοιτάζοντας την Lydia σαν κάποια δουλειά που άφησε στη μέση. Τρέχω καταπάνω του και απο μέσα μου αφήνω ελεύθερη ολη την οργή μου. Απο τις παλάμες μου εκτοξεύεται μια μαύρη φωτιά και αυτή τη φορά εξολοθρεύει το πλάσμα. Αλλά νιώθω ενα μούδιασμα στο σώμα μου. Ο Gabriel έρχεται κοντά μου και με σφίγγει στην αγκαλιά του. "Arabella είσαι καλά;" Με ρωτάει ξανά και ξανά και τότε συνειδητοποιώ οτι τα ρούχα μου έχουν βαφτεί με φρέσκο κόκκινο αίμα. "Gabriel ;" Προσπαθώ να τον ρωτήσω τί συμβαίνει αλλά οι λέξεις κολλάνε στον λαιμό μου και το στόμα μου μουδιάζει. Τα δάκρυά μου ακόμα κυλούν καυτά στα μάγουλά μου αλλά σιγά σιγά δεν νιώθω τίποτα. Με κρατάει ο Gabriel σφιχτά στα χέρια του και βλέπω δίπλα μου την Lydia να ανακτά τις αισθήσεις της και να έρχεται κοντά μου. "Arabella! Μην τολμήσεις να φύγεις, δεν θα χάσω κι εσένα! Με ακούς;" Φωνάζει αλλά οσο περνάει η ώρα η φωνή της απομακρύνεται όλο και πιο πολύ. "Απέτυχα. Σε απογοήτευσα Arabella. Δεν θέλω να σε χάσω, μείνε εδώ σε παρακαλώ" ακουω τον Gabriel να μου λέει. Η Lydia έχει θάψει το κεφάλι της στον ώμο μου και κλαίει με αναφιλητά. "Θα σε βρώ στο ορκίζομαι, θα σε περιμένω στην επόμενη ζωή και δεν θα σε απογοητεύσω, θα σε βρώ Arabella!" Μου φωνάζει μέσα απο τα δάκρυά του ο Gabriel και απομακρύνομαι εντελώς. Βλέπω το σώμα μου άψυχο απο ψηλά στα χέρια του Gabriel και τη Lydia να εχει καταρρεύσει πάνω του. Τα μάτια μου κοιτάζουν ανέκφραστα το ταβάνι και μια δύναμη λευκού φωτός με τραβάει πίσω στον διάδρομο απο τον οποίο ήρθα. Με μία πνιχτή κραυγή επιστρέφω στην πραγματικότητα και ανασηκώνομαι απο το στρώμα. "Γιαγιά πες μου οτι δεν ήταν αλήθεια σε παρακαλώ!" Της φωνάζω καθως πέφτω στην αγκαλιά της. "Ανήκουν ολα στο παρελθόν Bella" μου απαντάει καθώς με αγκαλιάζει.

ArabellaWhere stories live. Discover now